Ο Ιερώνυμος Μπος και τα καινούρια ρούχα του βασιληά
Συνηθίζω να το λέω «βισινόματο». Μάτι καθαρισμένο με βισίν, τον βασιληά των κολλυρίων. Το μάτι εκείνο που έχει καθαρίσει από το φόρτωμα, από την «παιδεία» και το διδαχθέν ψεύδος, από τα φορτία που του φοράνε οι μαρίνες λαμπράκες πλάκα (σχωρνάτε με αν σας βρίσκω στο φαγητό) του κόσμου τούτου. Είναι πολύ δύσκολη υπόθεση το βισινόματο. Και επώδυνη. Σημαίνει να πλησιάζεις την εικόνα χωρίς κανένα φορτίο. Όχι να βρεις πάνω της όσα σου είπανε ότι κουβαλάει. Να τη δεις καθαρά, καινή. Να είσαι, κάθε φορά και πάντα, εκείνο το θεϊκό τσογλάνι που φώναξε "ο Βασιληάς είναι γυμνός".
Τα σκεφτόμουν πάλι όλα αυτά, λόγω του Αλέξη Σταμάτη και των σημειωμάτων του για το έργο που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «Kήπο των Hδονών» του Ιερώνυμου Μπος. Λέω ότι συνηθίσαμε να ονομάζουμε έτσι, διότι, όπως δεν είναι και πολύ γνωστό, πολλοί μαϊστορες δεν βάφτιζαν τα έργα τους. Πάει να πει, το έργο δεν το βάφτισε έτσι ο Ιερώνυμος Μπος. Το βάφτισε έτσι κάποιος από την άθλια φάρα των κριτικών, αποδίδοντας έτσι στον μαϊστορα προθέσεις και θέσεις. Ύστερα, το δέσανε πολλοί. Κάποιοι το ανέλυσαν κιόλας.
Η κριτική, λοιπόν, αποφάσισε τι πρέπει να βλέπουμε στον τρίπτυχο. Λέρωσε το βλέμμα μας κι αφαίρεσε από το έργο την επαναστατικότητά του – η κριτική συνήθως υπηρετεί την καθεστηκυία τάξη. Η κριτική αποφάσισε να μην αναγνωρίσει την φρίκη του κόσμου μας εκεί που πιθανώς τη διηγείται ο μεγάλος φλαμανδός. Αποφάσισε δηλαδή αυτό το καθάριο και κοφτερό σα γυαλί βλέμμα του Ιερώνυμου να το αποκρύψει και να το σκεπάσει κάτω από θεωρητικούρες και μεγαλοστομίες.
«Συνολικά στο παρεξηγημένο πολλές φορές έργο του ο έμπειρος αυτός σκηνοθέτης δρώμενων (ο Μπος) που γνωρίζει καλά ποιος είναι ο θεατρίνος κάτω από τα ψιμύθια του και τους θεατρινισμούς του, ξεσκεπάζει και ξεγυμνώνει τον σύγχρονό του άνθρωπο (το σημερινό κυρίαρχο) και ζωγραφίζει με σιγουριά και καθαρότερα τη ζωή του μες στην κόλαση της συνωμοσίας με τους δαίμονες, το άδικο, τη βία, τη διαφθορά, την ηλιθιότητα, την ωμότητα τον κυνισμό. Να οδηγείται μες απ τους φόβους του, τις αγωνίες του, τη φιλοδοξία του, την απληστία του, στην εκμηδένιση της ελευθερίας του. Ο Μποντλέρ είπε πως η μεγαλύτερη νίκη του διαβόλου κατά του ανθρώπου ήταν ότι τον έπεισε ότι δεν υπάρχει (ο διάβολος). Ε, λοιπόν, όταν στην υπόλοιπη Δύση οι ζωγράφοι αφιέρωναν τα πινέλα τους στην υπηρεσία του φτιασιδώματος αυτού του τυφλού συνέταιρου-διαβόλου σε ελεύθερο και φωτισμένο πολίτη, ο μεγάλος φλαμανδός ζωγράφος χειρουργούσε την ανθρώπινη κοινωνία αποκαλύπτοντάς της ποια ακριβώς ήταν κάτω από την επιφάνεια».
Το κυριότερο: αυτό το έκανε με αγάπη.
«Μικρή θα ήταν η αξία μιας πικρόχολης και μισάνθρωπης μαρτυρίας για την εποχή του αν ο καλός αυτός άνθρωπος (κάτι παραπάνω από το «μεγαλειώδης ζωγράφος») δεν αντιπαρέβαλε στην υπάρχουσα κατάσταση ένα όραμα, αν κακιασμένα στερούσε την ελπίδα από τον κόσμο του, κι αν δε συνέδεε με αρχαίες μνήμες μιας χαμένης ευτυχίας το όνομά του».
Στο έργο τώρα
Η κρατούσα άποψη είναι ότι ο Μπος στο πρώτο (αριστερό) πίνακα, παρουσιάζει τον Παράδεισο, στον τρίτο (δεξιό) την Κόλαση και στο δεύτερο και κύριο (μεσαίο) τον κόσμο των ηδονών, που ανάλογα με τη θέση τους άλλοι θεωρούν προθάλαμο και εισαγωγή για το αριστερό κι άλλοι για τον δεξιό, δηλ. για τον Παράδεισο ή την Κόλαση. Αυτή η άποψη, είπαμε, διατυπώνεται ερήμην του Μπος. Ο Ιερώνυμος ήταν ένας πιστός, θρησκευόμενος χριστιανός, πιθανότατα πολύ κοντά στην ορθόδοξη παράδοση. Αν κάποιος αποφασίσει να πλησιάσει το έργο μ αυτή την οπτική, θα δει πολύ διαφορετικά κάθε τμήμα του τριπτύχου.
«Το προπατορικό αμάρτημα (αριστερό)
Κατά τη γνώμη μου, το αριστερό κομμάτι του τριπτύχου, αυτό που ονομάζουν Παράδεισο, δεν παρουσιάζει αυτό το θέμα, αλλά τον έλεγχο του ανθρώπου από το Θεό μετά το προπατορικό αμάρτημα, όταν πλέον ο άνθρωπος έχει πέσει, και μαζί του η Κτίση. Αν προσέξει θα δει κανείς ζώα, να τρώει το ένα το άλλο, πράγμα που δεν γινόταν στον Παράδεισο. Ο έλεγχος εδώ από το Θεό δεν είναι φοβερός. Γίνεται με αγάπη προς το πεσμένο πλάσμα, μιας και το πρόσωπο του Θεού που εμφανίζεται είναι (σύγχρονα με τις αρχαίες μας εικονογραφικές παραδόσεις) το Πρόσωπο που από αγάπη σαρκώθηκε, μαρτύρησε και θριάμβευσε για χάρη του ανθρώπου, δηλαδή ο Χριστός.
Η Χώρα των Ζώντων (μεσαίο)
Έχω την εντύπωση ότι εδώ φανερώνεται στον άνθρωπο που πλέον έχει τη γνώση του καλού και του κακού, ο κόσμος που έχασε, ο κόσμος της άγνοιας της ενοχής, ο κόσμος που καλείται να κατακτήσει κι ο τρόπος να ζήσει μετά την απελευθέρωσή του από τη φθορά, με την ενανθρώπιση του Θεού. Πολύ απλά, αν παρατηρήσει κανείς τον μεσαίο πίνακα που αποκαλείται «λαγνεία» ή «κήπος των ηδονών» θα δει ότι δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος ντροπής, ερεθισμού, αμηχανίας ή έκστασης στις εκατοντάδες γυμνές φιγούρες. Καμμιά διάκριση μεταξύ των ανθρώπων, μια παιδική άνεση χαρακτηρίζει τη γύμνια και την επαφή των σωμάτων. Εδώ πραγματικά ο άνθρωπος ζει προπτωτικά, και τρέφεται μόνο με την ευλογημένη τροφή που χαρίζει η θάλασσα και καρπούς (ο ιχθύς εδώ είναι η μόνη σάρκα-τροφή κι η συμβολική του δύναμη που παραμένει αναλλοίωτη στο χριστιανικό κόσμο κάνει το αίνιγμα εύκολο.) Τα ζώα δεν σπαράζουν το ένα το άλλο, η δε αινιγματική συνύπαρξη ανθρώπων και πουλιών είναι ευκολόλυτο «μυστήριο» αρκεί να θυμηθεί κανείς την προτροπή του Θεού μας να ζήσουμε στον κόσμο χωρίς ίδια μέριμνα, παραδειγματίζοντάς μας με τα πετεινά του ουρανού. Η μέριμνα για τα επίγεια πραγματικά απουσιάζει από ένα κόσμο παιδιών ενός Πατέρα, που ‘χει φροντίσει για όλα όσα εμείς τώρα «έχουμε πάρει στα χέρια μας».
Η ιστορία του ανθρώπου (δεξί)
Αυτό είναι και το κλειδί για την ερμηνεία του τρίτου (δεξιού) μέρους. Δεν πρόκειται για την κόλαση αλλά, απλά, για τον «κόσμο» μας. Εδώ γίνεται μια παράθεση των ανθρωπίνων επιτευγμάτων, που, «μυστηριωδώς» για πολλούς, απουσιάζουν από τον κήπο των ηδονών, όπως π.χ. η μουσική. Αν παρατηρήσει κανείς νηφάλια χωρίς αισθήματα ενοχής πρόκειται σε αυτό τον κόσμο να αναγνωρίσει τα κύρια συστατικά της ιστορίας του αυτονομημένου ανθρώπου: τον πόλεμο, τον αγώνα για εξουσία, τα κολαστήρια, τα παιγνίδια, την επιστήμη και τις τέχνες, τη διαφθορά και την τιμωρία, την εκμετάλλευση και το βιασμό της φύσης κ.α. Η καθαρότητα και η διεισδυτικότητα της σκέψης αλλά και της έκφρασης του ζωγράφου είναι αυτή που κάνει το έργο σύγχρονο σε όλες τις εποχές (όπως λέμε και για το αρχαίο ελληνικό δράμα). Το ότι όσο περισσότερο βαδίζουμε στο δρόμο της Δύσης τόσο περισσότερο αυτό το έργο μοιάζει με την πραγματικότητα αλλά και με την κόλαση μαζί, είναι γιατί απλούστατα αυτός είναι ο δρόμος του αυτονομημένου ατομοκεντρικού κόσμου».
Ότι βρίσκεται σε εισαγωγικά είναι αποσπάσματα από άρθρο με θέμα το τρίπτυχο, που δημοσιεύτηκε στη στήλη «Το γεφύρι της Αρτ» του Γιάννη Γίγα στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη», το Δεκέμβριο του 1999. Αφορμή είχε σταθεί άρθρο του Τζων Μπέργκερ στην Guardian της 20ης Νοεμβρίου 1999, στο οποίο επιχειρούνταν πολιτική ανάλυση της σημερινής νέας τάξης μέσα από κείμενα του σουμπκομαντάντε Μάρκος. Τα κείμενα του βισινόματου σουμπκομαντάντε, οδήγησαν τον δημοσιογράφο της βρετανικής εφημερίδας να αναγνωρίσει στο δεξί τμήμα του έργου τον κόσμο μας και μαζί τη βαρβαρότητα της (κάθε) νέας τάξης.
Το πρώτο έργο είναι του άλλου φλαμανδού επαναστάτη, του Τζέημς Ένσορ. Λέγεται: Οι Κριτικοί. Ακολουθεί το τρίπτυχο κλειστό και κατόπιν τα τρία τμήματα με τη σειρά που αναφέρονται.
Τα σκεφτόμουν πάλι όλα αυτά, λόγω του Αλέξη Σταμάτη και των σημειωμάτων του για το έργο που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «Kήπο των Hδονών» του Ιερώνυμου Μπος. Λέω ότι συνηθίσαμε να ονομάζουμε έτσι, διότι, όπως δεν είναι και πολύ γνωστό, πολλοί μαϊστορες δεν βάφτιζαν τα έργα τους. Πάει να πει, το έργο δεν το βάφτισε έτσι ο Ιερώνυμος Μπος. Το βάφτισε έτσι κάποιος από την άθλια φάρα των κριτικών, αποδίδοντας έτσι στον μαϊστορα προθέσεις και θέσεις. Ύστερα, το δέσανε πολλοί. Κάποιοι το ανέλυσαν κιόλας.
Η κριτική, λοιπόν, αποφάσισε τι πρέπει να βλέπουμε στον τρίπτυχο. Λέρωσε το βλέμμα μας κι αφαίρεσε από το έργο την επαναστατικότητά του – η κριτική συνήθως υπηρετεί την καθεστηκυία τάξη. Η κριτική αποφάσισε να μην αναγνωρίσει την φρίκη του κόσμου μας εκεί που πιθανώς τη διηγείται ο μεγάλος φλαμανδός. Αποφάσισε δηλαδή αυτό το καθάριο και κοφτερό σα γυαλί βλέμμα του Ιερώνυμου να το αποκρύψει και να το σκεπάσει κάτω από θεωρητικούρες και μεγαλοστομίες.
«Συνολικά στο παρεξηγημένο πολλές φορές έργο του ο έμπειρος αυτός σκηνοθέτης δρώμενων (ο Μπος) που γνωρίζει καλά ποιος είναι ο θεατρίνος κάτω από τα ψιμύθια του και τους θεατρινισμούς του, ξεσκεπάζει και ξεγυμνώνει τον σύγχρονό του άνθρωπο (το σημερινό κυρίαρχο) και ζωγραφίζει με σιγουριά και καθαρότερα τη ζωή του μες στην κόλαση της συνωμοσίας με τους δαίμονες, το άδικο, τη βία, τη διαφθορά, την ηλιθιότητα, την ωμότητα τον κυνισμό. Να οδηγείται μες απ τους φόβους του, τις αγωνίες του, τη φιλοδοξία του, την απληστία του, στην εκμηδένιση της ελευθερίας του. Ο Μποντλέρ είπε πως η μεγαλύτερη νίκη του διαβόλου κατά του ανθρώπου ήταν ότι τον έπεισε ότι δεν υπάρχει (ο διάβολος). Ε, λοιπόν, όταν στην υπόλοιπη Δύση οι ζωγράφοι αφιέρωναν τα πινέλα τους στην υπηρεσία του φτιασιδώματος αυτού του τυφλού συνέταιρου-διαβόλου σε ελεύθερο και φωτισμένο πολίτη, ο μεγάλος φλαμανδός ζωγράφος χειρουργούσε την ανθρώπινη κοινωνία αποκαλύπτοντάς της ποια ακριβώς ήταν κάτω από την επιφάνεια».
Το κυριότερο: αυτό το έκανε με αγάπη.
«Μικρή θα ήταν η αξία μιας πικρόχολης και μισάνθρωπης μαρτυρίας για την εποχή του αν ο καλός αυτός άνθρωπος (κάτι παραπάνω από το «μεγαλειώδης ζωγράφος») δεν αντιπαρέβαλε στην υπάρχουσα κατάσταση ένα όραμα, αν κακιασμένα στερούσε την ελπίδα από τον κόσμο του, κι αν δε συνέδεε με αρχαίες μνήμες μιας χαμένης ευτυχίας το όνομά του».
Στο έργο τώρα
Η κρατούσα άποψη είναι ότι ο Μπος στο πρώτο (αριστερό) πίνακα, παρουσιάζει τον Παράδεισο, στον τρίτο (δεξιό) την Κόλαση και στο δεύτερο και κύριο (μεσαίο) τον κόσμο των ηδονών, που ανάλογα με τη θέση τους άλλοι θεωρούν προθάλαμο και εισαγωγή για το αριστερό κι άλλοι για τον δεξιό, δηλ. για τον Παράδεισο ή την Κόλαση. Αυτή η άποψη, είπαμε, διατυπώνεται ερήμην του Μπος. Ο Ιερώνυμος ήταν ένας πιστός, θρησκευόμενος χριστιανός, πιθανότατα πολύ κοντά στην ορθόδοξη παράδοση. Αν κάποιος αποφασίσει να πλησιάσει το έργο μ αυτή την οπτική, θα δει πολύ διαφορετικά κάθε τμήμα του τριπτύχου.
«Το προπατορικό αμάρτημα (αριστερό)
Κατά τη γνώμη μου, το αριστερό κομμάτι του τριπτύχου, αυτό που ονομάζουν Παράδεισο, δεν παρουσιάζει αυτό το θέμα, αλλά τον έλεγχο του ανθρώπου από το Θεό μετά το προπατορικό αμάρτημα, όταν πλέον ο άνθρωπος έχει πέσει, και μαζί του η Κτίση. Αν προσέξει θα δει κανείς ζώα, να τρώει το ένα το άλλο, πράγμα που δεν γινόταν στον Παράδεισο. Ο έλεγχος εδώ από το Θεό δεν είναι φοβερός. Γίνεται με αγάπη προς το πεσμένο πλάσμα, μιας και το πρόσωπο του Θεού που εμφανίζεται είναι (σύγχρονα με τις αρχαίες μας εικονογραφικές παραδόσεις) το Πρόσωπο που από αγάπη σαρκώθηκε, μαρτύρησε και θριάμβευσε για χάρη του ανθρώπου, δηλαδή ο Χριστός.
Η Χώρα των Ζώντων (μεσαίο)
Έχω την εντύπωση ότι εδώ φανερώνεται στον άνθρωπο που πλέον έχει τη γνώση του καλού και του κακού, ο κόσμος που έχασε, ο κόσμος της άγνοιας της ενοχής, ο κόσμος που καλείται να κατακτήσει κι ο τρόπος να ζήσει μετά την απελευθέρωσή του από τη φθορά, με την ενανθρώπιση του Θεού. Πολύ απλά, αν παρατηρήσει κανείς τον μεσαίο πίνακα που αποκαλείται «λαγνεία» ή «κήπος των ηδονών» θα δει ότι δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος ντροπής, ερεθισμού, αμηχανίας ή έκστασης στις εκατοντάδες γυμνές φιγούρες. Καμμιά διάκριση μεταξύ των ανθρώπων, μια παιδική άνεση χαρακτηρίζει τη γύμνια και την επαφή των σωμάτων. Εδώ πραγματικά ο άνθρωπος ζει προπτωτικά, και τρέφεται μόνο με την ευλογημένη τροφή που χαρίζει η θάλασσα και καρπούς (ο ιχθύς εδώ είναι η μόνη σάρκα-τροφή κι η συμβολική του δύναμη που παραμένει αναλλοίωτη στο χριστιανικό κόσμο κάνει το αίνιγμα εύκολο.) Τα ζώα δεν σπαράζουν το ένα το άλλο, η δε αινιγματική συνύπαρξη ανθρώπων και πουλιών είναι ευκολόλυτο «μυστήριο» αρκεί να θυμηθεί κανείς την προτροπή του Θεού μας να ζήσουμε στον κόσμο χωρίς ίδια μέριμνα, παραδειγματίζοντάς μας με τα πετεινά του ουρανού. Η μέριμνα για τα επίγεια πραγματικά απουσιάζει από ένα κόσμο παιδιών ενός Πατέρα, που ‘χει φροντίσει για όλα όσα εμείς τώρα «έχουμε πάρει στα χέρια μας».
Η ιστορία του ανθρώπου (δεξί)
Αυτό είναι και το κλειδί για την ερμηνεία του τρίτου (δεξιού) μέρους. Δεν πρόκειται για την κόλαση αλλά, απλά, για τον «κόσμο» μας. Εδώ γίνεται μια παράθεση των ανθρωπίνων επιτευγμάτων, που, «μυστηριωδώς» για πολλούς, απουσιάζουν από τον κήπο των ηδονών, όπως π.χ. η μουσική. Αν παρατηρήσει κανείς νηφάλια χωρίς αισθήματα ενοχής πρόκειται σε αυτό τον κόσμο να αναγνωρίσει τα κύρια συστατικά της ιστορίας του αυτονομημένου ανθρώπου: τον πόλεμο, τον αγώνα για εξουσία, τα κολαστήρια, τα παιγνίδια, την επιστήμη και τις τέχνες, τη διαφθορά και την τιμωρία, την εκμετάλλευση και το βιασμό της φύσης κ.α. Η καθαρότητα και η διεισδυτικότητα της σκέψης αλλά και της έκφρασης του ζωγράφου είναι αυτή που κάνει το έργο σύγχρονο σε όλες τις εποχές (όπως λέμε και για το αρχαίο ελληνικό δράμα). Το ότι όσο περισσότερο βαδίζουμε στο δρόμο της Δύσης τόσο περισσότερο αυτό το έργο μοιάζει με την πραγματικότητα αλλά και με την κόλαση μαζί, είναι γιατί απλούστατα αυτός είναι ο δρόμος του αυτονομημένου ατομοκεντρικού κόσμου».
Ότι βρίσκεται σε εισαγωγικά είναι αποσπάσματα από άρθρο με θέμα το τρίπτυχο, που δημοσιεύτηκε στη στήλη «Το γεφύρι της Αρτ» του Γιάννη Γίγα στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη», το Δεκέμβριο του 1999. Αφορμή είχε σταθεί άρθρο του Τζων Μπέργκερ στην Guardian της 20ης Νοεμβρίου 1999, στο οποίο επιχειρούνταν πολιτική ανάλυση της σημερινής νέας τάξης μέσα από κείμενα του σουμπκομαντάντε Μάρκος. Τα κείμενα του βισινόματου σουμπκομαντάντε, οδήγησαν τον δημοσιογράφο της βρετανικής εφημερίδας να αναγνωρίσει στο δεξί τμήμα του έργου τον κόσμο μας και μαζί τη βαρβαρότητα της (κάθε) νέας τάξης.
Το πρώτο έργο είναι του άλλου φλαμανδού επαναστάτη, του Τζέημς Ένσορ. Λέγεται: Οι Κριτικοί. Ακολουθεί το τρίπτυχο κλειστό και κατόπιν τα τρία τμήματα με τη σειρά που αναφέρονται.
16 σχόλια. Εσείς τι λέτε;
Με το κείμενο συμφωνώ απολύτως, μια λεπτομέρεια θα σχολιάσω:
Δεν ξέρω αν θα πρέπει να ταυτιστεί κανείς με το "θεϊκό τσογλάνι που φώναξε "ο Βασιληάς είναι γυμνός".
Θέλω να πω, προφανώς το τσογλάνι ήτο ρεαλιστής, Ζολάς. Μπλιάχ, δηλαδή.
Επίσης το τσογλάνι δεν φώναξε κατά του βασιλειά (δηλαδή υπερ της δημοκρατίας). Φώναξε μόνο κατά της ψευδαίσθησης των καινούριων ρούχων, δηλαδή της φαντασίας.
Έπειτα, για σκεφτείτε να μην ήταν μόνο ο βασιλιάς γυμνός αλλά και η βασίλισσα ή οι πριγκίπισες. Το τσογλάνι θα χάλαγε όλο το θέαμα με την αποκάλυψη του.
Υ.Γ Το "Γεφύρι της Άρτ"!!!! ;-)
Χμμ... Σκέφθηκα ὅτι ἴσως θὰ ἔπρεπε να προωθηθεῖ ἡ ἐν λόγῳ γυναικεία μόδα, Γνωμοδότα, δευτέρα σκέψις ὅμως ἔσπειρε τὴν ἀμφιβολία (ὅπως τὸ πνεῦμα τοῦ πονηροῦ ἔσπειρε τὴν ἐνοχή στὸν κῆπο τοῦ Μπός, θὰ ἔλεγε ἡ Μιραντολίνα, ἤ ὅπως τὸ πνεῦμα αὐτὸ ἐνυπάρχει ἤδη ἐκεῖ ὡς μία ἀδιευκρίνιστη ἀνησυχία καὶ ἐκτροπή, λέγουν ἄλλοι), μήπως ἐσεῖς εἶσθε ὁ ῥεαλιστής, καὶ μέσῳ τῆς μόδας τῆς Μποσικῆς κραιπάλης ποὺ προτείνετε μᾶς ὁδηγεῖτε στὴν πτώση. Φαντασία, πάντως, εἶναι νὰ βλέπεις γυμνὲς τὶς πριγκήπισσες, ἐνδεδυμένες οὔσες! Νὰ τὶς βλέπεις γυμνές, γυμνές οὔσες, ἔ, καλά· ἀπὸ κοινότοπος ῥεαλισμὸς, ἔως σαρκικὴ κατάχρησις. (Νὰ τὶς βλέπεις ἐνδεδυμένες, γυμνές οὔσες, εἶναι, βεβαίως, κυριολεκτικῶς διεστραμμένη φαντασία!)
Μια οπτική γωνία ενός άσχετου - μη με κακολογίσετε:
Στο βασικό τυρκουάζ (1), με φώς και σκοτάδι σε ισορροπία, προσθέτουμε λάμψη και πράσινο (2) με το φως να κυριαρχεί αλλά με τόση βία και απληστία που καταλήγουμε στο μαύρο και κόκκινο (3) με το πολύ σκοτάδι.
Ο Μποντλέρ είπε πως η μεγαλύτερη νίκη του διαβόλου κατά του ανθρώπου ήταν ότι τον έπεισε ότι δεν υπάρχει (ο διάβολος).
Δεν το ήξερα, το σημειώνω. Είναι και επίκαιρος (από χθεσινή συζήτηση: έλα μωρέ, δεν υπάρχει σύστημα, το σύστημα είμαστε εμείς κι όλα τα άλλα είναι υπερβολές).
Τώρα αν πω πως είναι φανερή η πρόθεση του καλλιτέχνη να γεφυρώσει το θεικό με το απόκοσμο μέσα από τη βίαιη πραγματικότητα της ηδονιστικής λατρείας θα είμαι πολύ μαλάκας?
Μιραντολινάκι πάψε πια να με κάνεις να αισθάνομαι σκουπίδι.
Γράψε μου μια απλή καλημέρα ή έστω κάτι για να καταλάβω (κατά προτίμηση μονοσύλλαβο) και θα γίνω σκλάβος σου.
Τα λες πολύ καλά Mirandolina. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν δική τους γνώμη, φορτώνονται απλώς τι απόψεις άλλων σαν τα σακιά και τις μεταφέρουν σαν φορτοεκφορτωτές. Δύσκολο πράγμα να εξορύσσεις τις δικές σου σκέψεις ή να βρίσκεις το θάρρος να τις εκφράζεις. Τα έργα του Μπος με μάγευαν από παιδί και μου δημιουργούσαν παράλληλα ένα υποβόσκων αίσθημα ανησυχίας, σαν ένα αόρατο χέρι να σου δίνει ένα σπρώξιμο από τη θέση ισορροπίας στην οποία βρίσκεσαι. Και σήμερα δεν βαριέμαι ποτέ να τα περιεργάζομαι.
ΚΑΙ ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΚΟΥΦΟΣ. ΚΑΛΗ ΦΑΣΗ.
Πάνο... δεν κατάλαβα τίποτα :)
Μήπως βιάστηκες να συνδέσεις το σχόλιό μου με δοξασίες; Σε απτή και υπαρκτή ζωή με απτά και υπαρκτά ζητήματα αναφέρθηκα - μόνο!
Με βάση τα χρώματα του τριπτύχου και την αίσθηση που αποκόμισα (εγώ ο άσχετος) από αυτά. Δεν αναφέρθηκα καν στο κείμενο.
Για να αναφερθώ όμως, μέσω του σχολίου σου, σταυρό δεν έχω, δεν θέλω να αγιάσω, ούτε θα με δεχθούν οι όποιοι άγιοι έτσι κι αλλιώς.
Ανοιχτή Πρόσκληση για την Κόλαση, έχει ζέστη και κολασμένες υπάρξεις. Η ζωή μας ένα διαβατήριο.
Καταπληκτικό post Mirandolina.
Διαφωνώ με τον big fat opinion. Ο Ζολα δεν είναι ρεαλιστής. Είναι νατουραλιστής. Εχει σημασία η διαφορά. Πολύ μεγάλη σημασία. Ομοίως και το "τσογλάνι". Το τσογλάνι, δεν αναπαριστά τον καλλιτέχνη, αναπαριστά το ανεπηρέαστο από τους αστικούς μύθους κοινό. Οι ράπτες του παραμυθιού, είναι οι "καλλιτέχνες". Το "τσογλάνι", δεν εκφράζεται κατά της ψευδαίσθησης. Εκφράζει την υποκειμενική του αλήθεια (που εντέχνως το παραμύθι παρουσιάζει και ως αντικειμενική) χωρίς να φαντάζεται οτι αυτή αλληλεπιδρά με την ψευδαίσθηση. Εξ' άλλου Δεν πρόκειται για μια εκούσια ψευδαίσθηση. Πρόκειται για μια κατευθυνόμενη από το μαρκετινγ (βλ. κριτικούς) ψευδαίσθηση. Αληθινές ψευδαισθήσεις είναι αυτές που προκαλεί το ίδιο το έργο τέχνης και η επαφή μας μ' αυτό.
Χρήσιμα βιβλία βρίσκω πως είναι "Η σημασία του να μην κάνεις τίποτε" του Wilde, όπου εκφράζεται μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη για την κριτική ως προτότυπο έργο τέχνης, και "Η προέλευση του έργου τέχνης" του Χάιντεγκερ. Μεγάλο βοήθημα όμως βρίσκει κανείς και στο "Ο καθρέφτης και το μαχαίρι" του Μ. Χατζιδάκι.
Αν και το ένστικτο είναι συνήθως αλάθητο!
μιρανδολίς,
ακροβατήσατε πάνω σε ένα σχοινί φορτωμένο με ιστορία της τέχνης, πολιτική , σημειωτική και θρησκεία και δεν πέσατε(!)
με ξάφνιασε ευχάριστα το γεγονός.
Μεγάλη υπόθεση να βρίσκεις το κολλύριο και να ξεπλένεις τα μάτια σου συχνά - γιατί βλέπεις είναι πιο βολικό το σερβιρισμένο κι έτοιμο..
Μου θύμισαν αυτά κάποιες (ευτυχώς όχι όλες, είχα και πολύ καλές) φιλολόγους στο σχολείο. Με τις οποίες βεβαίως δίναμε ηρωϊκές μάχες για το τι θέλει να πει ο ποιητής!
Αλλά μερικοί έχουν και το χάρισμα να διαβάζουν ..τη σκέψη;)
Καλησπέρα Μιραντολίνα μου, σαν άκουσε λετιτσνόου φέτος δε λέει να σταματήσει!
:)
Γνωμοδότα, στο κορασίδων περι μέρος της παρατήρησής σας απάντησε ο Καλλίμαχος. Κατά τα λοιπά, μου φαίνεται ότι έχετε καταπιέσει το παιδί μέσα σας και καλό θα ήταν να το ελευθερώσετε. Εδώ μιλάμε για ιστορία-υποστήριξη κάθε αταξίας κι εσείς κολλάτε στα τυπικά!
Αλόβαρε, όντως ωραιότατη ρήση – σωκρατική, αλογόμυγα στα χοντρά καπούλια της άλογης πολιτείας. (Δεν υπάρχουν άσχετοι είπαμε. Σιγά μη ζωγράφιζε για τους «σχετικούς» ο Μπος ή έτερος των γιγάντων).
Λαμπρούκο, τα ηδονιστικά είναι άσχετα λέμε – όλο εκεί το μυαλό σου.
Αυτή η θεωρία περί μυστικής οργάνωσης στην οποία ανήκε ο Ιερώνυμος και τα δήθεν παρτουζοσκάνδαλά τους, έχει καταρριφθεί πλήρως. Είναι τα πιο περσινά ξυνά σταφύλια και γέννημα της εποχής των χίππυδων – ψάχνανε οι κακόμοιροι στήριξη στην ιστορία για τις πολυάμορουζ απόψεις τους. Κατα τα λοιπά, είμαι κατά της σκλαβιάς.
Περαστικέ, ο Ιερώνυμος είναι όντως επαναστατικός, όντως το αόρατο χέρι που σε ξεκουνάει. Χάρηκα με όσα έγραψες.
Πάνο, σε ευχαριστώ. Θα σεβαστώ την πίστη σου και το Θεό στον οποίο πιστεύεις, είναι θέμα αρχής. Θα ευχόμουν να μοιραζόμαστε τις ίδιες αρχές, αλλά αυτό δε γίνεται με το ζόρι.
Μαχίκα μας, χαίρομαι κι ευχαριστώ - μου έβαλες διάβασμα και θα επανέλθω εν καιρώ.
Αμβρόσιε, λόγω τιμής δεν κατάλαβα ότι τα έκανα όλα αυτά, αλλά για μία στιγμή μου ήρθε να πω ότι το κατάλαβα για να μη μου πάρεις πίσω το κομπλιμέντο – γι αυτό τα κάνω όλα! (Ευχαριστώ).
Έτσι είναι Κοπίτο μου. Εγώ πάλι ήμουν τυχερή. Οι δύο φιλόλογοί μου στις σημαντικές τάξεις, η δεσποινίς Ατσαβέ κι ο κύριος Πολίτης, στάθηκαν οι πιο γενναιόδωροι κλειδοκράτορες στη ζωή μου – ακόμη δεν έχω διαβεί όλες τις πόρτες που μου άνοιξαν…
Βαρβαρότητα φέρνει η κάθε νέα τάξη; Μήπως και η ίδια η παρουσία μας στη γη, δεν συνοδεύεται από την πρώτη στιγμή από πολλών ειδών βαρβαρότητες; Βαρβαρότητα πρώτα και κύρια απέναντι στην "μήτρα" που μας συντηρεί, σε αυτόν τον ταλαιπωρημένο, κακοποιημένο πλανήτη.
"H κριτική, λοιπόν, αποφάσισε τι πρέπει να βλέπουμε στον τρίπτυχο. Λέρωσε το βλέμμα μας κι αφαίρεσε από το έργο την επαναστατικότητά του – η κριτική συνήθως υπηρετεί την καθεστηκυία τάξη". Mirandolina αν και πρώτη φορά γράφω εδώ, πρέπει να σου πω οτι σε διαβάζω καιρό και σε χαίρομαι. Συμφωνώ απόλυτα με τις απόψεις περί κριτικής. Μπράβο!
Αν και με καθυστέρηση* δηλώνω πως η προσέγγισή σου με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη.Άψογη!
*μην νομίσεις ότι το διάβασα τώρα. :))
O αγώνας μας, Χουανίτα, είναι πάντα αυτός – κατά της βαρβαρότητας. Είναι διαρκής μάχη, εντός κι εκτός μας. Η νέα τάξη, όμως, είναι ωμά βάρβαρη, είναι δύναμη καταστροφής. Είναι η ωμή επίδειξη κι επικράτηση της βαρβαρότητας – η Αναγέννηση, ο Χίτλερ, ο Στάλιν..
Παρότι chill εμένα δε με αποθαρρύνετε καθόλου, κυρία μου – τιμή μου!
Χέμπα, είχα αρχίσει να σε αναζητάω – δεν εννοώ στα σχόλια μου, εννοώ γενικώς. Μας έλειψες :-)
Χαίρομαι κι ευχαριστώ.
άλα ζωγραφικη ο τζερονυμο
ο αρχηγος των ινδιανων!
καταραμενοι καμπόυδες δεν
θα πετυχω κανενα σας στην πλακα;
θα τον ταραξω στις ροπαλιες.
αυτοι οι τσιτσιδοι στο κεντρικο
θεμα ινδιανοι πιας φυλης ειναι;
υπαρχου πραγματι ινδιανοι ελληνικης
καταγωγης;
αληθια οι ινκας μιλουσαν ελληνικα;
γιατι εμενα μου φαινεται οτι κι
αυτος ο τζερονυμος ελληνικα μιλαει.
τι θα ντυθειτε στις αποκριες;
ή τι θα θελατε να ντυθειτε;
Την καλή σου την κουβέντα
πίσω στην κουζίνα...