Personal History Χ
Μιραντολίνα, ντιζ πουά! Πάντα έτσι κέρδιζα – όταν έχανα. Τι νομίζετε, πως τίποτε δεν έμαθα στη ζωή μου;
Έχω ένα φίλο που θέλει να νικάει. Καθημασανατολίτης με δυτικά σουσούμια, δηλαδή. Όμως πολύ τον αγαπώ και δεν του χαλάω χατήρια. Τον αφήνω να νικάει. Δηλαδή, κερδίζω χάνοντας. Πολύ πεισμώνει μ αυτό, όταν δε γελάει τρυφερά μ αυτό. Ε, κι εγώ του δίνω χρόνο. Όσο περιμένω να παραδεχθεί την ήττα μου και να μετανοήσει για το σφάλμα της νίκης του, του μουρμουρίζω τραγουδάκια, ύμνους στην ομορφιά και τη μοναδικότητα του ετέρου κι ημετέρου.
Την προηγούμενη φορά που το έσκασε από την περιοχή ευθύνης της καρδιάς μου, του είχα μεταφράσει κάποια σίτζο(sijo). Σίτζο σημαίνει "εποχή" μα και "τραγούδι", στην κορεατική. Θα τα αδικούσα αν τα έλεγα κορεάτικα χαϊκού, αλλά νομίζω πιο εύκολα αντιλαμβάνεστε έτσι περί τίνος πρόκειται.
Τα σίτζο είναι τρίστιχα. Σε κάθε στίχο υπάρχει μια "ανάσα" που τον κόβει στα δυό. Βλέπετε, τα σίτζο δεν γράφτηκαν πρώτα- τραγουδήθηκαν. Οι στίχοι τους είναι κάτι μακρυνάρια να, με το συμπάθειο. Γι αυτό κι όλοι οι μεταφραστές τους τα τσακίζουν (τι φρίκη, ε;) ακριβώς στην ανάσα που λέγαμε. Έτσι, στις δυτικές συλλογές εμφανίζονται ως εξάστιχα ή, όταν ο κορεάτης καλλιτέχνης το έχει παρακάνει, ως οκτάστιχα.
Αυτό που συμβαίνει όταν πας να μεταφράσεις κορεάτικη ποίηση, χαρακτηρίζεται ειδεχθές ως έγκλημα. Οι μεταφραστές τους στην αγγλική, δηλώνουν πως κακοποιούν τη γλώσσα μεταφράζοντας. Κοινώς, η δική μου (δεύτερη) μετάφραση είναι ασέλγεια επί πτώματος (τόσον γοητευτικού ωστόσο!). Βλέπετε, η κορεατική είναι μία από τις πιο ποιητικές γλώσσες του κόσμου, μια γλώσσα που δε βιάζεται να περιγράψει την ομορφιά. Αυτό που εμείς λέμε (και μεταφράζουμε) "Άνοιξη" είναι ο "Ανατολικός Άνεμος του Τρίτου Φεγγαριού". (Άμα σου λέω οι ανατολίτες παραμυθάδες είναι που ξέρουν να σ αγκαλιάζουν στο σκοτάδι και να σε νανουρίζουν διώχνοντας όλους τους φόβους μακρυά…).
Με συγκινούν. Τόσο που ψάχνω να μάθω κορεάτικα.
Την προηγούμενη φορά μετάφρασα επτά σίτζο. Τώρα, επειδή μου υπέδειξε ότι πρέπει να ξαναχάσω, μετάφρασα άλλα τρία. Η μικρή ταύτη συλλογή μεταφρασμένων σίτζο, λοιπόν, ονομάζεται Συλλογή Χ (και χρόνια του πολλά και χρόνια πολλά σε όλους!).
Ι*
Μαργαριτάρια ας ήταν τα δάκρυά μου
να τα κρατούσα, να τα στοίβαζα ένα ένα
Όταν ξανάρθεις, όταν περάσει ο καιρός
σε μαργαριταρένιο κάστρο να χεις θρόνο
μα τούτα ειν’ σκέτα δάκρυα, που ούτε ίχνος δεν αφήνουν
δάκρυα αυτού που μένει ολομόναχος
ΙΙ
Μην την απλώσεις τη μικρή σου ψάθα
θέλω να κάτσω στα πεσμένα φύλλα
μην τον ανάψεις το δαυλό με το ρετσίνι
γύρισε το φεγγάρι που χτες είχε πνιγεί
μη συζητάς αν το κρασί μας ξύνισε
κι αν το λερώσαν οι βελόνες
που στάζουν απ τα πεύκα
βάλε να πιούμε - φτάνουν αυτά και περισσεύουν
ΙΙΙ
(του Κιμ Τονγκνυόνγκ - ηγέτη της αντίστασης στην Ιαπωνική κατοχή, το 16ο αι. Πέθανε στη φυλακή. Το σίτζο τούτο το έγραψε εκεί, σε ηλικία 28 ετών)
Το ανοιξιάτικο βουνό πήρε φωτιά
μπουμπούκια καίγονται κλειστά
Με το νερό θα σβήνανε
οι φλόγες του βουνού
Την άκαπνη φωτιά εντός μου μόνο
καν χείμαρρος δεν υπάρχει να τη σβήσει
ΙV
πήγαν τ αγόρια να μαζέψουν φτέρες
ειν’ άδειο πια το σύδεντρο με τα μπαμπού
ποιός θα μας βάλει στη σειρά
έτσι που σκορπιστήκαμε πιόνια και σκακιέρα?
Καλύτερη λοιπόν η μέθη στη ρίζα του πευκόδεντρου
παρά μια ακόμη αυγή που δε θα ξημερώσει αληθινά ποτέ
V
(Τσονγκ Μονγκου, <1337)
Ακόμη κι αν τούτο το σώμα πρέπει να πεθάνει
ακόμη κι αν χρειαστεί να το θρηνήσουν εκατό φορές
τα ολόλευκά μου κόκαλα να γίνουν τόσες σκόνη
η ψυχή μου ακόμη τόσες να υπάρξει ή να χαθεί
μη θα μπορούσε τούτη τη μια, η αδιαίρετη καρδιά
ν αλλάξει που φλέγεται από την πίστη της σε σένα, Κύριέ μου?
VI
(Γιου Χουιτσούν, >1530)
Ένα κλωνάκι μαϊντανό
έκοψα κι έπλυνα μονάχη
Δεν ήτανε για όποιον να ΄ναι
ήταν για σένα
η γεύση του ειν’ απαλή
γεύσου, ξανά δοκίμασε, και δες
VII
(Χουανγκ Τσίνι, αρχές 16ου αι. - θρυλικής ομορφιάς κορίτσι)
Εκείνο που ποθώ ειν’ οι γαλάζιοι λόφοι
τα πράσινα ρυάκια η αγάπη μου αγαπά
οι λόφοι οι ακίνητοι μπορούν να αλλάξουν κοίτη
στα ρυάκια που αδιάκοπα κυλούν;
κι όταν μονάχους τους αφήνουν, θρηνητικά,
μπορούνε άραγε τα ρυάκια να ξεχάσουν;
VIII
(Χο Σοκκυούν, 19ος αι.)
Είναι τώρα καιρός απ όταν έφυγες –
Μπας και μπόρεσα να σε ξεχάσω μια στιγμή;
Στην απαλή βροχή που αφήνεται στο ανοιξιάτικο ρυάκι
Οι πάπιες απολαμβάνουν τη ζωή
Τη νύχτα κρύα δάκρυα βαφτίζουν το άδειο μου προσκεφάλι
-- μα εσύ που να το μάθεις, αγαπημένε μου;
IX
Κιμ Σανυόνγκ (1561-1637)
«Αγάπη». Ψεύτρα λέξη.
Πως μ αγαπάς. Κι αυτό ένα ψέμμα.
«Ο αγαπημένος πάντα έρχεται στο όνειρό σου»
αυτό κι αν είν’ ψευτιά!
Πως θα μπορέσω εγώ, που αγρυπνώ,
Να ελπίσω να σε δω στα όνειρά μου;
X
(Χουάνγκ Τσινί, η κουκλάρα που λέγαμε)
Θα σπάσω δυό κομμάτια τη ραχοκοκαλιά
της ατελείωτης νύχτας του χειμώνα
Θα τα τυλίξω, θα τα κρύψω
Κάτω από την λεπτή κουβέρτα μου
Και τη νύχτα που πάλι η αγάπη μου θα έρθει να με βρει
Θα τα ξεθάψω να τα ενώσω, ο χρόνος να μακρύνει.
*Όπου δε γράφεται ποιητής, είναι Ανωνύμου του Κορεάτου.
Τα μεταφρασμένα σίτζο έχουν επιλεγεί από την συλλογή The Bamboo Grove, σε μετάφραση Richard Rutt και εισαγωγή του David R. McCann. Εκδόσεις Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, 1998. Όταν τα διάβασα κατάλαβα γιατί η Ορθοδοξία πάει τοσο καλά στην Κορέα (το υποψιαζόμουν από τότε που είδα τι γίνεται εκεί στις πορείες, αλλά το σιγούρεψα με την ποίηση, δηλαδή).
Έχω ένα φίλο που θέλει να νικάει. Καθημασανατολίτης με δυτικά σουσούμια, δηλαδή. Όμως πολύ τον αγαπώ και δεν του χαλάω χατήρια. Τον αφήνω να νικάει. Δηλαδή, κερδίζω χάνοντας. Πολύ πεισμώνει μ αυτό, όταν δε γελάει τρυφερά μ αυτό. Ε, κι εγώ του δίνω χρόνο. Όσο περιμένω να παραδεχθεί την ήττα μου και να μετανοήσει για το σφάλμα της νίκης του, του μουρμουρίζω τραγουδάκια, ύμνους στην ομορφιά και τη μοναδικότητα του ετέρου κι ημετέρου.
Την προηγούμενη φορά που το έσκασε από την περιοχή ευθύνης της καρδιάς μου, του είχα μεταφράσει κάποια σίτζο(sijo). Σίτζο σημαίνει "εποχή" μα και "τραγούδι", στην κορεατική. Θα τα αδικούσα αν τα έλεγα κορεάτικα χαϊκού, αλλά νομίζω πιο εύκολα αντιλαμβάνεστε έτσι περί τίνος πρόκειται.
Τα σίτζο είναι τρίστιχα. Σε κάθε στίχο υπάρχει μια "ανάσα" που τον κόβει στα δυό. Βλέπετε, τα σίτζο δεν γράφτηκαν πρώτα- τραγουδήθηκαν. Οι στίχοι τους είναι κάτι μακρυνάρια να, με το συμπάθειο. Γι αυτό κι όλοι οι μεταφραστές τους τα τσακίζουν (τι φρίκη, ε;) ακριβώς στην ανάσα που λέγαμε. Έτσι, στις δυτικές συλλογές εμφανίζονται ως εξάστιχα ή, όταν ο κορεάτης καλλιτέχνης το έχει παρακάνει, ως οκτάστιχα.
Αυτό που συμβαίνει όταν πας να μεταφράσεις κορεάτικη ποίηση, χαρακτηρίζεται ειδεχθές ως έγκλημα. Οι μεταφραστές τους στην αγγλική, δηλώνουν πως κακοποιούν τη γλώσσα μεταφράζοντας. Κοινώς, η δική μου (δεύτερη) μετάφραση είναι ασέλγεια επί πτώματος (τόσον γοητευτικού ωστόσο!). Βλέπετε, η κορεατική είναι μία από τις πιο ποιητικές γλώσσες του κόσμου, μια γλώσσα που δε βιάζεται να περιγράψει την ομορφιά. Αυτό που εμείς λέμε (και μεταφράζουμε) "Άνοιξη" είναι ο "Ανατολικός Άνεμος του Τρίτου Φεγγαριού". (Άμα σου λέω οι ανατολίτες παραμυθάδες είναι που ξέρουν να σ αγκαλιάζουν στο σκοτάδι και να σε νανουρίζουν διώχνοντας όλους τους φόβους μακρυά…).
Με συγκινούν. Τόσο που ψάχνω να μάθω κορεάτικα.
Την προηγούμενη φορά μετάφρασα επτά σίτζο. Τώρα, επειδή μου υπέδειξε ότι πρέπει να ξαναχάσω, μετάφρασα άλλα τρία. Η μικρή ταύτη συλλογή μεταφρασμένων σίτζο, λοιπόν, ονομάζεται Συλλογή Χ (και χρόνια του πολλά και χρόνια πολλά σε όλους!).
Ι*
Μαργαριτάρια ας ήταν τα δάκρυά μου
να τα κρατούσα, να τα στοίβαζα ένα ένα
Όταν ξανάρθεις, όταν περάσει ο καιρός
σε μαργαριταρένιο κάστρο να χεις θρόνο
μα τούτα ειν’ σκέτα δάκρυα, που ούτε ίχνος δεν αφήνουν
δάκρυα αυτού που μένει ολομόναχος
ΙΙ
Μην την απλώσεις τη μικρή σου ψάθα
θέλω να κάτσω στα πεσμένα φύλλα
μην τον ανάψεις το δαυλό με το ρετσίνι
γύρισε το φεγγάρι που χτες είχε πνιγεί
μη συζητάς αν το κρασί μας ξύνισε
κι αν το λερώσαν οι βελόνες
που στάζουν απ τα πεύκα
βάλε να πιούμε - φτάνουν αυτά και περισσεύουν
ΙΙΙ
(του Κιμ Τονγκνυόνγκ - ηγέτη της αντίστασης στην Ιαπωνική κατοχή, το 16ο αι. Πέθανε στη φυλακή. Το σίτζο τούτο το έγραψε εκεί, σε ηλικία 28 ετών)
Το ανοιξιάτικο βουνό πήρε φωτιά
μπουμπούκια καίγονται κλειστά
Με το νερό θα σβήνανε
οι φλόγες του βουνού
Την άκαπνη φωτιά εντός μου μόνο
καν χείμαρρος δεν υπάρχει να τη σβήσει
ΙV
πήγαν τ αγόρια να μαζέψουν φτέρες
ειν’ άδειο πια το σύδεντρο με τα μπαμπού
ποιός θα μας βάλει στη σειρά
έτσι που σκορπιστήκαμε πιόνια και σκακιέρα?
Καλύτερη λοιπόν η μέθη στη ρίζα του πευκόδεντρου
παρά μια ακόμη αυγή που δε θα ξημερώσει αληθινά ποτέ
V
(Τσονγκ Μονγκου, <1337)
Ακόμη κι αν τούτο το σώμα πρέπει να πεθάνει
ακόμη κι αν χρειαστεί να το θρηνήσουν εκατό φορές
τα ολόλευκά μου κόκαλα να γίνουν τόσες σκόνη
η ψυχή μου ακόμη τόσες να υπάρξει ή να χαθεί
μη θα μπορούσε τούτη τη μια, η αδιαίρετη καρδιά
ν αλλάξει που φλέγεται από την πίστη της σε σένα, Κύριέ μου?
VI
(Γιου Χουιτσούν, >1530)
Ένα κλωνάκι μαϊντανό
έκοψα κι έπλυνα μονάχη
Δεν ήτανε για όποιον να ΄ναι
ήταν για σένα
η γεύση του ειν’ απαλή
γεύσου, ξανά δοκίμασε, και δες
VII
(Χουανγκ Τσίνι, αρχές 16ου αι. - θρυλικής ομορφιάς κορίτσι)
Εκείνο που ποθώ ειν’ οι γαλάζιοι λόφοι
τα πράσινα ρυάκια η αγάπη μου αγαπά
οι λόφοι οι ακίνητοι μπορούν να αλλάξουν κοίτη
στα ρυάκια που αδιάκοπα κυλούν;
κι όταν μονάχους τους αφήνουν, θρηνητικά,
μπορούνε άραγε τα ρυάκια να ξεχάσουν;
VIII
(Χο Σοκκυούν, 19ος αι.)
Είναι τώρα καιρός απ όταν έφυγες –
Μπας και μπόρεσα να σε ξεχάσω μια στιγμή;
Στην απαλή βροχή που αφήνεται στο ανοιξιάτικο ρυάκι
Οι πάπιες απολαμβάνουν τη ζωή
Τη νύχτα κρύα δάκρυα βαφτίζουν το άδειο μου προσκεφάλι
-- μα εσύ που να το μάθεις, αγαπημένε μου;
IX
Κιμ Σανυόνγκ (1561-1637)
«Αγάπη». Ψεύτρα λέξη.
Πως μ αγαπάς. Κι αυτό ένα ψέμμα.
«Ο αγαπημένος πάντα έρχεται στο όνειρό σου»
αυτό κι αν είν’ ψευτιά!
Πως θα μπορέσω εγώ, που αγρυπνώ,
Να ελπίσω να σε δω στα όνειρά μου;
X
(Χουάνγκ Τσινί, η κουκλάρα που λέγαμε)
Θα σπάσω δυό κομμάτια τη ραχοκοκαλιά
της ατελείωτης νύχτας του χειμώνα
Θα τα τυλίξω, θα τα κρύψω
Κάτω από την λεπτή κουβέρτα μου
Και τη νύχτα που πάλι η αγάπη μου θα έρθει να με βρει
Θα τα ξεθάψω να τα ενώσω, ο χρόνος να μακρύνει.
*Όπου δε γράφεται ποιητής, είναι Ανωνύμου του Κορεάτου.
Τα μεταφρασμένα σίτζο έχουν επιλεγεί από την συλλογή The Bamboo Grove, σε μετάφραση Richard Rutt και εισαγωγή του David R. McCann. Εκδόσεις Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, 1998. Όταν τα διάβασα κατάλαβα γιατί η Ορθοδοξία πάει τοσο καλά στην Κορέα (το υποψιαζόμουν από τότε που είδα τι γίνεται εκεί στις πορείες, αλλά το σιγούρεψα με την ποίηση, δηλαδή).
21 σχόλια. Εσείς τι λέτε;
το ομολογώ. ζηλεύω τον φίλο σου που ακούει αυτά τα λόγια. αλλά χαίρομαι που τα λέτε εσείς, μιραντό. οπότε και ο φίλος σας είναι φίλος μου, κι ας τον ζηλεύω. τί ωραίο χριστουγεννιάτικο δώρο. χρόνια πολλά.
Πολύβιε, είσαι για σκανταλιά; Λέω, να μένουμε εμείς, δηλαδή παιδιά ενώπιον των θυρών της Παράδεισος, αν θες κι εσύ, και όποιο από τ αλλα παιδακια.
Δηλαδή, τώρα στο διάλειμμα έρχομαι δειλά και, με πεσμένη τη μια κάλτσα και το κοκκαλάκι το ένα στα απωλεσθέντα, ρωτώ:
Πολύβιε, θες να γίνουμε φίλοι;
Και έχω κοκκινήσει ολόκληρη και κοιτάω κάτω κι ανακαλύπτω το λυμένο μου κορδόνι, αλλά δε με νοιάζει, είμαι ολη αυτιά.
... κι εγώ να απαντώ κοιτάζοντας λοξώς το ταβάνι, αλλά με το άσπρο των ματιών μου τη ματιά σας, ψάχνοντας για την τρύπα στο ριγέ κιτρινογάλαζο μπλουζάκι που φορούσα στο κρυφτό, "θέλω, αλλά να μη το μαρτυρήσετε εις τους φίλους μου, διότι θα ζηλέψουνε κι αυτοί".
Πάνο ευχαριστώ για την ηράκλεια προσπάθειά σας να με ανεβάσετε. Με σας που έμπλεξα, ευχαριστώ το Θεό που έπεσα μικρή στη μαρμίτα με το ακαταλόγιστο (αμέσως μετά την πτώση στη μαρμίτα με τη χαρά - δεν ήταν να δω μαρμίτα..) κι έτσι δεν κινδυνεύω να καβαλήσω το καλάμι!
Σήμερα είναι γεννέσιον Αγίου Πέτρου του Κροπότκιν, Πολύβιε. Θα το θυμάμαι πότε γίναμε φίλοι εύκολα δηλαδή! Και δε θα το πω σε κανένα, μη φοβάστε! (το σαλόνι είναι όλο κιτρινογάλαζο 70ς εντάσεων- ο πιο αγαπημένος μου συνδυασμός).
Τα έκανα σκονάκι.
Ηλίας
A miracle by Mirandolina.
Αλήθεια?
αυτοί οι Ανατολίτες σε νανουρίζουν και σου διώχνουν τους φόβους μακρυά?
Σε Οτιδήποτε εκφράζει αυτή την έντεχνη παιδικότητα λέμε ΝΑΙ!!!!!!!!!
Ηλία πέστε ότι τα κάνατε εσείς μετάφραση αν τα απαγγείλετε όπου δει -- εμείς οι αναρχικοί του άναρχου τρώμε από την κοινήν τράπεζα του λαϊκού βιώματος πάντα, νεσπα;
Κώστα, ευχαριστώ.
Με ματωμένα γόνατα σας γράφω καθε μέρα, τι νομίζεις;
Ναι, αλλά εκείνος μεταφράζεται μόνος του, αν θέλει, Πάνο! Ενώ οι κορεάτες μου έχουν μείνει αμετάφραστοι ως τώρα.
(Τι να σημαίνει Χιουντάι άραγε;)
Μόλις προσέθεσα τις "διαταραχές" στην αλυσίδα των ευλογς μου. Σχεδόν κάθε μέρα προσθέτω κι ένα -- θέλω να ρίχνω μια ματιά πρώτα, έχει τόσα πολλά! Καθόλου μικρή δεν είναι η ευλογόσφαιρα, θέλω να πω.
Eχω μείνει άφωνος...Δηλαδή πραγματικά
άφωνος!
Χαίρομαι επίσης που με θεωρείτε φίλο
σας...εσείς ο ανάρχας και ο φίλος σας.
Tις Ευλογίες του Κρυπτοχριστιανού Πάνου να έχουμε.
Κι εγώ χαίρομαι, πολύ χαίρομαι που είστε φίλος μας. Κι ελπίζω το "άφωνος" να μην είναι "κυριολεκτικά" αλλά μεταφορικά. Αν όμως, τότε τσαγάκια πράσσινα ή άσπρα με μέλι και ηρεμία -- ποιός θα ψάλλει ευλόγως το Χριστούλη μας αν πάθετε τίποτε; Και να φταίω εγώ; Θα είμαι ασυγχώρητη!
Μία από τις μεγαλύτερες ηδονές σε αυτή τη ζωή είναι η ακρόαση του ήχου που κάνουν οι προκαταλήψεις που κουβαλούμε στο κεφάλι μας κ στην καρδιά μας όταν σπάζουν κ καταρρέουν.
Μία από τις δικές μου, που δεν ντρέπομαι κιόλας να την εκφράζω δημόσια είναι η Άπω Ανατολή κ ο κόσμος της. Μου φαίνεται βάρβαρος.΄
Όμως τελευταία όλο κ κάτι γίνεται, ένα ποστ εδώ, άλλο εκεί, κ κάτι φορές "τ'αυτιά" μου πιάνουν κάτι αδιαόρατα τριξίματα στο οικοδόμημα της προκατάληψης.Εσείς ειδικά Μιραντολίνα μου το κάνετε συχνά αυτό.
Η ποίηση είναι ο πιο αποτελεσματικός πολιορκητικός κριός.
Ευχαριστώ! Μου βάλατε στο στόμα μια μπουκιά που ποτέ μου δε θα έβαζα από μόνος μου κ θα έχανα, βέβαια.
Ευχαριστώ, Αθήναιε -- η Κορέα είναι πολύ όμορφη πατρίδα, να ξέρετε. Και κουζινικώς καταπληκτική.
Και να συμπληρώσω κι εγώ και κινηματογραφικώς ποιητικοί οι Κορεάτες.
Πολύ όμορφοι οι στίχοι που μας χάρισες Μιραντολίνα, ένα (ακόμα) ποτήρι στην υγειά σου:)
Κοπίτο μου, γειά μας και άσπρο πάτο!
Ὡραιότατα! ( Ἰδίως τὰ δύο πρῶτα, μοῦ ἄρεσαν πάρα πολύ.) Καὶ εὐχαριστοῦμε.
Καλὰ Χριστούγεννα καὶ ἀπὸ ἐμένα.
Υ.Γ. [Εἶναι ὁλίγον βάρβαρος ἡ διατάραξις ἀπὸ ἐμβριθὴ ἤ μὴ σχόλια τοῦ αἰσθήματος τῆς ὀμορφιᾶς ποὺ αφήνουν τὰ ποιηματίδια αὐτά οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἡ φροντὶδα τῆς παρουσιάσεως καὶ ἀφιερώσεώς των..., καὶ καλὸν θὰ ἦτο ἴσως τὸ ὑστερόγραφον νὰ λείπει, ἀλλὰ -φεῦ- ποῦ ἡ ἀπωανατολίτικη αὐτοσυγκράτησις...!] Κατ᾿ ἀντιστοιχίαν μὲ τὸ ὑπὸ τοῦ Ἀθηναίου προειρηθέν, τοὺς ἀπωανατολίτες τοὺς ἐκτιμούσα κυρίως γιὰ... θρίλερ τρόμου, ὅ,τι σαμουραϊοειδές, βεβαίως, καὶ ἄλλα τέτοια. (Ὅταν λέγω θρίλερ, δὲν ἐννοῶ νὰ δοκιμάσω καὶ κορεατικὴ κουζίνα· ὅλα ἔχουν τὰ ὄριά τους!) Αὐτὰ ὑπὸ τῦπον ἀστείου. Ἀλλὰ, περὶ σκληρότητος, γιὰ τὴν ὁποῖα ἔγινε λόγος, δὲν ξέρω· μήπως καμμιὰ φορὰ συμβαδίζει μὲ τὴν εὐαισθησία; Ὅταν κάποιος ἔχει ἀναπτύξει τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα, τὴν αὐτοπειθαρχία, τὴν ἀρμονία μὲ τὸν κόσμο, τὴν ἐσωτερικότητα, ὅ,τι θέλετε, ποὺ τὸν κάνουν ἰκανὸ σήμερα νὰ πίνει καὶ αὔριο νὰ βυθίσει τὸ ξίφος στὴν ἴδια τὴν κοιλιὰ του (βαρβαρότητα νὰ τὸ ὀνομάσουμε αὐτὸ;), δὲν ξέρω, ἴσως ἔχει ἀναπτύξει μεγίστη εὐαισθησία ὥστε νὰ ἐκτιμᾶ τὸ ἁπλὸ κρασὶ μὲ τὶς πευκοβελόνες, ποὺ λέει καὶ τὸ ποιηματάκι, ποὺ πίνει σήμερα, σὰν νὰ εἶναι τὸ μέγιστο ἀγαθὸν ποὺ δικαιώνει μία ζωὴ (ἀλλὰ καὶ μεγίστη εὐαισθησία καὶ λεπτότητα, προσοχὴ καὶ ἐκτίμηση τῆς λεπτομέρειας κλπ κλπ γιὰ νὰ ἀκολουθεῖ ἕναν ἀπαιτητικὸ δρόμο πνευματικῆς πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ἀσκήσεως καὶ πειθαρχίας). Θέλω νὰ πῶ, ἡ ὑπέροχη αὐτὴ λεπτότης καὶ εὐαισθησία κάθε ἄλλο παρὰ χαζοχαρούμενη, ἐλαφρὴ δηλαδή, συναισθηματικότητα εἶναι (ὄχι πὼς εἶπε κάποιος κάτι τέτοιο)· καὶ δὲν ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν ἀπωανατολιτῶν, τὴν αὐτοπειθαρχία, τὴν ἐσωτερικότητα· κάθε ἄλλο. Ἴσως μποροῦμε νὰ δοῦμε καὶ μία ἀντιστοιχία μὲ αὐτὸ ποὺ λένε γιὰ τὶς ἀπωανατολικές πολεμικὲς τέχνες καὶ φιλοσοφία· ὅ,τι ἡ ἐλευθερία ἐπιτυγχάνεται, περνᾶ πρώτα μέσα ἀπὸ τὴν ἀπόλυτη αὐτοπειθαρχία καὶ ὑποταγὴ (καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν ἀναρχικὴ ἀσυδοσία)· ἀλλὰ αὐτὸ δὲν λέγουν καὶ ὅλοι οἱ ἀσκητές;
Snowflake ἔφη: «Κινηματογραφικῶς ποιητικὴ»... ποιητική, ἀναμφιβόλως, ἄν καὶ μὲ τὸ «Νησὶ», τὸ ὁποῖον εἶδα προσφάτως, ἀκόμα νιώθω τὸ ψαροκόκκαλο στὸν λαιμό· ἄντε δοκίμασε κορεατικὴ κουζίνα τῶρα!
Α, όλα κι όλα, Καλλίμαχε. Άλλο κατσαπλιάς Καραϊσκάκης (τ’ αγόριμ’ τα όμορφο) κι άλλο σαμουράης. Μην ακούς τον Πολύδωρα σ αυτά.
Ο Σαμουράης είναι ολίγον βαρβαρουά. Κάνει σεπούκου (το λέμε χαρακίρι) και νομίζει ότι έτσι προσβάλει τον εχθρό και έχει τιμητικό θάνατο. Ο ρωμηός ήρως δείχνει τον πωπό του και γράφει εις τον μπουτζον του, ακόμη και την ώρα του θανάτου. Ο Αίαντας που σαμουραϊζει θεωρείται προΟμηρικό ηρωικό πρότυπο.
Θα μου πεις, ο ρωμηός στήνει αρκάδια και κούγκια κάποτε, αλλά τότε μιλάμε για την ακραία και σπάνια των περιπτώσεων. Και τότε, όμως, επιλέγουμε. Είμαστε κοινωνία ελευθερών σκλάβων, πάει να πει.
Είναι βαρβαρότητα το σεπούκου, διότι δεν επιτρέπει πνευματικήν επιλογή. Επιβάλεται κοινωνικά, ηθικά, ταξικά, εκ των άνω. Είναι βαρβαρότητα διότι δεν αναγνωρίζει καμμία ελευθερία της αυτοδιάθεσης στον άνθρωπο. Είναι τόσο βαρβαρότητα όσο κι εκείνο το χυδαίο το προτεστάντικο "Εδώ στεκόμαστε, αλλού δεν δυνάμεθα".
Δυνάμεθα και παραδινάμεθα , σου λέει ο εκάστοτε Καραϊσκάκης, γιός της καλόγριας (κορυφαίο αυτό από μόνο του). Ένα σωρό εκδοχές παίζουν,
από τον ρίψασπι Αρχίλοχο, που, όμως, ήξερε να γράφει ποιήματα οπότε τον είδαμε σα γραφικό μετροσέξουαλ καλλιτέχνη της εποχής και τον αφήσαμε να παίζει στο γάμο του Καραγκιόζη,
ως το «θα φάω όσους μπορώ κι ύστερα ας με φάνε» (παπαΦλέσσας – υπέροχος καραψεύταρος)
ως το «θα πεθάνουμε να μη μαγαριστούμε» (σαν το Σαμουήλ στο Κούγκι).
Και το Κούγκι και το Αρκάδι δεν φέρνουν του σεπούκου όμως, διότι στα καθ ημάς δεν είναι ντροπή για κανέναν να πεθάνεις στην πόρτα του ή εξαιτίας του (αντιθέτως, στην πατρίδα μου Ιρλανδία, αποτελεί έσχατη προσβολή να πεθάνεις εξαιτίας κάποιου – γι αυτό κι οι ιρλαντέζοι μου ανακάλυψαν την απεργία πείνας).
Τα περί ασκήσεως και πειθαρχίας, εμείς τα αφήνουμε στους ασκητές μας. Τον ήρωα τον θέλουμε κούκλαρο, κατσαπλιά, γυναικά, τον έχουμε ήρωα διότι είναι λάρζ το αγόρι, από τον Αχιλλέα ως τον Καραϊσκάκη (τι αγόρια, όμως, ε; αν είναι να κολαστώ, θέλω μόνο μαζί τους).
Μυσγάγγεια απερινόητος, σου λέει. Κι αριστοτελική λογική μαζί, προσθέτω η τσιφτευτελής. Εμ, τι!
Υγ Στην αγάπη της καθημασανατολίτισσας αυτοσυγκράτηση δεν χωρεί. [Καλλίμαχε και τούτο: ξες πως είναι να για τον κορεάτη να τ
ον λες ιάπωνα; σα να σε πω εσένα Τούρκο, ένα πράγμα!]
Μετά το τελευταίο σας σχόλιο, μας πήρατε και τα ρέστα Mirandolina και πάμε γιά καινούργια κάβα.Δείξτε μια ..οικονομία γιατί ανεβάσατε ψιλά το τζόγο.
Ηλίας
Ηλία, υπερβάλετε αλλά ευχαριστώ, καλοσύνη σας.
Με ιώτα Πάνο, έχετε απόλυτο δίκηο (και κάτι τόνοι μου φύγαν και κάτι διαστήματα -- φταίει που παθιάζομαι μερικές φορές, να με σχωρνάτε).
Ολο το ανέβαλλα, αλλά τώρα το διάβασα - ρέστα πρώτα για το σχόλιο βεβαίως :)
Με όλο το θάρρος τώρα...
αου) "Άνοιξη" είναι ο "Ανατολικός Άνεμος του Τρίτου Φεγγαριού".
Αν δεχθούμε οτι και οι δύο αυτές (και άλλες ίσως) εκδοχές εκφράζουν το ίδιο πράγμα, τότε το μόνο συμπέρασμα είναι οτι δεν φτιάχνει η γλώσσα το ταξίδι, αλλά ο ταξιδευτής-χρονογράφος.
βου) Εχω την υποψία οτι οι σχιστομάτικες οπτικές γωνίες δεν είναι ακριβώς αντιμαχόμενες με τα του οίκου μας. Παρότι η αποσπασματική γνώση τους δεν μου επιτρέπει πραγματική κριτκή, η εντύπωση που έχω είναι περί αλληλοσυμπληρώματος. Σαν το καλό κρεββάτι ένα πράμα.
γου) Ο πολυταξιδεμένος μεσήλιξ νίντζα φτάνει στο τέλος της εκπαίδευσής του και συναντά το γέροντα που θα του δείξει το κερασάκι της τούρτας, το "σώμα του βράχου".
Ο γέροντας καλεί ένα νέο μαθητή και του λέει "αυτοκτόνα". Ο νέος αυτοκτονεί τηρώντας όλο το τυπικό.
- Αυτό παιδί μου είναι το σώμα του βράχου.
(Ναι, έρχεται κάπως σε αντίθεση με τα καθ' ημάς και ίσως με την προηγούμενη ρήση μου, είναι όμως απλά μια σταγόνα στον ωκεανό)
Αλόβαρέ μου,
Αου) ο ταξιδευτής-χρονογράφος είναι παιδί της γης και της παράδοσής του. Τόσα χρόνια, λόγω τιμής, ελάχιστους μεγάλους συνάντησα στα διαβάσματά μου, που να μην έχουν βαθιά αγάπη και βαθύ σεβασμό της πατρίδας τους (όχι του κράτους – της πατρίδας). Μπορεί να είναι και τυχαίο, αλλά δεν νομίζω.
Και, όπως πίσω από όλη τη δυτική γραμματεία βρίσκεται ο Όμηρος (και το ανατολικό μεσογειακό φως κι η ήρεμη φύση) και για να ξαναγεννηθεί πρωτότυπο χρειάστηκε η γλώσσα του Ομήρου να αναγεννηθεί -- οπότε Καβάφης – έτσι και πίσω από την ανατολική γραμματεία βρίσκονται αντίστοιχοι πατριάρχες οι οποίοι όμως διαμορφώνονται από την εκεί φύση με τα ακραία της φαινόμενα (σεισμοί, τσουνάμια, ανθρωποφάγα κτήνη) και γίνονται περιγραφικότερα (σικ) ποιητικοί, γιατί ο τόπος δεν τους επιτρέπει την επιστήμη όμως τους επιτρέπει κυρίαρχη σχέση με τη θρησκεία. (Κι επειδή αυτά είναι προσωπικές ερμηνείες, μπορεί να λέω απίστευτες ανοησίες τώρα).
Βου) Οι ανατολίτες είναι τόσο κοντά μας όσο κι οι δυτικοί. Είναι το παραμυθένιο, ποιητικό, ερωτικό έως λάγνο, μισό μας. Δεν είν καλό να υπερτονίζεται καμμία σχέση από τις δύο – αυτή με την ανατολή ή αυτή με την λογική, τετράγωνη, πρόωρη στην εκσπερμάτιση κι ενοχική δύση – γιατί χάνουμε την ισορροπία (εσυ εβαλες τα κρεββάτια στο παιγνίδι, οπότε μην ακούσω παράπονα, έτσι;). Γι αυτό όποτε το ένα μας μισό υπερτονίζεται γίνεται ιδεολογικός εμφύλιος…
Γου) Στο ρωμέικο, όταν ο άνδρας φτάνει στο τέλος της αναζήτησής του, συναντά τη γυναίκα.
Ανοίγουμε μεγάλη συζήτηση που δεν θα χωρέσει εδώ μέσα :)
Θα περιοριστώ να προλάβω πιθανή παρεξήγηση:
αου) Ηθελα απλώς να πω οτι η τέχνη χειρισμού της γλώσσας μπορεί να εφαρμόζεται σε κάθε γλώσσα (όταν πρόκειται για ποίηση ένα πλούσιο παρελθόν της γλώσσας ίσως δίνει καλύτερο έδαφος). Τα βιώματα και η τέχνη του ποιητή-ταξιδευτή κάνει τη διαφορά.
βου και γου) Αφιερωμένο εξαιρετικά
Την καλή σου την κουβέντα
πίσω στην κουζίνα...