14.1.06

Την αγάπη μου και μίαν καλύβην

για το Σραόσα και τα λιβερικά του
για το τραγί που χρειάζεται μια θάλασσα για τις πετρούλες
για τον Τσέλιγκα να μη στενοχωριέται για λαμαρίνες


Από τις Διαστάσεις η μεταφορά του ερωτήματος που έθεσε η Ομπζέρβερ σε μερικούς από τους γνωστότερους ταξιδιωτικούς συντάκτες: «Έχετε ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο. Αν σας έλεγαν να διαλέξετε έναν και μόνο τόπο όπου θα θέλατε να επιστρέψετε, ποιος θα ήταν;».

Δεν έχω, φυσικά, ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, μα έχω ταξιδέψει όσο μπόρεσα. Με λεωφορεία, με τραίνα, με αυτοκίνητα, με τουκ τουκ, με αεροπλάνα, με ελικόπτερα, με τα πόδια, με γαϊδουράκι, με καμήλα. Όμως, απ όλα τα ταξίδια, απ όλα, απ όλη την ομορφιά, είναι μόνο μια φωτογραφία που την πηγαινοφέρνω από γραφείο σε γραφείο. Όταν φεύγω μαζεύω τη φωτογραφία του αυτοκράτορα και μετά ξεκολλάω την φωτογραφία αυτή απ τον τοίχο. Είναι ο τόπος που θα ζήσω τα τελευταία χρόνια της ζωής μου, αν το αξιωθώ.

Είναι μια παραλία μικρή, κοντά στην κωμόπολη Ταμπού της Ακτής Ελεφαντοστού. Τρία τέσσερα χιλιόμετρα από τον κοντινότερο οικισμό. Κοντά στα σύνορα της (πουτ δη) Κοτ Ντ’ Ιβουάρ με τη Λιβερία. Είχα κατέβει εκεί το θέρος του 1996. Ήταν άσχημη εποχή, όλη η περιοχή των συνόρων, λίγο πιο πάνω απ το Ταμπού κι ως το βορειότερο σημείο, ήταν στρατόπεδα προσφύγων.

Θυμάμαι καθαρά τις πολλές ζωγραφιές του Μπομπ Μάρλεϋ στις λαμαρίνες ή τις ασβεστωμένες λάσπες των φτωχόσπιτων. Rastaman Vibrations, yeah… θυμάμαι δίμετρες, τρίμετρες μυρμυγκοφωλιές από κόκκινο χώμα. Θυμάμαι το κοτόπουλο κατζενού με τα τέσσερα διαφορετικά είδη καυτερής πιπεριάς. Θυμάμαι πως το Ταμπού ήταν μια νυσταγμένη κωμόπολη πριν γίνει προσφυγομάνα. Θυμάμαι που πρόσφυγες και ντόπιοι ανήκουν στην ίδια φυλή, τους Κρου. Θυμάμαι πως χτίζαν τις λασποκαλύβες μες σε λίγες ώρες. Το πατημένο χώμα, τα ξύλα, τη λάσπη, τα μπανανόφυλλα στη σκεπή.

Θυμάμαι το Γιώργο του Ταμπού, της Ταϋλάνδης, του Μπουρούντι. Θυμάμαι τη Φλωράνς να ανησυχεί αν παίρνω την αγωγή για την ελονοσία, θυμάμαι τα «παιδιά» της Σελίν φωτογραφίες κολλημένες στο προσκεφάλι της, τα δικά της κονίσματα, θυμάμαι το ροζάριο της που μετρούσε παρακλήσεις για τις ζωούλες και το χεράκι της φιλώ. Θυμάμαι την Εμμανουέλλα. Θυμάμαι το μουσακά με σολανόν το αφρικανικόν και κρέας πιθήκου που μ’ έβαλαν να μαγειρέψω – δεν είχε άλλο κρέας στην αγορά. Ήταν ευτυχισμένος ο Γιώργος. Είχε δυό χρόνια να έρθει στην πατρίδα «να φάει ελληνικό φαΐ της προκοπής».
Θυμάμαι τον Κερέκε που στα 10 του χρόνια έβγαινε με την πιρόγα στον ωκεανό να βγάλει το φαϊ της οικογένειας. Θυμάμαι την παρασίτωση που με ταλαιπώρησε κοντά δυό μήνες. Θυμάμαι το στρατόπεδο της έμπολα. Θυμάμαι τον πάδρε Εστέμπαν τον αρχεντίνο της θεολογίας της απελευθέρωσης που αναλάμβανε τα παιδιά δολοφόνους – οκτώ ετών, εννιά ετών – και αγωνιζόταν να τα κάνει παιδιά ξανά. Είχε έρθει για το μουσακά, καλεσμένος του Γιώργη μας. Πήγα να τον δω στο σχολειό του, με προσκάλεσε για την επομένη. Θυμάμαι πως χαίρεται τη μέρα που θα βρέξουν τα σεντόνια τους, παιδιά δέκα, δώδεκα χρονώ θα βρέξουν τα σεντόνια τους, γιατί «ξαναγυρίζουν στην παιδική ηλικία», γιατί δεν είναι πια δολοφόνοι.

Θυμάμαι τον Αδόλφο Μονέ. Ήταν 13 μηνών. Ούτε η σκόνη του δε θα χει μείνει πια. Θυμάμαι τον Αδόλφο Μονέ, τον ασθενή του AIDS, τον προφήτη μου και φύλακα άγγελό μου, ων έδωκεν εμοί ίνα άνθρωπος μείνω. Λέω συχνά την ιστορία του, την ιστορία μας, που μου έδειξε πόσο λίγη είμαι, πόσο μεγάλη ιδέα είχα για τον εαυτό μου. Τώρα σας ντρέπομαι, είστε καινούριοι φίλοι, μα ναι, λέω συχνά για τον Αδόλφο. Για να με μνημονεύει, για να πολεμάω τη σκληροκαρδία.

Θυμάμαι πως, όταν έφτασα κοντά στα όριά μου, πήγαμε για μπάνιο. Πρόταση του Γιώργου --με κατάλαβε. Πήγαμε στην παραλία Τοχολού, που μου σύστησε με την αξέχαστη φράση «τύφλα να χει το Μπακάρντι». Εδώ, αυτή.
Στο βάθος φαίνεται το αμάσητο λαντ κρουζερ. Εκεί, λίγο πιο πίσω απ την καλύβη μου. «Μου», ναι, «μου». Την έκλεισα - μου την υποσχέθηκε ο κατασκευαστής αυτοπροσώπως. Ο μόνος εργολάβος που συμπάθησα στη ζωή μου. Δηλαδή, υποσχέθηκε να μου χτίσει μία ολόιδια δίπλα για να κάνουμε παρέα, αλλά εμένα η καλύβη μου είναι αυτή που βλέπετε. Είναι αυτή στα όνειρά μου, απ έξω κάθομαι κι αγναντεύω τα κύματα του Ατλαντικού, κι ακούω την βουή τους και καμμιά φορά, σταματάω να μουρμουρίζω ουάν λαβ κι αρχίζω να μουρμουρίζω "τελειώνει ο ελληνικός καφές, να πάω αύριο στο χωριό να τσεκάρω τα μέηλ και να παραγγείλω απ τα διαδίκτυα". Είναι αυτή που ζω μαζί με ένα σοκολατένιο τόσο δα αγοράκι, το λένε Αδόλφο και το αγαπάω και του μαθαίνω γράμματα και με μαθαίνει το κόλπο να σκαρφαλώνω για καρύδες με τη μάχαιρα στο στόμα.

Ίσως ο εργολάβος δεχθεί να μου δώσει την παλιά και να προτιμήσει την καινούρια…

Του μπη κοντινιουντ (ουενέβερ) ουηθ παρτΤου, δη γκανάιαν αντβέντσα’

Η δεύτερη φωτογραφία μπορεί να είναι από το Ταμπού μπορεί όμως να είναι κι από τη Γκάνα. Δε θυμάμαι σίγουρα.

21 σχόλια. Εσείς τι λέτε;

Blogger Γνωμοδότης έφα...

;-)

Smitten!

1/14/2006 01:29:00 π.μ.  
Blogger τσέλιγκας έφα...

Θα δέχεσαι επισκέψεις έτσι;

1/14/2006 02:26:00 μ.μ.  
Blogger Αθήναιος έφα...

Πάντα είχα την υπόνοια ότι όσοι γράφουν για την Αφρική δεν έχουν πάει. Επιβεβαιώθηκα σήμερα. Άλλοι πάλι,γράφουν ανερυθρίαστα ότι η Αφρική δεν έχει πολιτισμό, δεν έχει κάν κουζίνα!!!!

Αποφεύγω να γράφω για κουζίνες που δεν έχω δοκιμάσει στον ίδιο τον τόπο που γεννήθηκαν οπότε αν ποτέ σας έρθει η όρεξη να γράψετε (μεταξύ άλλων) για τις κουζίνες των χωρών της Αφρικής που δοκιμάσατε θα σας είμαστε ευγνώμονες.

1/14/2006 02:35:00 μ.μ.  
Blogger Λακης Φουρουκλας έφα...

Την αγάπη μου και μίαν καλύβην; Όπως λέμε: Τη Γαλάτεια και μίαν καλύβην - Ν. Καζαντζάκης; Το κείμενο πραγματικά υπέροχο. Συνέχισε να μας ταξιδεύεις. Το κάνεις τόσο όμορφα...

1/14/2006 03:57:00 μ.μ.  
Blogger Juanita La Quejica έφα...

Περιμένουμε και την συνέχεια (ουενέβερ)!

1/14/2006 03:58:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

Γνωμοδότα έμαθα μια καινούρια λέξη σήμερα - ευχαριστώ!

Τσέλιγκα, βεβαίως, και θα σε αφήνω να κοιμάσαι στην αιώρα και να έρχεσαι μαζί μας για ψάρεμα.

Αθήναιε, η Αφρική, υπό τη Σαχάρα (γιατί οι άραβες εχουν κουζίνα, όχι αστεία!), έχει κουζίνα όπου οι αποικιοκράτες είχαν κουζίνα. Οι αποκλειστικά βρετανικές αποικίες χωρίς αραβικές επιρροές έχουν την χειρότερη. Αυτό, χοντρικά.

Κάποια πράγματα θα κοιτάξω να βάλω στο σήκουελ - πάντως η μεγαλύτερη μου πρόκληση ποτέ στην κουζίνα, ειλικρινά, ήταν αυτός ο μουσακας με κρέας πιθήκου που ψιλόκοψα μόνη, μελιτζανα αφρικάνικη πράσσινη και με έντονη οσμή, γιαμ και γάλα νεροβουβάλας και αγνώστου ρίζας (πάλι γιαμ;) αλεύρι στη μπεσαμέλ. Κι ο πάδρε Εστέμπαν να λέει πόσο ωραία είναι η *ελληνική* κουζίνα...

Αδαή, πολύ χαίρομαι που ήρθες - απολαμβάνω τις σελίδες σου και είμαι πολύ χαρούμενη που σου άρεσαν κι οι δικές μου.

Χουανίτα θα επισπεύσω για χάρη σου - είμαστε μελλοντικές συμβλογίστριες άλλωστε!

1/14/2006 06:09:00 μ.μ.  
Blogger kukuzelis έφα...

Μα τι πήγατε να κάνετε εκεί; Για να μην το γράφετε, είναι γιατί δεν θέλετε να το πείτε. Εντάξει. Αλλά εμένα αυτό με τρώει, ίσως είναι το σημαντικότερο, και ήθελα να το ξέρετε.

1/14/2006 07:14:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

(Ξέρετε, κάπταιν, έχω αρχίσει να πιστεύω πως είστε βισινόματος με τη βούλα).

Πήγα να πω "μας νοιάζει" - στον πληθυντικό.

Δε φτάνει, ξέρω, αλλά...

Ήθελα να σας πω κι άλλα ταξίδια λίγο έξω από το συνηθισμένο. Τώρα σκέφτομαι πως πάντα δε θα απαντώ το πιο καίριο ερώτημα... Να πω ή θα σας τρώει;

1/14/2006 07:33:00 μ.μ.  
Blogger Juanita La Quejica έφα...

Η εύλογη απορία δεν μας εμποδίζει να ευχαριστηθούμε το "ταξίδι".
Συνεπώς, όταν νοιώσετε ότι θέλετε να το μοιραστείτε μαζί μας, ή όταν σκάσουμε από περιέργεια, τότε θα λυθεί το μυστήριο.

1/14/2006 07:41:00 μ.μ.  
Blogger kukuzelis έφα...

...μάλλον πάντα κάτι θα μένει να με ροκανίζει. Είναι στον άνθρωπο ξέρετε.

1/14/2006 07:42:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

Χουανίτα πρόσεξε γιατί πληθυντικίζεις! :-) Σε ευχαριστώ, Χουανίτα μου.

Κάπταιν, πήγα γιατί γεννήθηκα χωρίς γραμμή της ζωής στο χέρι μου. Πήρα, λοιπόν, ένα μαχαίρι, και τη χάραξα μόνη μου. (Νταξ, κλεμμένο, αλλά έτσι γίνεται αν ένας χάρτινος άνδρας να στοιχειώνει τη ζωή ενός αγοροκόριτσου.)

Ουφ! νομίζω ότι τώρα τη λύσαμε την απορία όπως έπρεπε.

1/14/2006 07:53:00 μ.μ.  
Blogger kukuzelis έφα...

Αριστούργημα. Ήδη νοιώθω καλύτερα.

1/14/2006 08:11:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

Είναι επίτηδες η ίδια, Πάνο. Το έκανα επίτηδες -- είναι η εικόνα που έχω στο μυαλό μου, η εικόνα που κουβαλαω στις αλλαγες εργασιακού περιβάλλοντος.

Περιμένω το σχόλιο!

1/14/2006 10:20:00 μ.μ.  
Blogger xryc agripnia έφα...

Υπεροχο.-

1/14/2006 10:50:00 μ.μ.  
Blogger akindynos έφα...

«Έχετε ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο. Αν σας έλεγαν να διαλέξετε έναν και μόνο τόπο όπου θα θέλατε να επιστρέψετε, ποιος θα ήταν;»

Στο μέλλον η ερώτηση αυτή θα είναι τμήμα του τεστ Voight-Kampff.

Θα κάψει πολύ κόσμο. Εννοώ κοσμάκη με σάρκα και όστα. Θα απαντάνε «Στο The Mall φυσικά» και θα συνταξιοδοτούνται πάραυτα σαν ρέπλικες. Όχι εντελώς άδικα, αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί.

Υποθέτω κυρία Μιράντα, αν εμφανιστούν έμπροσθεν της θύρας της καλύβας σας ο Ντέκαρντ και η Ρέιτσελ, θα τους φιλέψετε καμιά καρύδα.

Στη Ρέιτσελ αρέσουν και τα πορτοκάλια αλλά φαντάζομαι δεν θα ευδοκιμούν εκεί.

1/14/2006 11:04:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

Ακίνδυνε έχει, έχει κάτι μικρά ζουμερά πορτοκαλάκια, τα πουλούν στο δρόμο να δροσιστείς, όμως πάντα προτιμούσα τους ανανάδες - όποιος νομίζει ότι έχει φάει ανανα πριν πάει στην Αφρική απατάται. (Τραγική η ειρωνία σας)

Πάνο, ευχαριστώ. Κυρίως γι αυτά που δεν.
Ξέρετε τον Πύρρο;

1/14/2006 11:13:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

Από το ημερολόγιο καταστρώματος, τότε, όμορφα παιδιά, και συγχωρέστε με που δε σας εμπιστεύτηκα αμέσως:

"Le bebe Adolfus Mone. Δεκατριών μηνών, ασθενής του AIDS. Γέννημα του βιασμού της μάνας του από τους αντάρτες. Η μάνα, 25 ετών, χήρα με άλλα τρία παιδιά, τον μισεί. Κι αυτός δεν τη θέλει,το νοιώθει, τη διώχνει. Η μάνα είναι εκεί γιατί τρώει, χάρη στον Αδόλφο. Τρώει πριν πεθάνει, πιο αργά από κείνον, αλλά όχι πολύ αργά.

Είναι τρομερά αδύναμος, προσπαθεί να σφίξει με τα χεράκια του τα δάχτυλα που του απλώνω, ίσα που τα κρατάει. Τον αγκαλιάζω. Εκείνη τη στιγμή μου λένε για το AIDS. Και για λίγο, αρκετό όμως για να τα βάλω με τον εαυτό μου, νοιώθω πως θέλω να τον αφήσω. Για λίγο φοβάμαι και θέλω να τον αφήσω. Στο τσακ σταματάω την κίνηση.

Δεν θέλει να φύγει, νικάω το αίσθημα, μένουμε αγκαλιά. Τα μάτια του δε δείχνουν τίποτε. Ούτε θλίψη, ούτε περιέργεια, ούτε καν ζωή. Τα μάτια του είναι νεκρά, αυτό δε μου χει ξανατύχει, το εξώφθαλμο τονίζει ακόμη περισσότερο αυτό το κενό, κι όμως ξέρω πως με βλέπει, και νοιώθω πως δε θέλει να φύγω. Le bebe Adolfus Mone".

Ακόμη ντρέπομαι που πρόδωσα το δάσκαλό μου.

1/14/2006 11:49:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

Είναι ένας γενναίος σαλονικιός γιατρός, έχει κάνει στο Μαλάουι, Πάνο -- τότε ήταν στη Μονρόβια. Ο τελευταίος που εγκατέλειψε την πόλη.

Σκέφτηκα ότι ίσως δεν ήταν τυχαία κάποια πράγματα.

1/14/2006 11:53:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

Archive, συγγνώμη που σου απαντώ εδώ κάτω -- με συνεπήρε ο ποταμός Πάνος κι έχασα το μπούσουλα!

Ευχαριστώ πολύ - πάρα πολύ.

1/15/2006 01:21:00 π.μ.  
Blogger alombar42 έφα...

Μιρανδολίς, κάθε φορά που διαβάζω ταξιδιωτικό σας, έστω και... μέρος του, όπως το παρόν, διακατέχομαι από ένα σύμπλεγμα, έναν κόμπο.
Από τη μία απολαμβάνω υπέροχες περιγραφές για σημεία που δεν έχω πάει κι από την άλλη ντρέπομαι που δεν κάθομαι να γράψω, να μοιραστώ κι εγώ.
Θα έρθει η ώρα πάντως - αλλά για να έχω να κοκορεύομαι οτι κάτι είπα...
Και στο Χαρτούμ έχει ενδιαφέρον, μια πόλη μισό ένδεια και μισό Αθήνα του 60 - λίγα χρόνια πριν.
Κόκκινη κορδέλα γύρω από το Meridien (γιατί το Χίλτον εκεί το έχει αποκηρύξει η αλυσίδα, αφού πρακτικά το έχει κατασχέσει η κυβέρνηση).
Οχι για λόγους εντυπωσιασμού αλλά για να μην κοιμούνται στο πεζοδρόμιό του.
Πολυτελές βελούδο καλύπτει νωχελικά την τεράστια οροφή στο φουαγιέ, αφήνοντας μόνο τον πολυέλαιο να λάμπει, προσπαθώντας να καλύψει τους λεκέδες (τετραγωνικά μέτρα λίγδας) του βελούδου.
Η εγκληματικότητα κοντά στο μηδέν (ισλαμική δικτατορία: κλέβει, κόψει χέρι). αλλά η καχυποψία εμφανής, για δυτικούς. Μέχρι εκεί βέβαια - ίσως φταίνε και οι καλές μου... συστάσεις.
Το πρωινό άψογο, αν και τα μισά ήταν αγνώστου προελεύσεως.
Είμαι στον 4ο όροφο και βλέπω στο απέναντι "οικοδομικό τετράγωνο" το μισό κτισμένο με ισόγεια ανισομεγέθη και ακανόνιστα κτίρια, μαγαζιά κυρίως αφού είμαστε περίπου στο κέντρο της πόλης.
Το άλλο μισό γεμάτο διαλυμένα τροχόσπιτα αγνώστου ηλικίας και τσαντήρια και δυο κατσίκες και κάτι κότες και βεβαίως οικογένειες, γύρω και μέσα.
Η ελληνική κοινότητα από τριαντακάτι χιλιάδες το 60, είναι σήμερα στα τριακόσια τόσα άτομα - έχουμε όμως Πρεσβεία.
Οι ζητιάνοι είναι πολυάριθμοι και κοινός τόπος - οι "έχοντες" ντόπιοι τους αντιμετωπίζουν απολύτως εχθρικά.
Με την άφιξή μου στο ξενοδοχείο (και όχι στο αεροδρόμιο, εκεί λαδώσαμε όπως όλοι) ζητούν έκδοση μιας προσωρινής άδειας, η οποία μπλα μπλα, δυο φωτογραφίες και είκοσι δολάρια.
Το μαγαζάκι με τις φωτογραφίες, κάτι σαν σύγχρονο φαστφιλμάδικο μέσα στην Βαρβάκειο...
Και σκόνη - για να είμαι πιο ρεαλιστικός, ΤΟΝΟΙ ΣΚΟΝΗΣ ΠΑΝΤΟΥ.
Ενα από τα μεγαλύτερα βιβλιοπωλεία, μεγάλο σε έκταση, ελάχιστα βιβλία (προφανώς και πλήρως λογοκριμένα) και ακόμα περισσότερη σκόνη, εντός και επί των βιβλίων.
Από τότε που απαγορεύτηκε το αλκοόλ, εκδιώχτηκε ουσιαστικά η ελληνική κοινότητα - σε πείσμα όμως, παραμένει ακόμα μια βάση, η οποία έχει τον τρόπο της και στο γλέντι και στο αλκοόλ, το οποίο ουδόλως μου έλειψε.
Κανείς δεν χρησιμοποιεί μπετόν (πλην των ευρωπαϊκών κτισμάτων, αλλά αυτά σε μελλοντικό ποστ). Ξέρετε γιατί; Επειδή η νοοτροπία είναι "έχω δέκα δραχμές και χτίζω ένα δωμάτιο - όταν βρω άλλες δέκα θα χτίσω το δεύτερο - δε χρειάζομαι πέντε μαζί".
Ο καταναλωτισμός δεν είχε φτάσει εκεί.
Πέντε μέρες ήταν μόνο, αλλά θα επανέλθω (αυτό ακούγεται σαν απειλή;)

Ευχαριστώ πάντως :)

1/15/2006 05:14:00 μ.μ.  
Blogger Mirandolina έφα...

Αλόβαρε, είμαι τυχερή που μας "ταξιδεύεις"από τα σχόλιά μου αλλά όντως οφείλεις να πραγματοποιήσεις την "απειλή" σου και να γραψεις γι αυτά το συντομότερο δυνατόν! (και θα ακούμε Ξυδάκη όσο θα σε διαβάζουμε...)

1/15/2006 05:30:00 μ.μ.  

Την καλή σου την κουβέντα


πίσω στην κουζίνα...