Mirandolina

31.5.07

Αποχαιρετισμός

Αντίο, Αμαλία.

Δε θέλω να πω πικρή κουβέντα για κείνους που μας στήριξαν και γιάτρεψαν και φύλεψαν γλυκές κουβέντες σε ώρες δύσκολες και σε ένα κόσμο πρόστυχο και διαβρωμένο οριζοντίως και καθέτως. Για το χατήρι τους, τη γενίκευση θα την αρνηθώ.

Όμως, θα πω πως χρειαζόμασταν όλοι τη φωνή σου, Αμαλία. Περισσότερο για να καταλάβουμε τι μπορεί να σημαίνουν για τον Άλλο οι στιγμές που δεν τον ακούσαμε, δεν του σταθήκαμε και δεν τον λογαριάσαμε.


Στο καλό.

29.5.07

Άλωσις on demand

Επί τη επετείω, ο σεβαστός Νίκος Ζίας, εδώ, μιλά για την Άλωση στον Μπ. Παπαδημητρίου.

κι ύστερα ένα δακρυ

Aυτές τες μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδια,
για τ’ άθλα των κλεφτών και τους πολέμους,
πράγματα συμπαθητικά· δικά μας, Γραικικά.

Διάβαζα και τα πένθιμα για τον χαμό της Πόλης
«Πήραν την Πόλη, πήραν την· πήραν την Σαλονίκη».
Και την Φωνή που εκεί που οι δυο εψέλναν,
«ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης»,
ακούσθηκε κ’ είπε να πάψουν πια
«πάψτε παπάδες τα χαρτιά και κλείστε τα βαγγέλια»
πήραν την Πόλη, πήραν την· πήραν την Σαλονίκη.

Όμως απ’ τ’ άλλα πιο πολύ με άγγιξε το άσμα
το Τραπεζούντιον με την παράξενή του γλώσσα
και με την λύπη των Γραικών των μακρινών εκείνων
που ίσως όλο πίστευαν που θα σωθούμε ακόμη.

Μα αλίμονον μοιραίον πουλί «απαί την Πόλην έρται»
με στο «φτερούλν’ αθε χαρτίν περιγραμμένον
κι ουδέ στην άμπελον κονεύ’ μηδέ στο περιβόλι
επήγεν και εκόνεψεν στου κυπαρίσ’ την ρίζαν».
Οι αρχιερείς δεν δύνανται (ή δεν θέλουν) να διαβάσουν
«Χέρας υιός Γιανίκας έν» αυτός το παίρνει το χαρτί,
και το διαβάζει κι ολοφύρεται.
«Σίτ’ αναγνώθ’ σίτ’ ανακλαίγ’ σίτ’ ανακρούγ’ την κάρδιαν.
Ν’ αοιλλή εμάς, να βάι εμάς, η Pωμανία πάρθεν.»


κι ύστερα άλλο ένα

Ο τελευταίος χρόνος είν’ αυτός. Ο τελευταίος των Γραικών
αυτοκρατόρων είν’ αυτός. Κι αλίμονον
τι θλιβερά που ομιλούν πλησίον του.
Εν τη απογνώσει του, εν τη οδύνη
ο Κυρ Θεόφιλος Παλαιολόγος
λέγει «Θέλω θανείν μάλλον ή ζην».

A, κυρ Θεόφιλε Παλαιολόγο,
πόσον καημό του γένους μας, και πόση εξάντλησι
(πόσην απηύδησιν από αδικίες και κατατρεγμό)
οι τραγικές σου πέντε λέξεις περιείχαν.


Και, επί τη ευκαιρία, μπράβο στον Σκάι για το υπέροχον οπτικοακουστικό προϊόν κατ' απαίτησιν (audio και video on demand - AVOD) που φέρνει στη ζωή μας, πρώτος αυτός, απ όσο δύναμαι να γνωρίζω, και μας επιτρέπει να βλέπουμε Ελληνοφρένεια δεκάκις ημερησίως και ειδήσεις, και ρεπορτάζ κατ επιλογήν θέματος, όποτε έχουμε εμείς χρόνο.

Άντε, ας ακολουθήσουν κι οι λοιποί αφεντικοί των ΜΜΕ, μπας και το ελληνικό ιντερνέτι γίνει εφάμιλλον των καλυτέρων ευρωαμερικανικών.

24.5.07

"Iason Athanasiadis , Greece"

Είμαι περήφανη για αυτό το εκλεκτό παιδί, το φίλο μου τον Ιάσονα, που τόσα μου δίδαξε και τόσο χαίρεται να μαθαίνει. Είμαι περήφανη που το τρομερό ελληνόπουλο Ιάσων Αθανασιάδης είναι ο νεώτερος Νιμαν υπότροφος του Χάρβαρντ και, αν δε με απατούν οι ολίγες σχετικές γνώσεις μου, ο πρώτος Έλληνας. Και όλα αυτά με το σπαθί, τη δουλειά και τον ιδρώτα του, με δυσκολίες και κόπους και το κεφάλι ψηλά.


Ιάσωνα αγαπημένε μου, μπράβο. Μπραβο! Σου αξίζει. Όπως και τα ανώτερα, που θα έρθουν. Συγχαρητήρια, ψυχή μου. (κι ότι κι αν λες, παραμένεις Αρσακειόπαις!)

Α, μη ξεχάσω: Το πράσσινο χαλί, το ιπτάμενο, το έχω στρωμένο στην κουζίνα - να με ταξιδεύει όταν δοκιμάζω τις συνταγές που θα μαγέψουν την Τεχεράνη!

23.5.07

Κυρίες μουουου, τα εκατά!

Το στόρυ:

Αμερικάνος μπάτσος κατάσχει μαριχουάνα. Σκέφτεται πως θα άξιζε, φορ ουάνς, να δοκιμάσει. Μαζί με τη γυναίκα του. Φτιάχνουν μπράουνιζ μετά γεμίσεως, τους δίνουν και καταλαβαίνουν και ξαφνικά "ο χρόνος κυλάει πολύ αργά"...

Τα λοιπά από τις ειδήσεις:



Και για όποιον επιθυμεί να απολαυσει ακέραιο το συγκλονιστικό τηλεφώνημα και να μάθει και τι ομάδα είναι ο πρώην μπάτσος, χηηρ ιτ γκόουζ:

16.5.07

by any other name...

Στο μπαμπά Μπαντούκ για την υπομονή του (σβήνω γράφω, σβήνω γραφω, δε χωράμε στις λέξεις εντός μου, μα που θα πάει...), στους αδιάβροχους, την ελληνοφρένεια και τη Γκίζα μας (μα, πότε θα κάνει μπλογκ αυτό το κορίτσι;) που δροσίζουν τις μέρες μας στον καταραμένο τόπο, να τολμούμε να ανθίσουμε.


Γυρίζω και κοιτάω τις αυλές. Τώρα ξυπνάμε απ' τις έξι. Ραδιόφωνο και τριανταφυλλιές. Οι κυράδες με τα τσιτάκια από τα μαγαζιά που ξεχάσαν το χρόνο μα που τα βρίσκουν τα εμπριμέ τσιτάκια; αναρωτιόμουν πριν ανοίξω τα μάτια μου και δω που βρίσκουν τα μαύρα βγαίνουν πρωί, πριν κάψει ο ήλιος, να κλαδέψουν, να φροντίσουν, να κουβεντιάσουν με τα λέλουδα που καμιά γόβα στιλέτο δεν μπόρεσε να ονειρευτεί (που να τρυπήσει κιόλας...).
Συκιές, ροδιές, μουσμουλιές. Τα σπίτια σαν το σπίτι που μεγάλωσα. Αυλή, καφές και τάβλι. Κατάλευκες φανέλες, μαυρισμένα μπράτσα κι ιδρώτας χτίσαν κέραμο πάνω απ το κεφάλι μας, μας μορφώσανε, μας μεγαλώσανε. Κλισέ, μα στ αλήθεια σου λέω είμαστε ένας κι ένας. Στα δυτικά μεγαλώσαμε αλλοιώς. Σημαδέψαμε αλλοιώς τον κόσμο.
Όλα με τα χέρια τους. Δεν έχει κηπουρούς εδώ. Οι μεγαλοκοπέλλες με τα τσιτάκια και οι γέροντες με τα αδρά πέτσινα χέρια, που γίνονται απαλά κι ανάλαφρα σα φως πρωινό όταν αγγίζουν τις τριανταφυλλιές. Κι ύστερα καφενείο, πρέφα, βαρύγλυκος, ουζάκι, το άχθος της σύνταξης. Εκεί διδάσκονται τις τριανταφυλλιές;
Γύρισα σπίτι μου. Εκεί που οι τριανταφυλλιές. Τώρα ξέρω γιατί ποτέ δεν αγάπησα κανένα λουλούδι τόσο μα και γιατί τα τριαντάφυλλα του ανθοπωλείου μου φαίνονται πρόστυχα. Ξέρω γιατί στο στραγγιστό γιαούρτι χωρά μόνο μια κουταλιά μελάτα ροδοπέταλα και τίποτε άλλο. Γύρισα σπίτι μου και ετοίμασα τριαντάφυλλα για τα καλωσορίσματα. Κοπιάστε.

13.5.07

Δέκα χρόνια παιγνίδια

Σήμερα κλείσαμε τα δέκα.
Μία δεκαετία ανεπανάληπτη, η πιο όμορφη κι η πιο γεμάτη κι η πιο κουραστική κι η πιο ανάλαφρη κι η πιο εξαιρετική κι η πιο τρυφερή κι η πιο αληθινή κι η πιο έντονη κι η πιο όμορφη όμορφη όμορφη όμορφη της ζωής μου.

Να ζήσεις, υπέροχο, ανεξάρτητο και δυνατό αγόρι.
Να ζήσεις σαν τα ψηλά βουνά.
Χαριν στω αν μου χαμογελάς πότε πότε, να είν' ο κόσμος στ' αλήθεια κόσμος.