Ευαγγελική περικοπή
Κυριακή. Άγιος Παντελεήμων Αχαρνών. Γύρω στις 9.30 το πρωί. Μνημόσυνο για τον πατέρα ενός αγαπημένου φίλου κι αδελφού.
Μπαίνουμε από το πλάι, ασπαζόμαστε βυζαντινές φορητές εικόνες πριν μας μπουκώσει χαλασμένα χρώματα η «αγιογραφία» του ναού, πριν μας πονοκεφαλιάσει η κακή ακουστική του. Ο γέροντας που μιλάει αργά και καθαρά για τα δαιμόνια του σύγχρονου κόσμου, μάλλον προσπαθεί να μας προστατέψει από τη μικροφωνική. Και, μαζί προσπαθεί να γίνει κατανοητός από το δίγλωσσο εκκλησίασμα, εκείνους που μαθαίνουν τα ελληνικά τώρα, στη δεύτερη αυτή πατρίδα της ανάγκης.
Αν μπεις από την κεντρική είσοδο του ναού, θα σε υποδεχθούν ο Χριστός μας κι η Παναγιά μας, στα ρώσικα. Δύο παραδοσιακές ρώσικες εικόνες. Αν μπεις από την κεντρική είσοδο θα καταλάβεις πως η εκκλησία αλλάζει, ομορφαίνει, ποικίλλεται, από κορίτσια με μαντήλι όμορφα δεμένο στα μαλλιά, κατά την παράδοσή τους, από μωράκια που τρεχαλίζουν μιλώντας τα πρώτα τους ελληνικά σε μαμάδες που τους απαντούν στα ρώσικα, από μεσόκοπες γυναίκες, κουρασμένες, με χέρια σκαμμένα από το χλώριο, που μόνο εδώ μπορούν να ξαποστάσουν την ψυχή τους, απο άνδρες ξανθούς, δεμένους, που κρατούν τα μάτια χαμηλά.
Τελειώνει η λειτουργία, μοιράζεται αντίδωρο, τελειώνουν τα μνημόσυνα. Βαδίζουμε να ασπαστούμε τις εικόνες ένα γύρο. Πίσω, στο μισοσκόταδο πλάι στην κυρία είσοδο, δυό βήματα από την ρούσσα Παναγιά, ένας νεαρός ιερέας, ρωσάκι κλαράκι μες στο καινούριο ράσο του, παρηγορεί μια μάνα μεγάλη, σκυμμένη, διπλωμένη στα δυό, γίνεται φωτιά και παράκληση για χάρη της. Η γυναίκα τον ευχαριστεί κι ύστερα ανοίγει και κοιτάει την αριστερή της παλάμη, έχει μέσα λίγα ευρώ και λεπτά, ψάχνει με το δεξί της χέρι, ξεχωρίζει στην άκρη λίγα κέρματα, να τα δώσει στον ιερέα της. Εκείνος της κάνει νόημα όχι, Όχι, στρίβει απότομα και πάει να φύγει, μα η γυναίκα τον αρπάζει ικετευτικά από το ράσο, τον οβολό της να δώσει για όποιον έχει ανάγκη – δεν μπορεί να της το αρνηθεί!
Είμαστε χριστιανοί πολυτελείας, σκέφτομαι. Παράδοση και χορωδίες και αγιογραφήσεις ο πόνος κι ο καϋμός μας. Κι ο Θεός να δώσει αυτός να μείνει, δηλαδή, γιατί είμαστε αδύναμοι άνθρωποι, φτυνήνανε οι πλάτες μας και δεν αντέχουν καν το βάρος της κοινωνίας... Ο Θεός, που φροντίζει η αχάριστη εγώ να παρακολουθήσω live in a church near me την αλήθεια της παραβολής.
Κυριακή. Άγιος Παντελεήμων Αχαρνών.
Είναι ωραία που βρεθήκαμε, αδελφοί μου.
Μπαίνουμε από το πλάι, ασπαζόμαστε βυζαντινές φορητές εικόνες πριν μας μπουκώσει χαλασμένα χρώματα η «αγιογραφία» του ναού, πριν μας πονοκεφαλιάσει η κακή ακουστική του. Ο γέροντας που μιλάει αργά και καθαρά για τα δαιμόνια του σύγχρονου κόσμου, μάλλον προσπαθεί να μας προστατέψει από τη μικροφωνική. Και, μαζί προσπαθεί να γίνει κατανοητός από το δίγλωσσο εκκλησίασμα, εκείνους που μαθαίνουν τα ελληνικά τώρα, στη δεύτερη αυτή πατρίδα της ανάγκης.
Αν μπεις από την κεντρική είσοδο του ναού, θα σε υποδεχθούν ο Χριστός μας κι η Παναγιά μας, στα ρώσικα. Δύο παραδοσιακές ρώσικες εικόνες. Αν μπεις από την κεντρική είσοδο θα καταλάβεις πως η εκκλησία αλλάζει, ομορφαίνει, ποικίλλεται, από κορίτσια με μαντήλι όμορφα δεμένο στα μαλλιά, κατά την παράδοσή τους, από μωράκια που τρεχαλίζουν μιλώντας τα πρώτα τους ελληνικά σε μαμάδες που τους απαντούν στα ρώσικα, από μεσόκοπες γυναίκες, κουρασμένες, με χέρια σκαμμένα από το χλώριο, που μόνο εδώ μπορούν να ξαποστάσουν την ψυχή τους, απο άνδρες ξανθούς, δεμένους, που κρατούν τα μάτια χαμηλά.
Τελειώνει η λειτουργία, μοιράζεται αντίδωρο, τελειώνουν τα μνημόσυνα. Βαδίζουμε να ασπαστούμε τις εικόνες ένα γύρο. Πίσω, στο μισοσκόταδο πλάι στην κυρία είσοδο, δυό βήματα από την ρούσσα Παναγιά, ένας νεαρός ιερέας, ρωσάκι κλαράκι μες στο καινούριο ράσο του, παρηγορεί μια μάνα μεγάλη, σκυμμένη, διπλωμένη στα δυό, γίνεται φωτιά και παράκληση για χάρη της. Η γυναίκα τον ευχαριστεί κι ύστερα ανοίγει και κοιτάει την αριστερή της παλάμη, έχει μέσα λίγα ευρώ και λεπτά, ψάχνει με το δεξί της χέρι, ξεχωρίζει στην άκρη λίγα κέρματα, να τα δώσει στον ιερέα της. Εκείνος της κάνει νόημα όχι, Όχι, στρίβει απότομα και πάει να φύγει, μα η γυναίκα τον αρπάζει ικετευτικά από το ράσο, τον οβολό της να δώσει για όποιον έχει ανάγκη – δεν μπορεί να της το αρνηθεί!
Είμαστε χριστιανοί πολυτελείας, σκέφτομαι. Παράδοση και χορωδίες και αγιογραφήσεις ο πόνος κι ο καϋμός μας. Κι ο Θεός να δώσει αυτός να μείνει, δηλαδή, γιατί είμαστε αδύναμοι άνθρωποι, φτυνήνανε οι πλάτες μας και δεν αντέχουν καν το βάρος της κοινωνίας... Ο Θεός, που φροντίζει η αχάριστη εγώ να παρακολουθήσω live in a church near me την αλήθεια της παραβολής.
Κυριακή. Άγιος Παντελεήμων Αχαρνών.
Είναι ωραία που βρεθήκαμε, αδελφοί μου.
11 σχόλια. Εσείς τι λέτε;
έχεις δίκιο ρε Μιραντό... Λίγο να κοιτάξουμε γύρω μας και μας χτυπάει στα μούτρα η μικρότητά μας. Αυτό που λες το έζησα στη ρουμάνικη ορθόδοξη εκκλησία εκεί που ήμουν στη Γερμανία. Άνθρωποι με πίστη, όχι εξοφλητές κοινωνικού χρέους...
Έχει κάτι το μεγαλειώδες η ρωσική Ορθοδοξία, όπως και η ρωσική ψυχή.... μια αγνότητα και μια καθαρότητα ξεχασμένη για εμάς.
Καλησπέρα Μιραντώ
η γαλήνη από τα χρώματα του αντρέι.
η ματιά στις ζωές των ανθρώπων, ακριβής και στοργική μαζί.
ένας καημός που τον πνίγει η περηφάνεια.
μια πρόσκληση σε δέηση
[πόσο με συγκίνησες...]
Άνθρωποι με πίστη, όχι εξοφλητές κοινωνικού χρέους...
Ξαναπέστο, αυτό πόνεσε!
Έτσι είναι, Μαίανδρέ μου (χαίρομαι το πάθος σου, αυτές τις μέρες, στο πα;)
Χαίρετε, γάτε και καλώς σας ξαναβρίσκω.
Αμβρόζ μου αγαπημένε, ούτε τα κορδόνια των παπουτσιών της δεν είμαι άξια να δέσω, μα, όσο να προσκυνήσω τη χαρη του λαού μου, Δόξα τω Θεώ, ακόμη θυμάμαι πως.
Γεώργιε, εσύ δεν έχεις ανάγκη επαναλήψεως στο συγκεκριμένο, μου φαίνεται.
Ήθελα να πω, σε όλους που έχουμε γίνει αγαπημένοι μες απ την ευλογόσφαιρα, να μη με συνερίζεστε αν δεν αφήνω συχνά σχόλια, περνάω μια περίοδο με πολύ δουλειά, με προβλήματα γύρω, που με χρειάζονται αυτοί που τους χρειάζομαι, όπου οι αργίες έχουν καταργηθεί κι ο κόπος δεν είναι ποτέ αρκετός. Δεν είναι, δηλαδή, από αδιαφορία που δεν αφήνω σχόλια στα αγαπημένα ευλογ (ξέρετε σεις), είναι που ήρθαν οι μέρες οι άλλες. Αν προλάβω διαβάζω, όμως, να ξέρετε - θέλω να πω, βρίσκω το χρόνο περνάω μια βόλτα, έστω για να διαβάσω διαγώνια.
Σκέφτηκα, όταν αναρωτιόμουν άν έπρεπε να κρατήσω αυτό το ευλογ ανοιχτό, με όλα τούτα, πως, ο καλύτερος τρόπος να σας πω πως είμαι παρούσα και σας χαίρομαι, θα ήταν να να κλέβω λίγο χρόνο, για να ποστάρω πότε πότε.
Αν προσεύχεστε, να με θυμάστε στην προσευχή σας.
Δέος ναι.
Φόβο ίσως.
Σεβασμό ναι.
Πίστη όμως δεν μπόρεσα ποτέ να νιώσω.
Μακάρι να μπορούσα.
Η αμφιβολία μου δηλητηριάζει τα πάντα.
Κι ας μη σκοτώνει τίποτα.
Eυτυχώς που υπάρχουν οι άνθρωποι αυτοί, της πατρίδας της ανάγκης, και γεμίζει ο μεγάλος αυτός ναός. Οι Έλληνες ενορίτες, σκορποχώρι..
(Αλήθεια πρόσεξες πως σε κοιτά σε κάθε θέση η Παναγιά στο ιερό;)
κι οπως ξερουμε δεν υπαρχουν χριστιανοι πολυτελειας, ουτε πολυ χριστιανοι, ουτε λιγο χριστιανοι. ισως αυτοι οι ανθρωποι ηρθαν ΚΑΙ για να μας θυμησουν αυτα που μας θυμησαν καποιοι καποιοι προσφυγες 90χρονια πισω. τελικα τον αγαπαει αυτο τον τοπο ο θεος.
Κύριε τῶν Δυνάμεων! Αὐτὸ εἶναι ἴσως τὸ πρῶτο πολυπολιτισμικὸ κείμενο, ποὺ προσπαθῶ νὰ σκεφθῶ κὰτι νὰ γράψω ἐναντίον, γιὰ νὰ σοῦ πάω κόντρα, καὶ δὲν βρίσκω! :-O :-> Ἐπιφυλλάσσομαι γιὰ ἄλλη φορά!
Κλείνω μάτια και μυρίζει λιβάνι και κερί φυσικό στο χρώμα που του πάει.
Πιτσιρίκι και πατάω στις μύτες σαν το Νουρέγιεφ για να βάλω το αναμμένο κεράκι στη θέση του μέσα στην άμμο και δίπλα να σταυροκοπιέται αστεία μια γριά.
"Κάνε Παναγίτσα μου να περάσω το τεστ μαθηματικών με Άλφα κι εγώ τίποτα δε θα σου ζητήσω άλλο. Μόνο αυτό."
Και φιλί στον αέρα, ντεμέκ στο μάγουλό της.
Πίσω μου κρυφακούει ο παπάς, γελάει κάτω απο το μούσι του. Τρυφερό πατ-πατ πάνω στα μαλλιά της πιτσιρίκας.
"Μια ζωη θα ζητάς, γιατί μια ζωή θα σου πάρει να δεις και να μάθεις το Αστείρευτο.Γιατί είναι Μάνα και ξέρει Αυτή πιο καλά".
Την καλή σου την κουβέντα
πίσω στην κουζίνα...