24.3.07

"Θαρρώ πως ήτανε Κυριακή..

δεν καλοθυμάμαι κιόλας, αλλά κείνο που θυμάμαι πολύ καλά είναι πως πέρασα έξω από κείνο το μεγάλο κτίριο της εφημερίδας που τηνε λένε "Η Παγκόσμια" και ήτανε ακριβώς 6.00 μμ ώρα Φοξ, που πάει να πει 19.00 η ώρα του νοτιανατολικού μετώπου μάχης. Το θυμάμαι καλά γιατί,

πάνω που πέρναγα απέναντι,
ακούστηκε η μουσική του μεξικάνικου Εθνικού Ύμνου
κι εγώ στάθηκα προσοχή,
που πάει να πει ντούρος και καμαρωτός,
κ
αι φέρνοντας το αριστερό χέρι μου ψηλά,
πλάι στο κεφάλι μου,
γιατί έτσι χαιρετάμε εμείς οι Ζαπατίστας
όταν ακούμε τον ύμνο
ή βλέπουμε τη σημαία της χώρας μας,
που τη λένε Μεξικό.

Στεκόμουνα λοιπόν εγώ προσοχή, μοναχούλης μου στο δρόμο, γιατί δεν πέρναγε κανένας άλλος από κει κείνη την ώρα και μοναχά τα μάτια μου κουνούσα, κοιτάζοντας δεξιά κι αριστερά, για να δω από που ερχότανε η μουσική του ύμνου που λέει "Μεξικάνοι, στην κραυγή του πολέμου..." αλλά δεν μπόραγα να τον βρω."
το σεσημασμένο εθνίκι σουμπκομαντάντε Μάρκος στο "Ανήσυχοι Νεκροί", εκδ. Άγρα και εκδ. Κέδρος

Θαρρώ πως ήτανε Κυριακή, 25 Μάρτη, η εθνική μας επέτειος, η γιορτή της Ανεξαρτησίας που την κερδίσανε με το αίμα τους οι πρόγονοί μας, που έπεσε το μάτι μου σε αυτή την εικόνα της κοπέλλας, τη ζωγραφιά, όπου

από το ένα της χέρι η όμορφη Λιμπερτάδ,
ζωσμένη παλάσκες,
κρατά την μαυροκόκκινη μπαντιέρα
κι από το άλλο της
την εθνική σημαία του Μεξικού,

και συλλογίστηκα πως αν αυτή την Κυριακή, ζωγράφιζε κάποιος στον τοίχο

ένα τόσο όμορφο κορίτσι,
την Ελευθερία, ζωσμένη παλάσκες,
στο ένα χέρι να κρατά την μαυροκόκκινη μπαντιέρα
και στο άλλο τη γαλανόλευκη,
την ποτισμένη αίμα,

θα ξεσηκώνονταν όλοι οι βολεμένοι υπάλληλοι πολυεθνικών και τα κωλόπαιδα που κάνουν τον αντάρτη μέχρι να γίνουν υπάλληλοι πολυεθνικών, και θα σκούζανε με τη στεγνή καρδιά τους, πως και γιατί τόλμησε η Ελευθερία να 'χει στις φλέβες της το αίμα των προγόνων απ' τον Καραϊσκο, μέχρι την Μαρία απ' τη Σπάρτη, τον Ορέστη απ' το Βόλο.

Γραμμένους τους έχω, στον άκλαστον μπούτζον του Καραϊσκου*, μόνο που ξέρω πως χρόνια στραγγαλίζουν τη λαϊκή φωνή, και έχω αγώνα να δώσω για το σύντροφό μου και τον αδελφό μου.
Έτσι, θυμήθηκα τον που εμπιστεύτηκε τη γαλανόλευκη στο Ζαπάτα και του τη φόρεσε στολίδι, κι είπα να γιορτάσω, τη μέρα αυτή την Αγία και Μεγάλη, της ευλογημένης επανάστασης, με αυτούς που τους αξίζει να είναι Έλληνες. Αυτοί που είναι ωραίοι σαν Έλληνες - για να θυμάται ο κόσμος πως είναι οι Έλληνες. Και θυμήθηκα τον Μακρυγιάννη όπου Έλληνες νογάει τους πολεμιστές και τους λοιπούς τους λέει Ρωμιούς, γιατί συνήθισαν να είναι ραγιάδες και ούτε τους περνάει από το νου να ισιώσουν το κορμί και ντούροι και καμαρωτοί να χαιρετήσουν το θάνατο.

και ξανά

«Η ελληνική Επανάσταση είναι η πιο πνευματική επανάσταση που έγινε στον κόσμο. Είναι αγιασμένη. […]

Η λευτεριά είναι η θεότητα που λατρεύει ο επαναστάτης και γι αυτήν χύνει το αίμα του. Μα τη λευτεριά, πολλές φορές, σαν την αποκτήσει ο επαναστάτης, δεν την μεταχειρίζεται για πνευματικούς σκοπούς, αλλά για να χαρεί την υλική ζωή μονάχα. Κοντά στην υλική ζωή έρχεται κι η πνευματική, μα τις περισσότερες φορές για πνευματική ζωή θεωρούνε οι άνθρωποι κάποιες απολαύσεις που είναι κι αυτές υλικές, κι ας φαίνουνται για πνευματικές.[…]

Για τις περισσότερες επαναστάσεις, οι αιτίες που τις κάνανε να ξεσπάσουνε ήτανε υλικές κι η ελευθερία που επιδιώξανε ήτανε προορισμένη να ικανοποιήσει μονάχα υλικές ανάγκες.

Η ελληνική όμως Επανάσταση είχε μεν για αιτία και τις υλικές στερήσεις και την κακοπάθηση του κορμιού, αλλά, πάνω από αυτές τις αιτίες είχε και κάποιες που ήταν καθαρά πνευματικές. Και πνευματικό, κατά τη γνώμη μου, αληθινά πνευματικό, είναι ότι έχει σχέση με το πνευματικό μέρος του ανθρώπου, με την ψυχή του, δηλαδή με τη θρησκεία. […]

Για τον έλληνα πίστη και πατρίδα είχανε γίνει ένα και το ίδιο πράγμα κ’ η λευτεριά που ποθούνε όλοι οι επαναστάτες, αλλά η λευτεριά να φυλάξουνε την αγιασμένη πίστη τους που μ αυτήν ελπίζανε να σώσουν την ψυχή τους. […]

Για τούτο, κατά τα χρόνια της σκλαβιάς, χιλιάδες παλληκάρια σφαχτήκανε και κρεμαστήκανε και παλουκωθήκανε για την πίστη τους,
αψηφώντας τη νεότητά τους, και μη δίνοντας σημασία στο κορμί τους και σε τούτη την πρόσκαιρη ζωή.

Στράτευμα ολάκερο είναι οι άγιοι νεομάρτυρες, που δε θανατωθήκανε για τα υλικά αγαθά τούτης της ζωής, αλλά για την πολύτιμη ψυχή τους, που γνωρίζανε ότι δε θα πεθάνει μαζί με το κορμί, αλλά θα ζήσει αιώνια".
του Αγίου μας Φωτίου του Κόντογλου

Βίβα Ζαπάτα

"Μόνο εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα διά την πατρίδα".

* "Τότε είδομεν εκπυρσοκρότησιν όπλου από τον ημέτερον στρατόν και ευθύς ο πυροβολήσας ανεμείχθει εις τον στρατόν. Αυτός ήτο ο τριςκατάρατος δολοφόνος του Καραϊσκου. Είδα τον Καραϊσκο κρατώντα τον δυο εκ δεξιών και δυο εξ αριστερών και τον μετέφερον εις το στρατοπεδαρχείον. Ο Καραίσκος αμα κατακλήθεις είπεν, -τούτο το ήκουσαν πολλοί- :

"Κλάστε μου τώρα τον μπούτζον".

**Στην τελευταία φωτογραφία, οι αναρχοχριστιανοί που πολέμησαν στο πλευρό του Ζαπάτα.

2 σχόλια. Εσείς τι λέτε;

Anonymous Ανώνυμος έφα...

Εεεεπ! ο Κόντογλου δεν έχει γίνει άγιος ...

Αλλά τέτοιες πνευματικές λαϊκές επαναστάσεις κι αντιστάσεις υπήρξαν κι άλλες στην ιστορία.

Τι θα 'λεγες για τους αρχαίους εκείνους Αιγύπτιους, που ξεσηκώθηκαν κάπου 2000 χρόνια π.Χ. και τα έκαναν λίμπα περί τον Νείλο, διεκδικώντας την αθανασία της ψυχής για όλο το λαό; - μέχρι τότε ήτανε βλέπεις προνόμιο μόνο των Φαραώ.

Τι θα έλεγες για τους Σάξωνες, που αρνήθηκαν και εκχριστιανιστούν βίαια από τον Καρλομάγνο - κι εσφάχτηκαν 40 χιλιάδες σε μια μέρα γι' αυτό;

3/27/2007 09:30:00 π.μ.  
Blogger Greg έφα...

Δεν φτιάξανε κράτος οι Αιγύπτιοι, για να φτιάξουν μετά το έθνος! (βλέπε Λιάκος...)

Άρα η ιστορία τους μας είναι αδιάφορη. Νά!

Οι Σάξωνες μετά, κατάφεραν να φτιάξουν φυλή και όχι έθνος. Πάλι αδιάφορον (σχετικά ...) μας είναι το φυλετικόν.

Θα επιμείνουμε με την ελληνική επανάσταση... :-D

3/27/2007 11:24:00 μ.μ.  

Την καλή σου την κουβέντα


πίσω στην κουζίνα...