Mirandolina

29.11.05

Ποιμαίνει με και ου με υστερήσει…

Θυμάμαι απολύτως που βρισκόμουν όταν το άκουσα για πρώτη φορά, το καλοκαίρι του 1965. Παρακολουθούσα τη διδασκαλική ακαδημία στη νότιο Νέα Υερσέη. Ζούσα τέσσερα μίλια από το κολλέγιο, μια αρκετά μεγάλη απόσταση που έκανα περπατώντας παράλληλα με τις γραμμές του τραίνου, σε μια μάλλον εξοχική περιοχή, μια μάλλον όμορφη μέρα. Κι έφτασα κοντά σε αυτό που αποκαλούσαν Κο-οπ, όπου μπορούσες να αγοράσεις καφέ κι είχαν και τζιουκ μποξ. Κι ένοιωσα, πριν καν μπω μέσα, πως κάτι είχε αλλάξει. Ήδη ένοιωθα μια ενέργεια ξεκάθαρα αφύσικη. Και στην αρχή τρόμαξα κάπως, δεν ήξερα βλέπεις τι σημαίνει – ήταν σαν κάτι παράξενο ή άσχημο να είχε συμβεί. Κι άνοιξα την βαριά γυάλινη πόρτα, κι όλοι κάθονταν ένα γύρω σε κατάσταση σοκ, και το Like a Rolling Stone γέμιζε τον τόπο. Ο ήχος κι η σφοδρότητα και η στάση κι όσα ξεκάθαρα έλεγε είχαν αγγίξει βαθιά τους πάντες. Αν εκείνη την περίοδο ήσουν αδιάφορος ή πνευματικά μισοκοιμισμένος, αυτό το τραγούδι σε επανέφερε βίαια υπαρξιακά.

Δεν ήταν ακριβώς οι στίχοι. Δεν ήξερα τι σήμαινε. Δεν με ενδιέφερε καν να μάθω. Σήμαιναν ότι δεν ήμουν μόνη. Κάτι σε αυτό το δίσκο έδινε δικαίωμα στην ύπαρξη σε ένα συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου, απόκληρου και αλλόκοτου. Του παρέδιδε οικογένεια. Όταν μπήκα στο γερασμένο Κο-οπ ήταν σαν 20 ξυπνητήρια να χτύπησαν ταυτόχρονα. Και, όπως είπα, δεν ήξερα για τι μιλούσε το τραγούδι, μόνο ότι ήταν εμείς. Ήταν σα μεγάφωνο την ενέργειας εκείνης της εποχής.

Με οδήγησε στην εφηβεία κι ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Όταν το άκουσα ήμουν 18 χρονώ, μάθαινα ακόμη ποια ήμουν και ποιες μπορεί να ήταν οι δυνατότητές μου. Ήμουν άπλαστη, πραγματικά άργησα να ανθίσω. Κι όποτε έκανε μια κίνηση, με βοηθούσε να αποκτήσω αυτοπεποίθηση. Ο Μπομπ Ντύλαν με ποίμανε σε μία πολύ δύσκολη περίοδο, ώσπου να γίνω ο εαυτός μου, οπότε και δεν τον χρειαζόμουν πια. Ήταν αισθητικά η μεγαλύτερή μου επιρροή στον τρόπο που τελικά θα έπαιζα μουσική οκτώ χρόνια αργότερα. Όταν τον είχα πρωτακούσει δεν μου περνούσε από το νου ότι κάποτε θα έπαιζα ή θα τραγουδούσα. Έχει επηρεάσει ακόμη και τον τρόπο που σταματάω τα ταξί. Είδα το Don’t look back κι είχε ένα πολύ κουλ τρόπο να το κάνει. Τον σπούδασα. Ο τρόπος που ντύνομαι, που κάνω τα μαλλιά μου, η γλώσσα του σώματός μου, ο τρόπος που περπατώ είναι Ντυλανέσκος.

Αποφάσισα να πω το τραγούδι πρόσφατα, για πρώτη φορά. Κι όταν άρχισα την πρόβα, στα μισά, έβαλα τα κλάμματα, μου ήταν αδύνατο να συνεχίσω να τραγουδώ. Και σκέφτηκα «τι τρέχει μ’ αυτό το τραγούδι;». Το ένα είναι ότι επιτίθεται, γιατί έτσι είναι ο Μπομπ. Και μαζί ενώνει. Όταν πας σε μια συναυλία, το τραγουδούν όλοι. Γιατί όλοι ξέρουν πως είναι να σαι μόνος σου, χωρίς δρόμο για το σπίτι. Έτσι παρ ότι το λέει απ τη γωνιά του στόματός του, με κάποια κακία μπορείς να πεις, είναι ένα τραγούδι που συμπάσχει. […]

Όταν το πρωτάκουσα σκέφτηκα: «Είμαι έτσι; Δεν θέλω να μια σαν αυτό το πρόσωπο στο τραγούδι!». Αλλά όλοι έχουμε στοιχεία της. Μου θυμίζει πολλά από αυτά τα τύπου μπήτνικ βιβλία που ο ήρωας περνά τόσα σκατά και βρίσκεται σε τέτοια εξαθλείωση που πιάνει πάτο και μετά έρχεται η αυγή. Βγαίνει έξω και, όπως λέει ο Τζιμ Κάρρολλ στο Basketball Diaries «Τα δάχτυλά μου ελευθερώθηκαν από τα δαχτυλίδια». Στο τέλος τέλος, λέει, είναι πολύ δύσκολο να είσαι μόνος σου. Αλλά όταν το περάσεις, ξέρεις τη δύναμή σου. Κι αντί να ξοδεύεις τη ζωή σου σαν την ηρωίδα του Like a Rolling Stone, βγες έξω και κάνε κάτι καλύτερο.

Ο Μπομπ ήρθε να με βρει πολύ αργότερα, όταν ο άνδρας μου, ο Φρεντ Σόνικ Σμιθ, πέθανε το ’94. Ο Μπομπ έμαθε για την κατάστασή μου και μου ζήτησε να περιοδεύσω μαζί του. Δεν είχα περιοδεύσει επί 16 χρόνια και είχα τρομοκρατηθεί. Κι είχα μια ανεπίσημη συνάντηση με το Μπομπ. Μου είπε «οι άνθρωποι θέλουν να σε δουν, βγες στη σκηνή και χαιρέτησέ τους. Αυτή είναι η δουλειά σου, αυτό να κάνεις». Υπάρχουν στιγμές στη ζωή μας που είναι πεντακάθαρη χαρά. Όταν παντρεύεσαι, όταν κάνεις παιδιά, όταν τελειώνεις μια συγκεκριμένη δουλειά. Όταν τραγούδησα το Dark Eyes με το Μπομπ σε αυτή την περιοδεία, ήταν μια τέτοια στιγμή. […]

Θυμάμαι, πριν ηχογραφήσει το Desire τον συνάντησα στο δρόμο και με πήρε μαζί του σε ένα λοφτ. Και κάθησα εκεί και τραγούδησε τριάντα τραγούδια σερί σε μια χούφτα ανθρώπους. Κι αυτή ήταν απλά μια νύχτα. Είναι αφιερωμένος στην επικοινωνία μέσω των τραγουδιών. Αγαπά κι απαιτεί τον ιδιωτικό του βίο και του πρέπει, γιατί ξόδεψε την μερίδα του λέοντος απ τη ζωή του παραδίδοντας στο Δήμο τα τραγούδια του. Φέρει εντός του μια σημαντική μουσική παράδοση, μια έντονη μουσική ιστορία κι είναι φορτωμένος με αυτό το βάρος, που χάσαμε τόσους ανθρώπους. Είναι σαν το όρος Ρασμορ – επιβίωσε του τροχαίου, των ναρκωτικών, των προσωπικών δυσκολιών, των ασθενειών του σώματος, εν τέλει του κόσμου.

Η Πάττι Σμιθ στο Uncut του Σεπτεμβρίου 2005, για το «τραγούδι που άλλαξε τον κόσμο».

Υγ Ο Ν. λέει πως έπρεπε να τα φορτώνω στα αγγλικά τα κείμενα, όλοι πια ξέρουν αγγλικά, λέει. Είναι σοφός, τόσο σοφότερος από μένα, αλλά δε θέλω. Γιατί τώρα είναι δικά μου. Γιατί δίνω χρόνο κι αγάπη σε ότι μου έδωσε ζωή. Γιατί, νομίζω πως, όταν μεταφράζω σας λέω κάτι για μας – το κείμενο και μένα. Ας πούμε, πως ξύνω τις πληγές που άγγιξαν κάποτε ο Μπομπ Ντύλαν κι η Πάτι Σμιθ. Ματώνουν ακόμα. Ματώνουν όμορφα. Δόξα τω Θεώ.

27.11.05

Μάχιμη Δημοσιογραφία


Το καλοκαίρι του 1992 μου τηλεφώνησε ο Πι Τζέυ Ο΄Ρουρκ πως θα ερχόταν στην πόλη για ένα βράδυ να συναντήσει το Γιαν Ουέννερ και τον Χάντερ Τόμπσον. Θα πετούσαν για το Λιτλ Ροκ, Αρκανσω, την επομένη για να πάρουν συνέντευξη από τον Μπιλ Κλίντον, τον φρεσκοεκλεγμένο υποψήφιο των Δημοκρατικών για την προεδρία. Ο Πι Τζέι με κάλεσε σε δείπνο στο Ηλέην΄ς.

Όσο περνούσε η ώρα, ο Χάντερ είχε αρχίσει να βγάζει διάφορα γκάτζετς από τις τσέπες του – ένα στυλό λέηζερ, ένα περίεργο είδος φακού- πράγματα που επρόκειτο να χαρίσει στον Κλίντον. Τελικά, έβγαλε μια σακκουλίτσα μανιτάρια ψιλοκυβίνης, την πέταξε πάνω στο τραπέζι και είπε: «Να πα να γαμηθεί που δεν εισέπνευσε – αύριο το πρωί αυτά θα τα χω βάλει στα αυγά του».

Μόργκαν Έντρεκιν, εκδότης, όπως τα διηγείται στον A.E. Hotchner (Everybody comes to Elaine´s, εκδ. Harper Collins, 2004)

25.11.05

Συνδυαστική επί των αγελάδων

Αλβερίχου χάριν

Δεν έχω δει ποτέ μου πιο όμορφη αγελάδα! Είναι μια ροκ εν ρολ αγελάδα, μια φίφτυζ αγελάδα, μια αθώα, τρυφερή, ευτυχής αγελάδα στην παράδεισο έτοιμη να σου σκάσει ένα φιλί γιασεμί στο μάγουλο. Η πιο όμορφη αγελάδα του κόσμου είναι η κίτρινη αγελάδα του Φραντς Μαρκ, που δεν πρόκειται ποτέ να την αρμέξει κανείς, να την σταβλίσει κανείς, να την χρησιμοποιήσει κανείς. Ευλογημένη αγελάδα – Χόλυ κάου ινδήηδ, αγαπητοί μου, Χόλυ κάου ινδήηδ! Πες, έχεις δει ξανά μια τόσο όμορφη, τόσο γενναία, τόσο ευτυχισμένη, τόσο ερωτική αγελάδα; Αγελάδα ξεσάλωτη, αγελάδα προ της εκπτώσεως από τον αγελαδοπαράδεισο!

MarcCow

Τις αγελάδες μετά την πτώση τις ανέλαβε ο Μάρκος Σαγάλλ(ος αλλά όχι τελείως – πιο πολύ σαρώσος, εκ του σαρώνω, όχι του αμαρέττο αλλά του σαρωτικού τοιούτου).
Ο Μαρκ Σαγκάλ, λοιπόν, ήταν χωριατόπαιδο. Μεγαλωμένος στην αυλή ενός ρώσικου σπιτιού, όπου ο πιστός εβραίος χασάπης παππούς του έσφαζε, σύμφωνα με την παράδοση, πάντα κοσέρ, δυό τρεις γελάδες τη μέρα. Παρών στη σφαγή, ο Μαρκ την αντιμετωπίζει ως μιαν καθημερινότητα. Όμως, πρόκειται για μια ποιητική καθημερινότητα. Η σφαγή είναι σταύρωση και οδός επιστροφής σου λέει. Η σφαγμένη αγελάδα, το μπριζολίκι της αύριον, έχει κερδίσει την αιωνιότητα, έχει αναληφθεί στους ουρανούς. Να πως τα θυμάται:

ChagalVille

Ο παππούς στο στάβλο του με μια χοντρή αγελάδα. Η αγελάδα όρθια, ακίνητη, μοιάζει ξεροκέφαλη. Ο παππούς την πλησιάζει και της λέει:

«Ε, άκου δω! Για δώσε μου αυτά τα πόδια να τα δέσω, οι άνθρωποι χρειάζονται κρέας, κατάλαβες;»

Η αγελάδα πέφτει κάτω μ έναν αναστεναγμό. Ακούει το θρόισμα της σίκαλης και αντικρύζει τον ουρανό πίσω από το φράχτη.

Ο χασάπης, ντυμένος στα μαύρα και τα άσπρα, με το μαχαίρι στα χέρια, σηκώνει τα μανίκια. Με δυσκολία ακούς την προσευχή καθώς, τεντώνει καλά το λαιμό της και χώνει την λεπίδα στο λαρύγγι της.

Λίμνες αίματος.

Χωρίς να αδημονούν, οι σκύλοι, οι κότες που στέκονται τριγύρω περιμένουν μα στάλα αίμα, καμμιά μπουκίτσα που τυχαία θα πέσει χάμω. Ακούγονταν μόνο θροΐσματα, ήχοι κατάποσης και τα αγκομαχητά του παππού μες στα πίδακες λίπους κι αίματος.

Κι εσύ, μικρή αγελάδα, γυμνή και σταυρωμένη, ονειρεύεσαι στους ουρανούς. Χάρη στο ολόλαμπρο μαχαίρι ανελήφθης.

Σιωπή. Τα εντόσθια πλέκονται και τα κομμάτια του κρέατος διαχωρίζονται. Το δέρμα ξεφλουδίζεται. Τριανταφυλλόχρωμες μπουκιές αιωρούνται για λίγο καθώς ο ατμός συγκεντρώνεται στον αέρα.
Πεθυμάω κοψίδια.

Πως ένας άνθρωπος κατέχει τέτοια τέχνη! Έτσι καθημερινά δυό- τρεις αγελάδες σκοτώνονται για να μπορέσουν οι κάτοικοι να γευτούνε φρέσκο κρέας.


(Από το βιβλίο του Sydney Alexander, Marc Chagall: A Biography, εκδ. Putman, 1978)

chagal7fingers
Παράλληλα, για το Σαγκάλ είναι το σύμβολο της μιας πραγματικότητας της ζωής του. Μια άλλη είναι το Παρίσι. Αυτά τα δυό «παράθυρα» στον κόσμο του αφήνει ανοιχτά στο ωτορετράτο του με επτά δάχτυλα (για το Μουσείο μοντέρνας τέχνης του Άμστερνταμ ξεκινούν προσκυνητές).


Υστερόγραφον ή Απόδραση από τις Αγελάδες

chagalRooster
Στην πρώτη αγάπη, της ήρεμης ζωής, ο Μαρκ Σαγκάλ, μικρό παιδί, αγκαλιάζει τρυφερά το λαιμό του κόκκορα-αφέντη και τον ιππεύει λες κι ετοιμάζονται για το ταξίδι της επιστροφής. Ο Fredric Prokosch, (Voices: A Memoir, εκδ. Faber and Faber, Λονδίνο, 1983) θυμάται την συζήτησή τους, δίπλα στα βρώμικα νερά κάποιου καναλιού στη Βενετία.

«Όλοι οι πετεινοί είναι επηρμένοι» μου είπε σοβαρά. «Έχουν λόγους που είναι επηρμένοι. Ένας κόκορας είναι ιδιαιτέρως μεγαλοπρεπής. Αγαλλιάζει, κράζει και κυριαρχεί. Είναι ο αυτοκράτορας των λόφων της κοπριάς».
«Σας αρέσουν οι πετεινοί πιο πολύ από τους κύκνους; Έχετε ζωγραφίσει κύκνους ποτέ;»
«Προτιμώ τον πετεινό κατά πολύ. Ο πετεινός είναι ένας αριστοκράτης. Ο κύκνος είναι επίσης μεγαλοπρεπής, αλλά με πολύ μπουρζουάδικο τρόπο. Προσπαθεί να είναι αριστοκράτης αλλά δεν τα καταφέρνει τελείως. Ο κύκνος αρκείται στην αντανάκλαση του εαυτού του στο νερό. Ο πετεινός κοιτά τον ήλιο και βλέπει την αντανάκλασή του στον ήλιο."

24.11.05

Ο κόσμος ως πρωτότυπο



Ζωγράφισε τη ζωή όπως κανένας πριν από αυτόν, ζωγράφισε τη ζωική δύναμη απτή. Τα ήρεμα μα ετοιμοπόλεμα άλογά του, γαλάζια, κίτρινα, ήταν η ωραιότητα ενός παράλληλου σύμπαντος, στο οποίο «αναζητούμε κάτι πέρα από τον Ιμπρεσιονισμό», θα πει, «αναζητούμε τη φύση πέρα από το ορατό» ώστε «η φύση να είναι ξεκάθαρη». Αποκάλυψε στο βλέμμα τη ζωή ως όλον -- έναν αναβαπτισμένο ανιμισμό που μας οδηγούσε κατ ευθείαν στην βαθύτερη, καλά κρυμμένη κάτω από πέπλα «πολιτισμού», ανθρώπινη φύση. Ο κόσμος του πνεύματος δεν διαχωρίζεται από τον κόσμο της ύλης –ο αγαπημένος δυισμός της Δύσης ηττάται κατά κράτος σε κάθε του τελάρο. Διόλου τυχαία ο, προερχόμενος από την ορθόδοξη Ρωσία, Καντίνσκι γίνεται ο εικαστικός αδελφός του.

Τον λέγαν Φραντς Μαρκ. Είναι ένας μυστικός κι ένα απ τα αγόρια που αγαπάω για πάντα.

23.11.05

Ο αναρχικός - θεμέλιο


Στην Τίνα

Ο Μάρεϋ Μπούχτσιν στο βιβλίο του «The Spanish Anarchists -The Heroic Years» (AK Press) γράφει πως «Σε αντίθεση με το Μαρξισμό, που έχει τους ιδρυτές του, τη συγκεκριμένη και διακριτή βιβλιογραφια και την ξεκάθαρη κι ορισμένη ιδεολογία, για τις αναρχικές ιδέες δεν υπάρχει αδιαμφισβήτητο «Πιστεύω» (credo) […]Η Αναρχία είναι το διαχρονικό, ενστικτώδες, ερωτικό κίνημα της ανθρωπότητας που επιθυμεί να ταρακουνήσει τον καταπιεστικό μηχανισμό που δημιούργησε η ιεραρχική κοινωνία [...] η πολλαπλότητα των «Πιστεύω» που αναδύονται από αυτό το μεγάλο κίνημα των κοινωνικών βαθών, είναι ουσιαστικά συμπαγείς προσαρμογές σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο των διαχεόμενων θεμελιωδών λαϊκών συναισθημάτων -όχι καποιων αεί σταθερών δογμάτων».

Το αναρχικό, επαναστατικό κίνημα είναι γέννημα ενστικτώδες κι ερωτικό της κοινωνίας – του λαού. Κι η εμπειρία δείχνει, ότι η μαζικότητα του κινήματος ήταν πάντα κατάληξη του παραδείγματος που έδιναν κάθε φορά οι πρώτοι, οι αναρχικοί επαναστάτες που κινούνταν με βάση το παράδειγμα. Ήταν πρώτα και πάντα οι ίδιοι ακέραιοι, αδιάβλητοι, παθιασμένοι, ταπεινοί, με σεβασμό προς τον άνθρωπο, τον κάθε απλό, καταπιεσμένο άνθρωπο, που μπορεί να σκύβει σε κάποιο «τώρα» το κεφάλι, αλλά στο επόμενο «τώρα» θα είναι δίπλα τους στα οδοφράγματα. Ήταν μες στην παραγωγική διαδικασία – ο Ντουρούτι εργαζόταν για να ζήσει και ποτέ δεν έγινε «επαγγελματίας επαναστάτης». Ο αναρχικός επαναστάτης δεν περιφρονεί το λαό και δε ζει ως παράσιτο.

Ο λαός είναι αυτός στον οποίο απευθυνόμαστε, αυτός που καθορίζει τη στάση και το ήθος μας. Όταν ο Μπακούνιν έγραφε «Πρέπει να λεμε τα πάντα στο λαό. Μόνο από την αλήθεια αντλούνται δυνάμεις για να πολεμήσουμε τους δυνάστες. Ποτέ μισές αλήθειες! Η μισή αλήθεια είναι παραλογη στη θεωρία κι ολέθρια στην πραξη. Ποτέ ψέμμα! Το ευτελές δεν ταιριάζει στον επαναστάτη», όριζε ως κριτή και μέτρο της επαναστατικής μας στάσης και ταυτότητας το ανεκτίμητο: την αληθή, ειλικρινή σχέση με το λαό.

Το στοιχείο του πάθους, του συμπάσχειν και της ακέραιας κι αληθινής στάσης προς το λαό, ήταν αυτό που επέτρεψε στο Τζιουζέπε Φανέλλι να γίνει η φλόγα που άναψε τη μεγαλύτερη φωτιά της Ευρώπης. Ο ιταλός αναρχικός –σοσιαλιστής βουλευτής, πριν περάσει στην αντεξουσιαστική πάλη, ας σημειωθεί-, μετά από μια συζήτηση με τον Μπακούνιν, ξεκίνησε να μιλήσει για την κοινοτική, αντεξουσιαστική δόμηση της κοινωνίας στους Ισπανούς εργάτες, το σωτήριο έτος 1868.

Γράφει ο Μπούχτσιν στο ίδιο βιβλίο: «Ο Τζουζέπε Φανέλλι δεν ήταν ένας συνηθισμένος επισκέπτης της Ισπανίας. Το συντομο ταξίδι του επρόκειτο να έχει μια πολύχρονη επίδραση, αποτελώντας τον καταλύτη για αυτό που όχι μόνο θα γινόταν το πιο πολυάνθρωπο κι εξαπλωμένο αγροτο-εργατικό κίνημα στην ιστορία της Ισπανίας αλλά και το μεγαλύτερο των αναρχικών κινημάτων στη σύγχρονη Ευρώπη […] Το ταξίδι του Φανέλλι είχε όλα τα φόντα να καταλήξει σε παταγώδη αποτυχία. Οικονομικώς, γινόταν με τα λιγότερα δυνατά - ο Μπακούνιν είχε καταφέρει να μαζέψει ίσα ίσα όσα χρειαζόταν για το εισιτήριο κι έτσι ο Φανέλλι, λόγω έλλειψης χρημάτων είχε κι έλλειψη χρόνου. Επίσης, δε γνώριζε καθόλου την Ισπανία και με το ζόρι μπορούσε να φτιάξει μια πρόταση στα Ισπανικά [...]

Ο Φανέλλι μίλησε στους εργάτες στα ιταλικά ή τα γαλλικά κι εκείνοι, που ήξεραν μόνο ισπανικά, δεν είχαν προβλέψει να φέρουν κάποιο μεταφραστή. Αλλά από τη στιγμή που ο ψηλός, λεπτός ιταλός άρχισε να μιλά, κατάφερε να έρθει σε τέτοια επαφή με το κοινό του, το άρπαξε τόσο απόλυτα ώστε τα εμπόδια της γλώσσας εξαλείφθηκαν. Με τον πλούτο της λατίνας εκφραστικότητάς του και την τονικότητα της ομιλίας του, ο Φανέλλι κατάφερε να μεταφέρει με ηλεκτρικό αποτέλεσμα τον πλούτο του ελευθεριακού του οράματος αλλά και την πίκρα και την οργή του για την ανθρώπινη δυστυχία και την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. [...]

Δεκαετίες αργότερα, ο Ανσέλμο Λορένθο, που νεαρός τότε είχε παρακολουθήσει τη συνάντηση, θυμόταν «τα μαύρα εκφραστικά μάτια του Φανέλλι να βγάζουν αστραπές ή να πέρνουν μια έκφραση ευγενικής συμπόνιας, συμφωνα με τα συναισθηματα που τον κυριαρχούσαν. Η φωνή του είχε μιαν μεταλλική χροιά κι άλλαζε ανάλογα με όσα έλεγε, περνώντας από την προφορά της οργής και της απειλής προς τους τυράννους και τους εκμεταλλευτές σε κείνην της συμπόνιας και της παρηγορίας, όταν μιλούσε για τον πόνο των θυμάτων τους, έτσι όπως κάποιος που δεν εχει υποφέρει αλλα συμπάσχει θα μπορούσε να τους καταλάβει ή μάλλον καποιος που μέσα από τα δικά του αισθήματα μπορεί να κανει απτά τα υπερεπαναστατικά ιδεώδη της ειρήνης και της αδελφοσύνης. Μιλούσε γαλλικά κι ιταλικά, αλλά καταλαβαίναμε την εκφραστική του παντομίμα και δε χάσαμε τίποτε απ όσα είχε να πει».»

Ο Τζουζέπε Φανέλλι δεν επέστρεψε ποτέ στην Ισπανία και δεν έζησε για να δει να ανδριεύει ο σπόρος που έσπειρε –οκτώ χρόνια μετά το ταξίδι του τον θέρισε η φυματίωση. Ο Μπούχτσιν, αποτείοντας φόρο τιμής σε αυτή την σπάνια ψυχή, σημειώνει πως «για το Φανέλλι η επανάσταση ήταν τρόπος ζωής, όχι κάποιος θεωρητικός στόχος». Ζώντας ως αναρχικός, προσφέροντας παραδειγματικά το ήθος που αυτό σημαίνει, ο Φανέλλι αποτέλεσε το θεμέλιο του θαύματος της Ανδαλουσίας και της Καταλωνίας.

Η εμπειρία του κινήματος λέει ότι το παράδειγμα, το ήθος, η ακεραιότητα, η συνέπεια λόγων και πράξεων, είναι αυτά που έχει να προσφέρει ένας αναρχικός, σε μια κοινωνία που βρίσκεται σε κρίση, με μιαν ηγεσία που βυθίζεται όλο και βαθύτερα στην διαφθορά. Κι αυτό, χωρίς να αποκόπτεται από το λαό. Όντας λαός κι ο ίδιος. Ο σπόρος του παραδείγματος είναι αυτός που ανθίζει. Κι είναι η ικανότητα του σπορέα αυτή που φαίνεται να χάσαμε. Ίσως γιατί πια έχουμε αποκοπεί από τις ρίζες του κινήματος κι από τους σωτήριους βίους των δικών μας αγίων –ο Μπούχτσιν τη δικαιώνει αυτή τη λέξη, αναφέροντας πως έτσι αποκαλούσε ο απλός λαός της Ισπανίας τον αναρχικό Φερμίν Σαλβοτσέα. Λέει ακόμη πως, χρειάστηκαν τρεις γενιές αγώνα των Φρανκιστών για να ξεριζώσουν τη μνήμη του «Αγίου Φερμίν» από τις καρδιές των απλών ανδαλουσιάνων – όχι των αναρχικών ανδαλουσιάνων, αλλά του λαού. Δεν τα κατάφεραν. Γιατί η μνήμη του παραδείγματος και του ήθους ήταν αναγκαία στο λαό, ως μνήμη της αξιοπρέπειάς του.

Από την εφημερίδα "Βαβυλωνία".

21.11.05

Το ίχνος της ακρίδας, η σκιά του δράκου


«Να θυμάσαι ότι ο σοφός άνδρας πάντα περπατά με το κεφάλι χαμηλωμένο, ταπεινός όσο η σκόνη…»

Είδε όλες τις ταινίες του Δράκοντα Λι Σάο, που η Δύση αποκαλεί Μπρους Λη. Είδε όλα τα επεισόδια της πρώτης περιόδου του τηλεοπτικού «Κουνγκ Φου». Αγάπησε τον Λι Σάο αλλά ταυτίστηκε με τον μικρό Κέην, τον Ακρίδα.

Το Σάββατο, μια μέρα πριν την εξέταση για ζώνη, τον κρατούσε ο παππούς. Ζήτησε και του δόθηκε – ο παππούς δε χαλάει χατήρια.

Τότε εθρήσκευσε συνειδητά πρώτη φορά. Θυσίασε τα μαλλιά του, κοινώνησε το ιερό, αποδέχθηκε το μύθο.

19.11.05

Joanna S. writes…

κι η Μιραντολίνα μεταφράζει.

"9/11/2005

Ακριβή μου,

Μια καινούρια περιπέτεια με περίμενε στη στροφή. Έφυγα ξαφνικά γιατί επελέγην ως διεθνής παρατηρήτρια στις επερχόμενες εκλογές της Σρι Λάνκα. Είμαστε μια ομάδα 110 διεθνών παρατηρητών, επιλεγμένοι από όλο τον κόσμο, από το Αφγανιστάν, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, την Ιαπωνία, τον Καναδά… Θα στηθούν 10.100 κάλπες σε όλη τη χώρα και τα εκλογικά κέντρα θα επανδρωθούν από χιλιάδες ντόπιους, αλλά το αδιάβλητο των εκλογών θα πρέπει να το βεβαιώσουμε οι διεθνείς παρατηρητές.
Οι εκλογές είναι στις 17 Νοέμβρη.

Το νησί κάποτε το ξέραμε με το αποικιοκρατικό όνομα που της δώσαν οι βρετανοί, ως Κεϋλάνη, αλλά όταν κέρδισε την ανεξαρτησία του το άλλαξε σε Σρι – δηλαδή εκθαμβωτική- Λάνκα.
……

10/11

Έφτασα στο παραδεισένιο νησί. Καθώς το αεροπλάνο άρχισε να κατεβαίνει για την προσγείωση νόμιζα πως αυτό που έβλεπα ήταν ο κυματισμός της θάλασσας, όμως ήταν το ατελείωτο κύμα των δένδρων στις φυτείες μπανάνας. Καθώς κατεβαίναμε από το αεροσκάφος, μια κυρία μες σε ένα υπέροχο τοπικό ρούχο μας καλωσόριζε έναν έναν, έχοντας ενωμένες τις παλάμες μπροστά της, υποκλινόμενη.

Το Κολόμπο, η πρωτεύουσα είναι μια τυπική μεγαλούπολη αναπτυσσόμενης χώρας, με πολύχρωμα τρίτροχα μικρά μοτοσακό-ταξί να συναγωνίζονται λαμπερές μερσεντές στο δρόμο. Οι δρόμοι είναι γεμάτοι ανθρώπους, οι κυρίες τυλιγμένες στα σάρι τους, άνδρες ντυμένοι μόνο μ ένα μακρύ πουκάμισο κι ο παραδοσιακός βουδιστής μοναχός που και που. Τεράστια αγάλματα θεοτήτων, κάποια του Βούδα, κάποια ακόμη και του Ιησού, είναι κλεισμένα μες σε ειδικές, μεγάλες γυάλινες κατασκευές, ενώ οι αγελάδες στέκονται ήρεμες στο δρόμο.

Ο οδηγός μου, που με παρέλαβε στο αεροδρόμιο, λέγεται Ροδρίγο. Πρώην στρατιωτικός που, όπως μου είπε, ξύπνησε ένα πρωί συνειδητοποιώντας πως όλο κι όλο που έχουμε πάνω στη γη είναι 70 άντε 80 χρόνια και δεν ήθελε να τα σπαταλήσει πολεμώντας. Ως στρατιωτικός, σχεδόν δεν έβλεπε την οικογένειά του. Τώρα είναι συνεχώς κοντά στα παιδιά του, στους δυό γιούς του, και με τη σύνταξη και τη δουλειά του σαν σωφέρ τα βολεύουν.

Όλοι σου χαμογελούν εδώ. Στο δρόμο, στα μαγαζιά, στο ξενοδοχείο…

Μένω σε ένα εκπληκτικό αποικιακό ξενοδοχείο, που κάποτε ήταν η κατοικία του βρετανού κυβερνήτη. Έχει ιδιωτική παραλία κι από το δωμάτιό μου – που είναι ίσα με το σαλόνι μου κι έχει ένα ιμπεριάλ κρεββάτι! —βλέπω τη χρυσή ακρογιαλιά και τα φοινικόδενδρα.

11/11

Οι άλλοι παρατηρητές έχουν αρχίσει να φτάνουν σιγά σιγά. Οι περισσότεροι προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε το τζετ λαγκ από τη διήμερη πτήση. Είμαστε από κάθε ηλικία, κάθε φυλή, διάφορα επαγγέλματα. Ψυχολόγοι από το Στάνφορντ (ΗΠΑ) που έχουν ειδικευθεί στις μετεμφυλιακές θεραπευτικές διαδικασίες. Ο ελβετός Λωράν που δουλεύει για μια μη κυβερνητική οργάνωση (ΜΚΟ) ενάντια στις νάρκες. Η Λίμπυ από την Αυστραλία που δουλεύει με την Όξφαμ. …
Μαζί με την διαπίστευση μου έδωσαν ένα πακέτο πληροφοριακό υλικό, ένα γιλέκο, την ειδική σήμανση για το μπράτσο και το καπέλο – όλα όσα με κάνουν να αναγνωρίζομαι άμεσα ως διεθνής παρατηρήτρια των εκλογών.

Μου είπαν ότι πρέπει να τα φορώ πάντα όταν βρίσκομαι εκτός ξενοδοχείου, ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλειά μου. Μου δώσαν και μια τεράστια κίτρινη ομπρέλα με το logo της ΜΚΟ που οργάνωσε την διεθνή ομάδα. Είναι πολύ χρήσιμη – μη ξεχνάς ότι βρισκόμαστε στην περίοδο των βροχών. …

Έχει τόση ζέστη! Έφτασα φορώντας τζην και ένα μακρυμάνικο πουκάμισο γιατί μας είχαν πει ότι δεν πρέπει να δείχνουμε ποτέ τους ώμους μας και τα πόδια μας, από σεβασμό στους ντόπιους, και μου φάνηκε ότι θα πάθω αποπληξία. Ξέρεις πόσο αγαπάω τη ζέστη οπότε καταλαβαίνεις για τι πράγμα μιλάω…

Ο Ροδρίγο με πήγε στα μαγαζιά να αγοράσω ρούχα. Πήρα μερικές φούστες μακρυές με δύο ευρώ τη μία και ένα πακέτο χρωματιστά τι σερτς με πέντε ευρώ. Πολύ όμορφα και πολύ φθηνά.

Μας ανακοίνωσαν που θα μας τοποθετήσουν. Με στέλνουν στο Ματάλε. Καλά νέα για την οικογένειά μου – δεν είναι περιοχή συγκρούσεων, είναι στο κέντρο του νησιού και ψηλά στα βουνά.
……
Πάω για φαγητό. Να δούμε πως θα καταφέρω να γλιτώσω από το κάρρυ. Είχα μια εκρηκτική εμπειρία στο μεσημεριανό. Έμεινα με κομμένη την ανάσα, αφήνοντας τα δάκρυα να τρέχουν ποτάμι στο πρόσωπό μου. Κουνούσα τα χέρια απελπισμένη ελπίζοντας ότι η σερβιτόρα θα καταλάβει ότι ήθελα νερό. Ήταν πολύ ευγενής – δεν έβαλε τα γέλια με τα χάλια μου! Ίσα ίσα, κούνησε το κεφάλι της κι είπε «Μα’αμ, τα πικάντικα δεν τα συνηθίζεις;». Έχω την αίσθηση ότι χάνω συνεχώς βάρος από την ώρα που ήλθα εδώ.

Αυτά για τώρα. Μα Μα Στουθύ – είναι τα μόνα σινχαλέζικα που έμαθα και σημαίνουν «ευχαριστώ».

13/11

Τις τελευταίες δύο μέρες παρακολουθώ το σεμινάριο για τους διεθνείς παρατηρητές. Εντατικό! Πρέπει να ξέρουμε τα πάντα για το νησί, την πολιτική, την εκλογική νομοθεσία, το ρόλο των ΜΜΕ, τις περιοχές των συγκρούσεων, τις ρυθμίσεις ασφαλείας, το που πρέπει να πάμε, πώς να κινηθούμε όταν είμαστε στο πόστο μας.

Ίσως σε ενδιαφέρουν κάποια στοιχεία. Περισσότεροι από 25.000 άνθρωποι δουλεύουν στην οργάνωση των εκλογών, για τον ίδιο οργανισμό που με έφερε εδώ, τον PAFFREL (People's Action for Free and Fair Elections).

Στην Σρι Λάνκα λειτουργούν νόμιμα 51 κόμματα, αλλά ο εκλογικός αγώνας είναι μεταξύ των δύο μεγαλύτερων, των UNP (μείζον της αντιπολίτευσης) και UFPA (κυβερνόν). Σε τούτες τις εκλογές, τις πέμπτες προεδρικές εκλογές της χώρας, κατεβαίνουν δεκατρείς υποψήφιοι. Οι εγγεγραμμένοι είναι 13,3 εκατομμύρια κι αναμένεται να ψηφίσει το 80%.
…………
Εμείς πρέπει να ελέγχουμε αν τα εκλογικά κέντρα άνοιξαν κι έκλεισαν στην ώρα τους, αν όντως είναι μυστική η ψηφοφορία, αν υπάρχουν ενδείξεις επηρεασμού ή προσβολής των ψηφοφόρων, αν ελέγχεται από τους αξιωματούχους η πιθανότητα διπλοψηφίας… Οι ψηφοφόροι δεν είναι υποχρεωμένοι να φέρουν ταυτότητες, γιατί απλά οι περισσότεροι κάτοικοι δεν έχουν βγάλει ταυτότητα ποτέ. Όταν ψηφίσουν, τους βάζουν ένα σημάδι με ανεξίτηλο μελάνι στο μικρό τους δάχτυλο.
…………
Το Ματάλε είναι πανέμορφο, μου λένε. Δάση και ζούγκλα προς τα ανατολικά του, όπου μπορείς να δεις τα κοπάδια των άγριων ελεφάντων. Έχει περίπου 300.000 ψηφοφόρους και 265 εκλογικά κέντρα. Υπάρχουν πολλοί μουσουλμάνοι, απόγονοι αράβων που ήρθαν πριν εκατοντάδες χρόνια στο νησί.

Στην ομάδα μου είμαστε τρεις άνθρωποι. Εγώ, ένας πακιστανός και μία ινδονήσια. Το καλό είναι ότι είναι κι οι δυό τους μουσουλμάνοι και θα γίνουν ευκολότερα αποδεκτοί από τις τοπικές κοινότητες. Ένοιωσα λίγο παράξενα με τον πακιστανό, γιατί μου είπε, στην πρώτη κιόλας κουβέντα μας, ότι θεωρεί πως οι αμερικάνοι ήξεραν ότι θα πλήξει σεισμός την χώρα του κι επίτηδες δεν πληροφόρησαν τους πακιστανούς. Αυτό που άφηνε να υπονοηθεί είναι ότι οι ΗΠΑ δημιούργησαν το σεισμό. Ήταν το μόνο τέτοιου είδους σχόλιο που άκουσα μες στην ομάδα των παρατηρητών. Φαντάζεσαι τον ενθουσιασμό μου όταν έμαθα ότι έπρεπε να είμαι μαζί του…

Όμως, σύντομα μου πέρασε. Το σκέφτηκα – είναι μια καλή ευκαιρία να του αλλάξω τη γνώμη ή έστω να τον κάνω να σκεφτεί ότι ίσως δεν είναι όλοι όπως τους φαντάζεται στην πατρίδα μου.

Χτες το βράδυ έφαγα στην παραλία, δίπλα στο κύμα, ακούγοντας ένα ντουέτο κιθαριστών με μόνο φως τα κεριά που ήταν χωμένα στην άμμο.

Σήμερα είναι το τελευταίο μου βράδυ στο υπερπολυτελές ξενοδοχείο. Αύριο, 10 το πρωί, όλη η ομάδα πρέπει να είμαστε στο Ματάλε. Ο μεταφραστής μου, που τον γνώρισα σήμερα, είναι ένας γλυκός γέροντας από το Ματάλε, πολύ μορφωμένος, που έχει αποφασίσει να μου δείξει όλες τις ομορφιές της ιδιαίτερης πατρίδας του.

14/11

Έφτασα χτες στην περιοχή του Ματάλε. Δάση, Ζούγκλα και λόφοι με κορφές σκεπασμένες τεμπέλικα σύννεφα. Βουδιστικοί ναοί και φρουταγορές, ποδήλατα, τρίκυκλα ταξί, όσα πρόλαβα να δω στη διαδρομή ως εδώ.

Φτάσαμε και βολευτήκαμε στα δωμάτια του ξενοδοχείου. Κατεβήκαμε σε λίγο για να γνωρίσουμε τον κύριο Γκουνταράσα, τον επαρχιακό αντιπρόσωπο. Ένας γέροντας με δέρμα στο χρώμα του τικ και κατάλευκα μαλλιά, ανύπανδρος κι αφοσιωμένος στο σκοπό του. Αναζητήσαμε τους καλύτερους τρόπους συνεννόησης με τους τοπικούς παρατηρητές και συζητήσαμε τα προβλήματα.

Σήμερα, όπως είχαμε συνεννοηθεί από το προηγούμενο βράδυ, πριν συναντήσουμε τον κύριο Γκουνταράσα, πήγαμε σε ένα βουδιστικό ναό όπου μαζεύονταν πολλοί εκ των τοπικών παρατηρητών. Στον ναό, οι καλόγεροι είχαν μόλις ξεκινήσει ένα ψαλμό που κρατά τριάντα τρεις ώρες και αναμετέδιδαν το διαπεραστικό τραγούδι τους από τα ηχεία. Φύγαμε για αλλού. Εντοπίσαμε τους ντόπιους αντιπροσώπους. Άνθρωποι ντροπαλοί, έτοιμοι να χαμογελάσουν, έντιμα πρόσωπα, πόδια και χέρια ταλαιπωρημένα. …

Οι άνδρες κάθονταν στα αριστερά του χώρου, σε ξύλινους πάγκους, κι οι γυναίκες στα δεξιά. Οι διεθνείς παρατηρητές αυτοπαρουσιαστήκαμε, είπαμε τι κάνουμε ο καθένας στη χώρα του και πόσο θέλαμε να μπορέσουμε να επιβεβαιώσουμε στο τέλος ότι οι εκλογές τους ήταν ελεύθερες και δίκαιες.
………
Μου ανακοίνωσαν ότι είχαν αποφασίσει να με στείλουν στις αγροτικές, απόμακρες περιοχές Λαγγάλε και Ραττότα. Συνολικά 150 εκλογικά κέντρα. Αποφασίσαμε ποια θα ήταν καλύτερα να επισκεφθώ και καταλήξαμε σε 15 από το Λαγγάλε και επτά από το Ραττότα.
……
Βγαίνοντας έξω, συναντήσαμε μια άλλη διεθνή παρατηρήτρια, από την Κοινοπολιτεία. Μας είπε να προσέχουμε γιατί δίπλα στο ξενοδοχείο μας είχε γίνει ένας φόνος το προηγούμενο βράδυ και αναμένονταν νέα περιστατικά βίας στην περιοχή.
……
Τελικά τα πάω τέλεια με τον πακιστανό μου συνάδελφο, το Φαρούκ. Είναι καταπληκτικός άνθρωπος, με τεράστια πείρα σε θέματα εκδημοκρατισμού. Έχει στήσει ένα σωρό ΜΚΟ στην πατρίδα του! Μετά την παρεξηγησούλα της αρχής έχουμε γίνει οι καλύτεροι φίλοι! Δε χρειάζεται να μιλάμε, συνεννοούμαστε με ένα βλέμμα. Είμαστε κι οι δύο δουλευταράδες και θεωρούμε σοβαρή τη δουλειά μας εδώ. Κατανοούμε τι σημαίνει «αναπτυσσόμενο κράτος». Δεν μπορώ να πω το ίδιο για την κυρία από την Ινδονησία. Δεν έρχεται στις συναντήσεις, δεν προτείνει ποτέ τίποτε, τρέχει από τη μία τουριστική ατραξιόν στην άλλη.
……
Είναι νύχτα και νωρίτερα είχαμε μπλακ άουτ για καμμιάν ώρα. Τα μπλακ άουτ είναι συνεχή, κι ο μικρός φακός που είχα αγοράσει τρία ευρώ στο Μοναστηράκι είναι πολύ χρήσιμος! Στους σκοτεινούς δρόμους κυκλοφορούν κυρίως αγελάδες κι οι οδηγοί πρέπει να προσέχουν να τις αποφεύγουν. Το ξενοδοχείο μας έχει τυπικά μπαγκαλόουζ της περιοχής. Η ομορφιά είναι στη λεπτομέρεια .. Μπωλ με νερό όπου πλέουν λουλούδια, η τεράστια κουνουπιέρα στο κρεββάτι..
………
Φοράω πάντα τα σανδάλια μου για να αντιμετωπίσω τη λάσπη και το νερό. Βρέχει. Φοράω συνέχεια κάποια από τις φούστες που αγόρασα στο Κολόμπο. Σ αυτή τη λάσπη το τελευταίο που φοράς είναι τζην. Το φαγητό είναι πολύ πικάντικο αλλά επιμένω και τελικά μου φέρνουν κάτι χωρίς πολλά μπαχαρικά. Κάνουν μια υπέροχη τηγανίτα από ρύζι, που τη λένε Χόππα και μπορείς να τη βρεις παντού. Έχουν ποσότητες φρούτων, μα είναι ότι βρίσκεις και στην Κούβα ή την Κολομβία, χωρίς να φτάνουν την ποιότητα της λατινικής Αμερικής.

Το τοπίο που αντικρύζω είναι καταπληκτικό. Αύριο ίσως μείνει χρόνος να μπορέσω να δω περισσότερα. Νοιώθω κουρασμένη από τις ώρες που πέρασα ταξιδεύοντας με το βαν αλλά κι ευτυχισμένη που ζω αυτή την υπέροχη εμπειρία.

15/11

Η κυρία από το ξενοδοχείο μου έφερε τους λογαριασμούς. Όπου κι αν πάμε φέρνουν όλους τους λογαριασμούς σε μένα. Όταν τηλεφωνούν από το Κολόμπο να μάθουν τι γίνεται με την ομάδα μας, πάντα ζητούν να μιλήσουν με μένα. Έχω την εντύπωση ότι όλα αυτά συμβαίνουν γιατί είμαι λευκή. Είναι περίεργο που, παρότι είμαι γυναίκα, η λευκή μου επιδερμίδα με τοποθετεί στην κορυφή σε αυτόν τον προκατειλημμένο κόσμο.

16/11

Ο Ρασάντ, ο μεταφραστής μου, ξύπνησε αργά, ως συνήθως. Όσο τον ανέμενα, η ινδονήσια κυρία, η Αλάι, μου μίλησε. Ήταν η πρώτη φορά που μου απηύθυνε το λόγο σε ολόκληρο το ταξίδι. Μοιάζει να με αντιπαθεί σφόδρα και δεν ξέρω αν έκανα κάτι που την ενόχλησε ή φταίει η άποψή της για τις χριστιανές γυναίκες. Είναι μουσουλμάνα φονταμενταλίστρια, φοράει τη μαντήλα συνεχώς και προσεύχεται όλες τις προβλεπόμενες ώρες.

Έφυγα με τον Ρασάντ και τον Ραβί, τον νέο οδηγό. Αρχίσαμε περιοδεία στα εκλογικά κέντρα της Ραττότα. Για να φτάσουμε σε ορισμένα έπρεπε να διασχίσουμε τη ζούγκλα, τόπους στους οποίους ακολουθούσαμε χαραγμένα χωμάτινα μονοπάτια.

Σε μια πόλη, ένας άνδρας από το UNP (αντιπολίτευση) ήρθε να μας πει ότι το κυβερνόν κόμμα έδινε χρήματα σε ψηφοφόρους για να εξασφαλίσει ψήφους. Πήγαμε στα κυβερνητικά γραφεία κι αντικρίσαμε μια ουρά 50-60 ατόμων. Άρχισα να βγάζω φωτογραφίες. Ο Ρασάντ ρωτούσε όσους στέκονταν στην ουρά τι περίμεναν. Είπαν ότι περίμεναν για το σαμουρντί τους – το επίδομα της κοινωνικής πρόνοιας. Ήταν ολοφάνερα ύποπτο το γεγονός ότι αυτό τους δίδονταν μια μέρα πριν τις εκλογές.

Πήγα να ανέβω τα σκαλιά, όταν μας περικύκλωσε μια ομάδα ανδρών. Δυσοσμία και μια βαριά μυρωδιά αλκοόλ γέμισε τον αέρα, και τα χείλη, οι γλώσσες, τα δόντια τους ήταν κατακόκκινα από το μάσημα του φύλλου μπετέλ. Απ ότι κατάλαβα, πρόκειται για ένα είδος κόκας που τους ανεβάζει. Δεν είμαι σίγουρη, δεν μπόρεσα να το ψάξω περισσότερο (ή να το δοκιμάσω, γιατί όχι;). Όταν μεθυσμένοι άνδρες με χαλασμένα δόντια που μασουλάνε μπετέλ και το αφήνουν να ξεφεύγει απ τη γωνία των στομάτων τους σε περικυκλώνουν και προσπαθούν να σε εμποδίσουν να φωτογραφήσεις, όσο να ναι τρομάζεις κάπως. Σταμάτησα κι αρχίσαμε με το Ρασάντ να χαμογελάμε και να υποκλινόμαστε λέγοντας ότι μάλλον κάναμε λάθος, οπισθοχωρώντας όσο πιο γρήγορα μας επιτρεπόταν. Φτάσαμε σώοι στο βαν κι ο καλός πιστός Ραβί, που μας περίμενε με ανοικτή την πόρτα, ξεκίνησε αμέσως".

Μετά τις εκλογές στη Σρι Λάνκα

17.11.05

ΠΟΙΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ;

Ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος αντεπιτίθεται!

Καλησπέρα σας κυρίες και κύριοι. Σήμερα, το ρεπορτάζ μας ξεπερνάει τα στενά όρια της χώρας. Καθίστε καλά στις καρέκλες σας, γιατί δε θα πιστεύετε στα μάτια σας.

Ακόμη μια αποκαλυπτική εκπομπή ξεκινάει, ακόμη ένα σκάνδαλο αποκαλύπτεται σήμερα από αυτή την εκπομπή, από εμένα και τους συνεργάτες μου. Ένα σκάνδαλο μοναδικής έκτασης.

Μόνο αυτό σας λέω: το θέμα που ξεκινά σήμερα, δεν θα τελειώσει και σήμερα. Η έρευνά μας έφτασε σε βάθος που κανείς άλλος δεν τόλμησε. Για τις ανάγκες του ρεπορτάζ, ταξιδέψαμε στη Μέση Ανατολή, βαδίσαμε στη Βηθλεέμ, στη Ναζαρέτ, στη Σαμάρεια.

Και, μόνοι εμείς τολμούμε να αποκαλύψουμε την αλήθεια για τον άνδρα με τα πολλά ονόματα που αναστάτωσε την βασανισμένη Μέση Ανατολή. Μόνο εμείς απαντάμε στο καυτό ερώτημα: Ποιος είναι ο Ιησούς ή Εμμανουήλ ή Ναζωραίος ή Χριστός;

Ποιά είναι η σχέση του Ισραηλινής καταγωγής διεθνώς καταζητούμενου με το ελληνικό υπουργείο παιδείας και θρησκευμάτων;

Πως έφτασε ένας μαραγκός να διδάσκει θεολογία και να διατηρεί και δώδεκα ιδιαίτερα – κάποιοι κάνουν λόγο και για εβδομήκοντα; Ποιοι του επέτρεψαν να διδάσκει χωρίς πτυχίο; Εδώ νέοι πτυχιούχοι, με μεταπτυχιακά, με διδακτορικά, δεν μπορούν να βρουν μια δουλειά. Πως ο Κύριος αυτός έφτασε όχι μόνο να διδάσκει αλλά να συναντάται στο Ναό με την ελίτ της διανόησης και του νομικού κόσμου της χώρας;

Κι εδώ να σας πω ότι θα παρακολουθήσετε, κι έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, τη μαρτυρία, τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις μητέρας νεαρού ψαρά ο οποίος εγκατέλειψε το σπίτι του, τη δουλειά του, την βάρκα του την κουρελού την χιλιομπαλωμένη, για να ακολουθήσει και να υπηρετεί τον άνθρωπο αυτό.

Τα ερωτήματα όμως συνεχίζουν να διατυπώνονται αμείλικτα.

Ποιοι κέρδισαν από τις δεκάδες δήθεν θεραπείες του Κυρίου αυτού, και ποιοι, μέσα από τον ιατρικό σύλλογο, τον καλύπτουν;

Ποιοι κερδίσανε από τις μετοχές κατασκευαστικών μετά την δημόσια δήλωση του περί γκρεμίσματος και ξανακτισίματος του ναού σε τρεις μέρες; Ποια βρώμικα παιγνίδια παίχτηκαν τότε στο ΧΑΙ (Χρηματιστήριο Αξιών Ιερουσαλήμ);

Γιατί δεν πήγε ο Χριστός φαντάρος; Με ποιές πλάτες απέφυγε την στρατωτική θητεία; Γιατί ψευδομαρτύρησε, λέγοντας ότι τον είδε φαντάρο, ο γνωστός μπασκετμπολίστας Αργύρης Καμπούρης;

Ποιός γνωστός ευκατάστατος Φαρισαίος και γραμματεύς παραχώρησε κατοικία δωρεάν επί τριήμερο στο Ναζωραίο;

Ποιός τον ειδοποίησε για τις επικείμενες διώξεις όταν έσπευσε να εξαφανιστεί επί σαράντα ημέρες; Είχε ή δεν είχε, σε αυτό το διάστημα, συνομιλίες με σκοτεινούς κύκλους;

Που κρύβεται σήμερα αυτός ο κύριος, που εξαφανίστηκε λίγες μέρες μετά την ανάστασή του;

Ποιες οι σχέσεις του με τον εκ δεξιών ληστή και γιατί επέλεξε να σώσει αυτόν κι όχι τον εξ αριστερών; Έχει ή δεν έχει σχέση με το συγκεκριμένο πρόσωπο ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος; Γνωρίζει το άτομο αυτό και τη διδασκαλία του; Και τι γνώμη έχει;

Και τέλος

Ποιοι προσπάθησαν να σταματήσουν το Μάκη Τριανταφυλλόπουλο και τους συνεργάτες μου; Ποιοι προσπαθούν να σταματήσουν την έρευνά μας;

Όλα αυτά κυρίες και κύριοι θα τα αποκαλύψει το ρεπορτάζ. Το κουβάρι θα ξετυλίγεται αργά, καθώς θα συζητάμε τις καυτές σημερινές αποκαλύψεις με τους καλεσμένους μας.

Στο πάνελ μαζί μας σήμερα, οι αδέκαστοι κύριοι Άννας και Καϊάφας. Εκ δεξιών τους, με την πλάτη γυρισμένη στο φακό ο κύριος αριστερός ληστής, δίπλα του ο Βαραββάς, και αμέσως μετά, από τον καλλιτεχνικό χώρο, εξ Ιταλίας, ο κ. Δαβίντσις, και τέλος η κυρία Πιλάτου, εκπρόσωπος του «Συλλόγου Μικροβιοφοβικών Ανατολικής Μεσογείου» και ιδρύτρια του «Ομίλου Θαυμαστών των Τσοπάνα Ρέηβ Με Χωρισμένους Γονείς και Έξι Δάχτυλα Στο Αριστερό Τους Πόδι».

Πριν περάσουμε σε διαφημίσεις, να πούμε ότι ζήτησε να παρέμβει στην εκπομπή μας ο κύριος Σαμαρείτης Καλός. Δεν γνωρίζουμε αν σχετίζεται με στέλεχος της κυβέρνησης αλλά αυτό ακριβώς ερευνά η Κιμ αυτή τη στιγμή. Όμως δεν μπορώ να δεχθώ να παρέμβει στην εκπομπή μας ο κος Σαμαρείτης διότι ένα βράδυ που βρεχε και δεν είχα ομπρέλα δεν μου έδωσε τη δική του. Αυτό και μόνο, θα συμφωνήσετε όλοι μαζί μου, αποδεικνύει ότι δεν είναι άξιος της ιδιότητάς του ως Σαμαρείτης Καλός και, φυσικά, δεν μας επιτρέπει να του δώσουμε το λόγο. Όχι σε αυτή την εκπομπή τουλάχιστον. Πάμε σε διαφημίσεις και σε λίγο πάλι μαζί.

15.11.05

Ετυμολογικόν λεξικόν της αναμπάμ παπαντάμ ελληνικής

Μέρος Α΄ ή Μαιανδρικόν

Κατσαρίδα: Έντομο μαύρου ή καφέ χρώματος. Υποκορ. Τερέζα. Λέξις της νέας ελληνικής, σύνθετος εκ των κλατς+αρίδα – κατσαρίδα είναι, δηλαδή, αυτό που όταν το πατά η αρίδα κάνει κλατς. Το λάμδα φεύγει χάριν ευφωνίας.

Κίνδυνος: Λέξις της αρχαίας σύνθετος, υπό των κυν-ος (σκύλος) και δεινός (τρομερός, φοβερός – βλ. πολλά τα δεινά κουδέν δεινότερον ανθρώπου πέλει). Οι αρχαίοι ημών, για να φυλάττουν τις οικίες των σπιτιών τους χρησιμοποιούσαν άγρια σκυλιά. Υποχρεούντο όμως υπό του νόμου, όταν είχαν κύνες δεινούς, να τοποθετούν πινακίδα στην εξώπορτα με την επιγραφή «Προσοχή ΚΥΝ ΔΕΙΝΟΣ».
Οι δεινοί κύνες ήτο επιθετικοί και ως εκ τούτου η έκφραση «κυν δεινός» εμφανίζεται κατά τους ελληνιστικούς χρόνους να λαμβάνει την έννοια της πιθανότητος να συμβεί κάτι κακό (λ.χ. να σε προλάβει ο κυν ο δεινός).
Η ορθογραφία απλοποιείται από τον μεσαιωνικό δάσκαλο Ράλλειο της Κορφούς, ο οποίος ήθελε να γλιτώσει από κόπο τους μοναχούς αντιγραφείς κι από έξοδα τα μοναστήρια (ναν καλά).

Γιουβαρλάκι: Το φαγητό αυτό φέρεται να εφηύρε αλλοδαπή παντρεμένη με έλληνα, της οποίας ο υιός ονομάζονταν Λάκης. Ο Λάκης αγαπούσε ιδιαιτέρως το φαγητό που είχε δημιουργήσει η μαμά του, κι όταν το εύρισκε ορμούσε στο τραπέζι ξεχνώντας τους καλούς του τρόπους. Η ξένη, θέλοντας να τον εμποδίζει να αδειάσει τη σουπιέρα, κατέφευγε στην κραυγή «Γιου Φαρ, Λάκη!», δηλαδή «μείνε μακρυά, Λάκη!».
Εν τω μεταξύ, οι αγγλικά-γιοκ-ελληνίδες γειτόνισσες τάιζαν τους κανακάρηδές τους δύο σουπιέρες στην καθησιά και δεν μπορούσαν να αντιληφθούν γιατί και πως η αλλοδαπή δεν ήθελε να αφήσει το καμάρι της να μαγαρίσει τη σουπιέρα. Εξ ου και θεώρησαν ότι η κραυγή της αποτελούσε κάλεσμα στον διάδοχο, πρόσκληση να γευθεί το μυστηριώδες φαγητό. Έτσι, φρόντισαν να αποκτήσουν όλες τους τη συνταγή, οδηγώντας στη διάδοση του φαγητού αυτού. (Όπως αντιλαμβάνεστε, το φ έγινε β χάριν ευφωνίας-- η οποία ευφωνία είναι εμφανέστατα πολύ χρήσιμο πράγμα)

13.11.05

Αργοναυτική Εκστρατεία



Ο Ιάσων γεννήθηκε στη Σαγκάη. Δεν έφυγε ποτέ από κει, ως τα 23 του χρόνια, όταν η εταιρία στην οποία εργάζεται (κι έχει ποσοστό), τον έστειλε σε Ιρλανδία, Γαλλία και Ιταλία να υπογράψει κάτι συμφωνίες.

Είναι μηχανικός λογισμικού. Κινέζος. Το «Ιάσων» δεν είναι το πραγματικό του όνομα. Είναι το όνομα που διάλεξε ο ίδιος για να συστήνεται στους δυτικούς. Μεγάλο μεράκι η ελληνική μυθολογία! Την ξέρει σαν την τσέπη του. Μεγάλο μεράκι κι η Ελλάδα! Αφού βρέθηκε τόσο κοντά της δεν μπορούσε να μην έρθει!

Το ποσό που πλήρωσε για τα αεροπορικά εισιτήρια Ρώμη-Αθήνα-Ρώμη καλοκαιριάτικο, είναι πολύ μεγάλο για τα οικονομικά του δεδομένα. Ένας καλός μισθός στην Κίνα, μηνιάτικος, είναι λίγο πάνω από τα 100 ευρώ.

Ήξερε τη Ζου Γινγκ από την εποχή των μαθημάτων αγγλικών στη Σαγκάη, όταν συναντιόταν οι δυό τους στην «εγγλέζικη γωνιά» για να μιλήσουν με τους ξένους και να βελτιώσουν τα αγγλικά τους. Η Ζου έμενε στη λοκάντα. Με ρώτησε αν μπορούσαμε να φιλοξενήσουμε και τον Ιάσωνα για δυό μερούλες. Μου μίλησε για τον πανέξυπνο φίλο της που «ξέρει τα πάντα για την Ελλάδα!».

Πήγαμε στο αεροδρόμιο να τον παραλάβουμε. Ένα αγόρι εύθυμο, με έξυπνα μάτια, χαριτωμένο, ευγενικό. Τόσο ταιριαστός με τη Ζου μας! Κρίμα που δεν είναι ζευγάρι…

Από το αυτοκίνητο ξεκίνησε η κουβέντα για το ταξίδι του. Είχε μαζί του ένα χοντρό βιβλίο – η πιο σημαντική κινεζική έκδοση πάνω στην Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική. Είπε πως, ακόμη κι αν δεν αγαπούσε την Ελλάδα τόσο, μόνο και μόνο από το ταξίδι του κι όσα είδε θα αποφάσιζε να την επισκεφθεί.

Ήθελε, μου είπε, την επομένη, να πάει στη Σαντορίνη, να δει το νησί κι ήλπιζε να το κάνει σε μια μέρα. Με το πλοίο. Του είπα πως δε γίνεται. Αντιπρότεινα την Ύδρα. Φτάσαμε σπίτι. Είχα κάνει ντολμαδάκια, αγοράσει κοκορέτσι, είχα σαλίρα απ’ τα πάτρια, φέτα, λίγο σύγκλινο, μανούρι, ε κόψαμε και σαλάτα, ανοίξαμε μπύρες…Ύστερα, κάναμε τσάι, καθίσαμε κι αρχίσαμε να συζητάμε. Η Κίνα και το ρωμέικο.

Περνούσαν οι ώρες και δεν φαινόταν να τελειώνει πουθενά αυτή η ευτυχής συνάντηση. Θαμπώθηκε μπρος στην αποκάλυψη του ψεύδους της προοπτικής και στην αλήθεια και σοφία της κινέζικης και της ελληνικής ζωγραφικής. Θαμπώθηκα από την ομορφιά του – ως τότε νόμιζα ότι η Ζου, η Τζόυ μας, ήταν εξαίρεση. Η ιστορία του Ρουμί για τους ρωμιούς και τους κινέζους ζωγράφους γιορτάστηκε με φρέσκο τσάι. Μιλήσαμε για τον κινέζικο κινηματογράφο, την ποίηση που για να τη διαβάσεις πρέπει να μελετάς τη γλώσσα πολλά χρόνια, τον τρόπο που κλέψαν οι ρωμιοί το μεταξοσκώληκα – παραμύθι ή αλήθεια, λίγο ρόλο παίζει… Τα μάτια του Ιάσονα έλαμπαν. Ξημερωθήκαμε μιλώντας. Η Ζου νύσταζε μα δεν κουνούσε ρούπι. «Θέλω να σας ακούω να μιλάτε. Δεν τα ήξερα όλα αυτά!». Το πιο όμορφο λουλούδι της Κίνας...

Οι τόνοι ανέβηκαν όταν φτάσαμε να συζητάμε για τον Μάο. Ο Ιάσων ζει με τα διδάγματα του Μεγάλου Τιμονιέρη. Διαφωνήσαμε – έλεγε πως οι ηγέτες κάνουν τους λαούς.

Φύγαν για τον Πειραιά, πήγα για ύπνο. Έφτασε η χάρη τους στον Πόρο και την Ύδρα. Χαίρονταν τη θάλασσα, τους ανθρώπους… Γύρισαν ενθουσιασμένοι, ευτυχείς, λάμπαν από νιάτα, καλοσύνη, χαρά. Ο Ιάσονας υποσχέθηκε πως θα έρθει για το ταξίδι του μέλιτός του. Στη Σαντορίνη φυσικά! Το νησί είναι ο τόπος που ονειρεύονται να επισκεφθούν όσοι κινέζοι έχουν τηλεόραση. Το σήριαλ με τη μεγαλύτερη θεαματικότητα στην Κίνα αποτελεί διαφήμιση του νησιού – όλες οι ερωτικές σκηνές ανάμεσα στο ζεύγος των πρωταγωνιστών έχουν φόντο τη Σαντορίνη. Είχαν φάει. Ήπιαμε μπύρες συζητώντας, είδε τα μέηλ του, έστρωσε την κομπιούτα μου που εκείνη την εποχή μου ’κανε κάτι κόνξες, μου έδειξε το καινούριο του κινητό που χει μπλε δόντι.

Στο αεροδρόμιο αποχαιρετιστήκαμε με συγκίνηση. Από τότε, όποτε μπορεί μου τηλεφωνεί από την Σαγκάη ή στέλνει μέηλ. Σπάνια. Δεν έχει σημασία. Δυό μέρες ήταν αρκετές να γίνουμε αδέλφια.

Η Ζου έφυγε για το Λονδίνο. Να συνεχίσει τις σπουδές της. Στη φωτογραφία που στολίζει τη βιβλιοθήκη φορά ένα υπέροχο κόκκινο παραδοσιακό φόρεμα, κρατά μιαν όμορφη βεντάλια. Ο Ιάσονας μου άφησε όλες τις φωτογραφίες του σε ηλεκτρονική μορφή. Τις είχε φορτώσει για να μου δείξει πως όλοι οι ευρωπαϊκοί δρόμοι οδηγούν στην Ελλάδα.

Σήμερα έκανα γενική καθαριότητα στην κομπιούτα. Βρήκα τις φωτό του Ιάσονα. Μου λείπει όπως πότε πότε σου λείπει η άνοιξη, μια ακρογιαλιά, ένα τραγουδάκι απλό σαν το We´ll meet again, don´t know where, don´t know when...

11.11.05

Μνήμης εγκώμιον

Που λέτε γιατρέ μου, και σας ευχαριστώ που με δεχθήκατε χωρίς ραντεβού, που λέτε λοιπόν, παρουσιάζω τάσεις φυγής από όταν άρχισε αυτή η οικονομική ύφεσις (και μου ’λεγε η μαμά μου, γίνε παιδί μου δημόσιος υπάλληλος. Όοοχι, έλεγα εγώ το ζώον. Εγώ με την αξία μου κι όχι με ξένες πλάτες... Και τώρα ψάχνω να δανειστώ φάσκελα γιατί οι προμήθειες δεν επαρκούν…).

Κι άντε, καθημερινώς, όλο και ξεχνιέμαι. Σκούπισμα, σφουγγάρισμα, στρώσιμο τα κρεβάτια, μπουγάδες, μαγείρεμα… μόλις έρθει η Παρασκευή, όμως, αρχίζει το πρόβλημα. Βράζει ο αίμας μου, γιατρέ μου. Κοχλασμός. Σήκω, μου λέει. Σήκω και ξεκίνα. Και που να πάω, βρε ανόητο ζουμί; του λέω μπας και συμμαζευτεί. Να πας στους φίλους σου, μου λέει, που την πήραν νωρίς πρέφα τη δουλειά και ξενιτεύτηκαν κι άρα μπορούν να αγαπούν την Ελλάδα-απόδειξη κι όχι την Ελλάδα-τιμολόγιο για να δικαιολογήσουν ΦΠΑ. Δεν μπορώ, να φύγω, του λέω, έχω το γραμμάτιο προτεστάντη και τρεις πιστωτικές που σφυρίζουν τη λήξη του αγώνος. Καταλάβατε γιατρέ μου; Εσείς καταλάβατε, ο αίμας μου αρνείται να καταλάβει… τίποτε! Στην κοσμάρα του.

Ευτυχώς έχω βρει ένα κόλπο και πιάνει. Του διαβάζω τα ημερολόγια καταστρώματος. Και νανουρίζεται. Αρχίζει να κυλάει σαν ήρεμο ποτάμι. Από την Κατρίνα και μετά, έχει κολλήσει με μια παλιά ιστορία για ανήσυχα αίματα. Πάει κάπως έτσι:

Κάθε μέρα, μόλις κατέβαινα στο λόμπυ, πήγαινα στο σταντ με τα διαφημιστικά για τα τζαζ ευαγή ιδρύματα. Μάζευα χαρτούρα, καθόμουν σε μια πολυθρόνα κι έψαχνα το μαγαζί του απογεύματός μου, έψαχνα μια ζωγραφιά ή ένα όνομα μαγικά, που να κουβαλούν το άρωμα της πόλης. Την τελευταία μέρα, ο συμπαθέστατος μαυρούλης με τη λιβρέα που έστεκε στην είσοδο, ανέλαβε καθοδήγηση.

--Για τη τζαζ ήρθατε εδώ;
--Ναι, για τη μουσική.
-- Περιμένετε λίγο.

Ακούμπησε όρθιος σε μια τραπεζοεπιφάνεια, έβγαλε χαρτί και στυλό, κάτι έγραψε. Ένα όνομα και μια διεύθυνση.

-- Να πάτε με ταξί, η περιοχή δεν είναι καλή, αλλά δε θα μετανοιώσετε.

Είχε δίκηο.

Πήγα στο Παλμ Κορτ τζαζ καφέ. Οι τοίχοι ήταν σκεπασμένοι με σπάνια βινύλια, η μέση ηλικία των μουσικών πρέπει να ήταν τα 70, ο παππούς που καθόταν στο πιάνο μου θύμιζε κάτι, η υπέροχη κυρία που τραγουδούσε ήταν μια μπιγκ μπλακ μάμα… παίζανε ντίξυ, παρήγγειλα κραμπ κέικς και μπύρα, και κάθισα ήσυχη στη γωνία μου. Ευτυχώς, ήταν κι άλλοι ήσυχοι, σκέφτηκα, και μάλλον θα τη γλιτώσω. Μικρή ανόητη… ήταν να μην αποφασίσει να επέμβει ο σεφ! Που βγήκε χορεύοντας από την κουζίνα, τσακίρικα ματάκια ολόλαμπρα, να στριφογυρίζει στον αέρα το λευκό ψηλό καπέλο και να μας σηκώνει έναν έναν όρθιο στην πίστα, απειλώντας πως, αν δεν σηκωθούμε θα μας αφήσει να πάμε για ύπνο νηστικοί.. Ηγέρθη ο Λάζαρος κι αποχαιρέτησε χορεύοντας τον σουίνγκιν’ σεφ που επέστρεφε στην κουζίνα του όλο χάρη ενώ η μπάντα έπαιζε Hit the road Jack.

Μη με ρωτάτε τι ήπια. Δε θυμάμαι. Θυμάμαι πως τα κραμπ κέηκς δεν ήταν τα καλύτερα που έφαγα, η μπύρα δεν ήταν η καλύτερη που ήπια. Όμως, ο σεφ ήταν ο καλύτερος που μαγείρεψε ποτέ για μένα και αξίζουν όλα τα αστεράκια του ουρανού στις νύχτες του.

9.11.05

I m Spartacus! κι άλλα σκόρπια λόγια



  • Ο ακατέργαστος μαρξιστικός στοχασμός των ελλήνων δημοσιογράφων μας ξανασυστήθηκε σε όλο του το μεγαλείο τις τελευταίες ημέρες. Τα παιδιά που τα λέγαν αλήτες ξεκάθαρα οι Σαρκοζήδες, τα λέγαν αλητάκια κεκαλυμμένα οι έλληνες σοβαροί δημοσιογράφοι με τα μ- λ– σ (διαβάζεται: μουλουσού) σύνδρομα. «Δεν έχουν πολιτικούς στόχους», σου λέει. «Είναι αμόρφωτα και χωρίς διαμορφωμένη πολιτική σκέψη».



  • Να τους ενημερώσουμε ότι η εξέγερση δεν έχει προαπαιτούμενο πρώτου και δευτέρου εξαμήνου. Η εγκεκριμένη υπό του κράτους μόρφωση δεν είναι ο δρόμος για την επανάσταση. Οι πολιτικοί στόχοι που «επιτρέπουν το διάλογο» δεν αφορούν ούτε αφορούσαν ποτέ την ώρα της φωτιάς.


  • Αυτό με το διάλογο με τσάκισε. Μα, ποιο διάλογο; Μπορεί ο καταδικασμένος στην κόλαση να διαλέγεται με τον οξαποδώ; Μόνο αν είναι ο Σαντάμ και βλέπεις το Σαουθ Παρκ, τι λέμε τώρα.


  • Ο Ντουρούτι έλεγε ότι κέρδιζε το δικαίωμά του στην συμμετοχή στις επαναστατικές διαδικασίες κάθε πρωί που σηκωνόταν στις 6.00 να πάει να βρει μεροκάματο. Κι από σχολείο, άστα να πάνε, τα παράτησε πριν την ώρα του. Κι ήθελε να δηλώνει κι επαναστατης ο αθεόφοβος!



  • Τα παιδιά που πέφτουν στη φωτιά για να κάψει καλύτερα, δεν έχουν σπίτι, δεν έχουν ελπίδα, δε θα τα κλάψει καμμιά πατρίδα. Η Αμελί δεν έφτασε ποτέ στην πόρτα τους. (Τι γλυκανάλατη μαλακία κι αυτή). Κι όμως, κι όμως. Η «επίσημη» και «νόμιμη» αριστερά τα αντιμετωπίζει ακριβώς όπως κι ο Σαρκοζής (σύνθετον: σάρκα+ζω, δηλαδή δεν ζει το πνεύμα αλλά μόνον η σαρξ, δηλαδή ζόμπι). Απλά είναι πιο πονηρή και κρατάει τα προσχήματα. Έχει παζαρέψει κι έχει παζαρέψει, έχει ξεπουλήσει κι έχει ξεπουλήσει, διακόσια χρόνια φούρναρης… Οι μουλουσού μιλούν την ίδια γλώσσα με τους Σαρκοζήδες κι ας παριστάνουν τους φρικαρισμένους. Αν δεν μιλούσαν την ίδια γλώσσα δεν θα κατέληγαν στα ίδια συμπεράσματα, άλλωστε.


  • Τα παιδιά είναι «λούμπεν» στη διάλεκτο των μουλουσου. Είναι απόβλητα, δηλαδή. Δεν θα γίνουν ποτέ έμμισθα στελέχη κάποιου αριστερού κόμματος να πουλάνε ιδεολογία με το καντάρι σε σαλόνια νεόπλουτων. Το καλύτερο που τα περιμένει είναι μια σφαίρα στην καρδιά μες στις φωτιές που καίνε την πόλη. Το χειρότερο, υποαπασχόληση, αγωνία για το μεροκάματο και μια ζωή-χωρίς.


  • Είμαστε στο 2005. Ακριβώς έναν αιώνα μετά την εξέγερση του 1905. Που απέτυχε, αλλά έδωσε στους ανθρώπους το δικαίωμα να πιστέψουν ότι μπορούν. Άρα πέτυχε. Δες εδώ.


  • Είμαστε σε προεπαναστατικούς χρόνους. Έχω τάξει του μονάκριβού μου να σταθούμε δίπλα δίπλα στα οδοφράγματα, να πετροβολάμε δορυφόρους.


  • Οι μουλουσού κι όσοι έχουν σκέψη εμβολιασμένη με μουλουσού στείρα μικρόβια δεν σέβονται όποιον δεν έχει συγκεκριμένο στόχο στη ζωή. Δεν μπορούν δηλαδή να κατανοήσουν την ίδια τη ζωή ως γεγονός. Την ορίζουν μόνο μέσα από νομοτέλειες αποσυνδεδεμένες από το γεγονός του θανάτου, νομοτέλειες κατασκευασμένες κατά παραγγελία, δηλαδή (άστα να πάνε…). Κι εδώ είναι το μεγαλείο των παιδιών που πήραν τους δρόμους στα γαλλικά γκέτο «δι ασήμαντον αφορμήν». Εκείνα, ως παιδιά κι ως απελπισμένοι, ορίζονται μόνον από την νομοτέλεια του θανάτου. Την οποία, ως παιδιά κι ως απελπισμένοι, έχουν νικήσει προς το παρόν. Είναι θέσει νικητές, δεν έχουν να συζητήσουν τίποτε με τον ηττημένο Σαρκοζή. Αλλά άντε να το εξηγήσεις αυτό σε όποιον δεν μάτωσε χτυπώντας γροθιές στον καθρέφτη.


  • Πως να εμπιστευτείς την αριστερά των τηλεπαράθυρων με τα λεπτά παρουσιαστικά και τις καλλιεργημένες φωνές... Οι προδότες συχνότατα είναι οι μορφωμένοι. Δεν πέφτουν με την καρδιά στη μάχη. Πέφτουν με το μυαλό στο ψητό. Και μετά, επειδή ξέρουν πως στο τέλος η ισχύ της εξέγερσης είναι που σκάβει ρυτίδες σοφίας στο πρόσωπο της κοινωνίας (κάτι μάθαν από τα ρημάδια τα βιβλία), ε, μετανοιώνουν, λαμβάνουν άφεσιν αμαρτιών από την ψυχικάρα την επίσημη αριστερά, γίνονται πρωθυπουργοί ή, το πολύ πολύ, μουσικοσυνθέτες με τον απέθαντο και τους προσκυνάει όλη η ιντελιGRέτσια κι άλλα μεγαλεπίβολα (τώρα, αυτή τη λέξη τη χρησιμοποιώ σωστά; Με την απορία θα πάω…)..