Mirandolina

31.1.07

Που 'σουν manga το χειμώνα;

Πατήστε στις εικόνες για να τις διαβάσετε...











Ήταν ένα γνήσιο βελγικό κόμικς, που έγινε δυνατό χάρη στην αγάπη και την υπέροχη, ζεστή φιλοξενία του φύλαρχου και της ελ πίμπε. Ιπι-ιπι-ουμε, σας ευχαριστούμε και ήδη νοσταλγούμε (μα γιατί το τσάι σπίτι σας είναι τόσο πιο νόστιμο;)...

27.1.07

Ο φίλος μου ο Αλβέρτος

Ο φίλος μου ο Αλβέρτος.

Άνθος σιωπηλό. Νυχτολούλουδο.

Παιδί του θρήνου και του πείσματος, της γενναιότητας και της νιότης - νιότης που γνώρισε όση φρίκη αντέχει να γνωρίσει νιότη.

Κι οι δύο γονείς στα στρατόπεδα. Παιδιά οι ίδιοι, πριν το παιδί ελπίδα.
Ο πατέρας έφυγε, μας άφησε πέρισυ. Κτηνίατρος - ένοιωθα οικεία και γι αυτό. Η μητέρα είναι ακόμη εδώ, Δόξα τω Θεώ. Το νούμερο στο χέρι κι αυτό ακόμη εδώ. Την είδα το καλοκαίρι, λίγο πριν φύγουμε για Αμερική, στο σπίτι το εξοχικό. Τόση ομορφιά και τόση δύναμη. Η ζωή που νίκησε, που αμύνθηκε, που έφερε στον κόσμο ζωή. Σε αυτόν, τον ίδιο κόσμο. Η ελπίδα του κόσμου, ο φίλος μου ο Αλβέρτος.

Σπάνια μιλάει. Τις περισσότερες φορές ακούει. Όταν αποφασίσει να μοιραστεί, με μιάς φωτίζεται όλος. Ώρες σπάνιες και γλυκές. Και ύστερα, μήνες μένεις να συλλογάσαι όσα είπε, όσα έφερε στο φως και στο 'δειξε χωρίς φόβο και χωρίς πάθος.

Από όλες τις κουβέντες, μία θυμάμαι πιο πολύ. Ήταν καλοκαιράκι, πίναμε τσίπουρα στο μπαλκόνι, η Εύη του, ο Αλβέρτος της κι εγώ, έπαιζε ο αυτοκράτωρ τον Κουνγκ Φου στην κάμαρή του, κάπου αρχίσαμε να λέμε για οικονομικά, κάρτες και δάνεια και φτηνά ταξίδια κι ίσως μια εξόρμηση στο Μαρόκο, στα σουκ και στα αρώματα των μπαχαριών. Σώπαινε, σώπαινε, κι ύστερα είπε

Αγωνίζομαι να το νικήσω αλλά με νικάει ακόμη αυτό

Σωπάσαμε. Σωπαίναμε. Σωπαίναμε. Κι ύστερα είπε

Δε φταίνε εκείνοι.

Είπε.

Δε φταίνε εκείνοι, έτσι έπρεπε να με μάθουν, με όσα πέρασαν.

Είπε.

Όμως ήταν άλλοι καιροί και δεν έπρεπε να το φυτέψουν εντός μου.

Το πολεμάω και δεν ξεριζώνεται. Το πολεμάω μα με νικάει, γιατί έτσι με μάθανε κι έτσι τους μάθανε κι αυτούς. Ότι έχεις να γίνεται εύκολα ρευστό, για να μπορείς να φύγεις γρήγορα. Να μπορείς να φύγεις γρήγορα όταν έρθει η ώρα.
Και κοίταξε κάτω. Κι ύστερα σωπαίναμε κι ύστερα πήρε μια μπουκιά και σήκωσε το ποτήρι να τσουγκρίσουμε τα ελληνάκια τα καϋμένα και άλλαξε κι αλάφρυνε η κουβέντα.

Με πονάει αυτή η κουβέντα. Ακόμη και για πάντα και με τον ίδιο τρόπο. Βαφτίζομαι στην αθωότητα και θέλω. Αποκατάσταση των πάντων. Ο φίλος μου ο Αλβέρτος να νοιώσει σε τούτο τον τόπο τόσο σίγουρος όσο κι εγώ. Και η βάσανος ποτέ ξανά να μην αγγίξει τον άνθρωπο - ελπίδα.

Για την επέτειο, που πέφτει μέρα Σάββατο, και γι αυτό ο άθεος, κομμουνιστής κι εβραίος φίλος μου, ο Αλβέρτος, θα την τιμήσει Κυριακή.

20.1.07

Φουντ φορ θοτ

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κείμενα που διάβασα τελευταία θα βρείτε εδώ.

19.1.07

Γιώργος Καραμπελιάς, 1204- η Συνέντευξη Β'

Οι δύο επόμενες ερωτήσεις δεν είχαν σχέση με το βιβλίο. Είχαν περισσότερο να κάνουν με την ανάγκη να απαντηθούν όσα λέγονται κατά του Γιώργου Καραμπελιά, όσα ξερνούσαν οι γνωστοί μικροαστοί ιδεολόγοι καρέκλας, γνωρίζοντας ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των καλοπροαίρετων ακροατών τους δεν είχε διαβάσει ή παρακολουθήσει στενά την πορεία του πολιτικού όντος που ήταν και είναι ο Γιώργος.

Απαντήθηκαν κι οι ερωτήσεις αυτές, κι απέκτησαν κι υστερόγραφο για χάρη μου - η λεβεντιά, όπως και να το κάνεις δεν κρύβεται. Προσωπικά έχω γραμμένο στα παλαιότατα των κάμπερ μου το ζηλόφθονο κι εμμονικό υποκείμενο που τελευταίως ασχολείται με τη δουλειά μου όσο κανείς. Αρκεί που γράφει σωστά το όνομά μου. Αν δημοσιεύω το υστερόγραφο Καραμπελιά, είναι μόνο γιατί αποτελεί απάντηση ενός άνδρα με τιμή κι άρα είναι θέσει αντίλογος, ότι κι αν λέει.

Το δεύτερο μέρος της συνέντευξης, λοιπόν . Τα μπολντ δικά μου. Ιδού:





Πρόσφατα στα ιστολόγια υπήρξαν εκτενείς αναφορές στο "νεο-ορθόδοξο" χαρακτήρα του Άρδην και της Ρήξης. Υφίσταται τέτοιος χαρακτήρας;

Το γεγονός ότι θεωρώ την νεο-ορθοδοξία ένα σημαντικό ιδεολογικό ρεύμα που από την δεκαετία του 1960 έφερε και πάλι στην επιφάνεια την ιδιαιτερότητα της ορθόδοξης παράδοσης ως παράδοσης μη-εργαλειακής και μη-χρησιμοθηρικής, και μας επέτρεψε να ανασυνδεθούμε με μια ιστορία τουλάχιστο 17 αιώνων δεν σημαίνει ότι εγώ προσωπικά ή ότι η Ρήξη και το Άρδην εμπνέονται από την νέο-ορθοδοξία.

Αντίθετα, πιστεύω ότι το νεορθόδοξο ρεύμα δεν κατόρθωσε να απαντήσει ολοκληρωμένα στα σύγχρονα ζητήματα μιας πρότασης που να συνδέει την νεωτερικότητα και την παράδοση γι’ αυτό είναι καιρός σήμερα να πάμε ένα βήμα παραπέρα, τόσο από την μαρξιστική παράδοση όσο και από την νεο-ορθοδοξία. Πρέπει, δηλαδή, στο ψεύτικο και αδιέξοδο δίλημμα «ξενόφερτος εκσυγχρονισμός ή επιστροφή στην παράδοση» να απαντήσουμε με τη μόνη αυθεντική απάντηση, τον «εκσυγχρονισμό της παράδοσής μας».

Το γεγονός ότι διάφοροι κεκράχτες του εκσυγχρονισμού, κομπλεξικοί και συκοφάντες επιμένουν να ταυτίζουν την εκτίμησή μου για ένα σημαντικό ιδεολογικό ρεύμα με την προσχώρησή μου σε αυτό, παρόλες τις δεκάδες των βιβλίων και τις εκατοντάδες των άρθρων μου που καταδεικνύουν την ιδιαίτερη άποψή μου, δεν είναι τυχαίο.

Αυτοί οι άνθρωποι χρησιμοποιώντας μια αρνητική εικόνα της ιεραρχίας της εκκλησίας ή συχνά την προσκόλλησή της στο παρελθόν συκοφαντούν την παράδοση ενός λαού που αφορά όλους μας, θρησκευόμενους και μη. Γι’ αυτό, όταν επιτίθενται στην πίστη του 95% ή του 98% των Ελλήνων, που αποτελεί ένα από τα τελευταία αναχώματά τους στην παγκοσμιοποίηση, θεωρώ αυτήν τους την εμμονή ως συνταύτισή τους με την Νέα Τάξη και τις επιδιώξεις της. Είναι είτε αφελείς, στην καλύτερη περίπτωση, είτε αγράμματοι, είτε εξυπηρετούν τα συμφέροντα των αφεντικών τους. Και ως γνωστόν το διαδίκτυο θάλλουν όλων των ειδών τα φρούτα, χωρίς μάλιστα να αναλαμβάνουν την ευθύνη των λόγων τους.

Ορισμένοι σας κατηγορούν για "εθνικισμό". Επιθυμείτε να απαντήσετε;


Μια τέτοια κατηγορία, τη στιγμή που η στοιχειώδης ανθρώπινη -και όχι μόνο εθνική- αξιοπρέπεια αποτελεί είδος εν ανεπαρκεία για την πιο ξεφτιλισμένη ελίτ του κόσμου και την αθλιέστερη διανόησή της, αποτελεί στην πραγματικότητα τίτλο τιμής για εμένα.

Πόσο μάλλον που όλοι οι κεκράχτες και οι λακέδες της εξουσίας, μου επιτίθενται με μεγαλύτερη ένταση από την στιγμή που μετά το 1990 εξαιτίας της διάλυσης των Βαλκανίων, τα εθνικά ζητήματα αναδείχθηκαν στο προσκήνιο των προβλημάτων της χώρας μας.

Όσο με χαρακτήριζαν ως «τρομοκράτη» ή «αναρχικό» και με φυλάκιζαν, αντιμετώπιζα λιγότερο μίσος απ’ ό,τι όταν άρχισαν να με χαρακτηρίζουν «εθνικιστή». Διότι σήμερα στον κόσμο η κύρια αντίθεση είναι ανάμεσα στην νέα τάξη και την αυτοκρατορία απ’ την μια και τις εθνικές, θρησκευτικές και πολιτισμικές ταυτότητες από την άλλη. Και βεβαίως τους Αμερικανούς και τους εγχώριους λακέδες τους, ελάχιστο τους απασχολούν τα ξεσπάσματα των «παιδιών» που καίνε 5 αυτοκίνητα ανά βράδυ και παριστάνουν τα κοινωνικά κινήματα μέσα στα μπαρ και τα καφενεία, ενώ αντίθετα, ενδιαφέρονται πάρα πολύ για την αντίθεση του ελληνικού λαού στα σχέδια της νέας τάξης, την επιβολή του νέο-οθωμανισμού και την πολιτιστική απονεύρωση ενός λαού. Σήμερα, επαναστάτης είναι μόνο όποιος αντιστέκεται στην Νέα Τάξη μαζί με τον λαό του προσπαθώντας να μεταβάλει την παράδοσή του σε όπλο, ενώ οι υπόλοιποι αποτελούν σκυλάκια του καναπέ της εξουσίας που βγάζουν και ‘κανα γάβγισμα.

Υ.Γ. Όσο για διάφορους οι οποίοι βρίσκουν ως επιχείρημα το ότι στις δύο πρώτες ερωτήσεις απάντησα με κείμενά μου από το βιβλίο, χωρίς να τολμήσουν να απαντήσουν επί της ουσίας, τι πιο φυσικό στην συνέντευξή μου να χρησιμοποιώ το υλικό ενός βιβλίου 550 σελίδων. Και προφανώς, δεν επρόκειτο να ασχοληθώ με τέτοιου είδους υποκείμενα, το κάνω μόνο και μόνο για να υπερασπιστώ την τιμή αυτής που μου πήρε την συνέντευξη.

Γιώργος Καραμπελιάς, 1204 - Η συνέντευξη

Τη Δευτέρα 22 Ιανουαρίου, στο Βυζαντινό μουσείο, στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας, στις 19.00, οι Εναλλακτικές Εκδόσεις παρουσιάζουν το βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά "Το 1204 και η διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού". Το βιβλίο παρουσιάζουν οι Μανώλης Γλέζος, Νίκος Ζίας, Δημήτρης Κωνστάντιος, Μιχάλης Μερακλής, Μάνος Στεφανίδης και τη συζήτηση συντονίζει ο δημοσιογράφος - σκιτσογράφος Στάθης (Σταυρόπουλος).

Έχω το βιβλίο εδώ δίπλα. Και είναι από τα πιο ενδιαφέροντα και σημαντικά βιβλία που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια. Το έχω, με αφιέρωση. Γράφει "με αγάπη" και ξέρω πως το εννοεί. Μια αγάπη που ο Γιώργος είχε για όλους μας, πριν καν αποκτήσουμε συγκεκριμένο πρόσωπο. Κι ένα βιβλίο σημαντικό, μια ουσιαστική προσφορά στον ιστορικό διάλογο και στον τόπο.

Τον πρωτόδα στο χημείο, σε μία συνέλευση. Ήμουν δεν ήμουν δεκαπέντε χρονών. Μπουκετσίδης και Καραμπελιάς είχαν πιαστεί σε γερή κουβέντα. Μπουκετσίδης και Καραμπελιάς! Ήταν η εποχή του αντιτρομοκρατικού της Νέας Δημοκρατίας κι ήταν οι πρώτες μου συνελεύσεις. Η συγκίνηση της "παρανομίας". Το απαγορευμένο. Το σφίξιμο στο στομάχι. Ο φόβος του μπάτσου και μαζί το όνειρο της επανάστασης -τότε πιο ζωντανό και μαζικό από ποτέ. Ανήλικη στα επεισόδια, ανήλικοι στις ταράτσες και στα αμφιθέατρα, χωρίς να απορεί καμμία τηλεόραση ή άλλη ευνουχιστική μηχανή για την οργή της εφηβείας μας.
Μετά ήταν η εποχή της Ρήξης και των συλλήψεων. Του Αρκουδέα, των ΜΑΤ και των ΜΕΑ. Της Στέλλας, που την περίμενα έξω απ τη στενή με μια τούρτα κούκλα, μαυροκόκκινη, που έγραφε πάνω "Φτου Ξελευτερία για όλους!". Η Ρήξη παραήταν μαρξιστική για του λόγου μου. Ήμουν του αυθόρμητου, μετεφηβάκι αντάρτικο. Τον Καραμπελιά τον έβλεπα στα εξάρχεια, στην τηλεόραση, στις εφημερίδες. Τον ξανάδα πολλές φορές, τον τραγούδησα -ελέω Τζιμάκου - περισσότερες. Νανούριζα τον αυτοκράτορα "θα πάρεις σιδερόβεργες, το μωρό μου, μολότωφ κι αλυσίδες και θα τα κάνεις βίδες". Αφού, όταν γνωρίστηκαν ο Γιώργος Καραμπελιάς κι ο αυτοκράτωρ, η μεγαλειότης του όχι μόνο εντυπωσιάστηκε αλλά του είπε "σε περίμενα πιο νέο". Εμ, πως να κουβαλήσει τις αλυσίδες και να τα κάνει βίδες στην ηλικία του;
Τα άσπρα μαλλιά ξεγελούν. Ο Γιώργος είναι νέος. Με τις ίδιες αγωνίες, την ίδια ένταση, την ίδια φλόγα της αρχής. Τότε που "τον φώναζα Γιωργάκη, γιατί ήταν ο πιο μικρός μας" μου λεγε ο Κεσσανλής. Χαμογελάω που θυμάμαι αυτή την κουβέντα Λίγο πριν φύγει ο δάσκαλος και λίγο πριν ξαναβρεθούμε με το Γιώργο - λίγο πριν, ακόμη μια φορά μεγαλόκαρδα, πάει μάρτυρας υπεράσπισης σε κείνους που τον καθύβριζαν στις προκυρήξεις τους. Ναι, για τη 17Ν λέω.

Στο μεταξύ, άκουγα για κείνον όλα όσα λένε οι προβοκάτορες κι οι πληρωμένοι. Τα άκουγα κάποτε κι από καλούς συντρόφους και φίλους, που όμως, έντιμοι όντες, παραδέχονταν ότι "δεν τον παρακολούθησαν αλλά κάπου άκουσαν ότι "έχει γίνει εθνικιστής" ή "πράκτορας της ΕΥΠ" - μόνο παπαγαλάκι της πρεσβείας δεν τον είπαν, δηλαδή! Με το σχέδιο Ανάν, οι επιθέσεις κι η λάσπη φούντωσαν. Κι εμείς ξαναβρεθήκαμε.
Ξαναβρεθήκαμε στην εποχή της αγωνίας. Οι συλλογικότητες που σημάδεψαν τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα, όσοι τις τιμήσαμε και τις θεωρήσαμε προϊόν της αλήθειας του κόσμου, έχουν μαραζώσει. Κι όπως τις νοσταλγούμε, κι όπως πεισματικά σφίγγουμε τα δόντια και τις ανδρώνουμε, συναντιόμαστε όσοι δεν τα πήγαμε καλά με τα μεγάλα "Ναι".

Διαφωνώντας συμφωνούμε. Αρκετά για να σταθούμε πλάι ο ένας στον άλλο, αλυσίδα στις πρόστυχες επιθέσεις των καιρών. Έτσι κάπως συνεχίζω να διδάσκομαι από όσους έταξαν στη ζωή των να φυλάττουν Θερμοπύλες. Κι έτσι κάπως αποφάσισα να ζητήσω από το Γιώργο, πριν παρουσιάσει το βιβλίο του στο κοινό, να το παρουσιάσουμε εδώ, από το ευλογ μου. Δέχθηκε. "Ναι, μάτια μου". Προ μηνός του έστειλα τις ερωτήσεις. Μου απήντησε στις δύο πρώτες -- ακόμη περιμένω τις υπόλοιπες (ακους, μάτια μου;). Υποσχέθηκε να τις στείλει. Οπότε, ξεκινάμε έτσι. Με τις δύο πρώτες απαντήσεις που αφορούν αποκλειστικά το τελευταίο βιβλίο του - κι αυτό για να φωτίσει καλύτερα τα μονοπάτια της Ουτοπίας.



Ποιά αναγκαιότητα οδηγεί στη συγγραφή και έκδοση αυτού του βιβλίου;

Η επικέντρωση στο 1204, ως συμβολικής αφετηρίας του νεώτερου ελληνισμού, εμπεριέχει και την αναγνώριση και την ψηλάφηση ενός ανεπούλωτου τραύματος. Την αποδοχή του γεγονότος πως η θρησκευτική ρήξη του 1054 και η Άλωση της Πόλης προκάλεσαν ένα βαθύτατο σχίσμα στην κοινή ευρωπαϊκή παράδοση, θεμελιωμένη έως τότε στον ελληνικό πολιτισμό, το ρωμαϊκό imperium και τον χριστιανισμό. Αυτή η ρήξη επέπρωτο να διχοτομήσει την κάποτε ενιαία «Ρωμανία» ανάμεσα στη ρωμαιοκαθολική παράδοση –και την προτεσταντική της μετεξέλιξη– από τη μία, και τον ορθόδοξο, ελληνικό και σλαβικό κόσμο, από την άλλη.

Το 1204 σηματοδοτεί την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ «λατινικής» και ελληνικής παράδοσης, μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης, υπέρ της πρώτης. Γι’ αυτό και συνιστά τον θεμέλιο λίθο της ιδιοπροσωπίας του νεώτερου ελληνισμού ως αντιστασιακής εθνικής ταυτότητας, δεδομένου ότι η διαμόρφωση των εθνών είναι, πριν απ’ όλα, η ρήξη με τον εγγύτερο «άλλο» και η σταδιακή διαφοροποίηση από αυτόν. Και αν αυτή η διαφοροποίηση θεμελιώνεται ήδη στον διαχωρισμό μεταξύ ελληνικού και ρωμαϊκού κόσμου και εξελίσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, η διαδικασία της ρήξης επιταχύνεται από τον 11ο μέχρι τουλάχιστον τον 18ο αιώνα.

Στη συνέχεια, οι δύο κόσμοι θα αρχίσουν να πλησιάζουν και πάλι, αλλά πλέον με όρους σχεδόν απόλυτης ανισοτιμίας. Η Δύση συνιστά το παγκόσμιο «κέντρο», ενώ ο ελληνικός και «ανατολικός» κόσμος, άλλοτε επίκεντρο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, έχει μετεβληθεί σε ημιπεριφέρεια και «παρασιτική απόφυση» του δυτικού παραδείγματος.

Για δύο ή τρεις αιώνες πορευτήκαμε προσπαθώντας να διασφαλίσουμε την εύνοια και τη στήριξη αυτού του παγκόσμιου Κέντρου, ως οι πειθήνιοι πελάτες-εκπρόσωποί του στην Ανατολή. Και «πότε με τις αρχαιότητες», πότε με την ένταξή μας στους δυτικούς μηχανισμούς, κατορθώσαμε να επιβιώσουμε. Σήμερα, όμως, η απλή προσκόλληση στη Δύση δεν είναι αρκετή, ακόμα και για την επιβίωση: επειδή ζούμε στο σύνορο μιας πάνοπλης Δύσης που υποχωρεί, και μιας Ανατολής που «έρχεται», απειλούμεθα, όπως και το «1204», με σύνθλιψη.

Η Δύση, στην κυρίαρχη σήμερα ατλαντική εκδοχή της, είναι άραγε διατεθειμένη να «μας προστατεύσει», ή θέλει να μας «προσφέρει» ως αντάλλαγμα για την «εξημέρωση» της τουρκικής «Ανατολής», όπως είχε κάνει και τότε; Αυτό είναι το πικρό δίδαγμα και της πρόσφατης, μεταπολιτευτικής, ιστορίας μας, αυτό κατέδειξε η οδυνηρή εμπειρία της Κύπρου.

Εν τέλει η Δύση, για να διατηρήσει τις προσβάσεις και τα συμφέροντά της στο στρατόπεδο της «Ανατολής», θα καύσει τα «μετόπισθέν» της, στα οποία ανήκουμε εμείς και οι ορθόδοξοι πληθυσμοί των Βαλκανίων, ή θα ήταν δυνατή η ανασυγκρότηση μιας «oρθόδοξης» Ευρώπης ως ισότιμου συνομιλητή της Δυτικής, όπου οι Έλληνες θα έπαιζαν ένα ρόλο συνδετικού κρίκου;

Επειδή, λοιπόν, βρισκόμαστε και πάλι σε ένα αποφασιστικό σταυροδρόμι ανασύνθεσης της ευρωπαϊκής ταυτότητας, οκτώ αιώνες μετά το 1204, γι’ αυτό και είμαστε υποχρεωμένοι να ανατρέξουμε στη στιγμή της παραδειγματικής γέννησης της νεώτερης ταυτότητάς μας, η οποία είναι ταυτόχρονα και η πράξη της γένεσης μιας κατακτητικής, ληστρικής Ευρώπης. Οι σταυροφορίες, και κυρίως η αποικιακή εκμετάλλευση και διάλυση του Βυζαντίου, σφράγισαν την ανάδυση της Δυτικής Ευρώπης ως μιας δύναμης που συγκροτήθηκε διά της εκμεταλλεύσεως, η οποία και επεκτάθηκε εν συνεχεία σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Ταυτόχρονα και παράλληλα με τον Τζιότο, τον Αρετίνο και τον Έρασμο, που είχαν βυθιστεί στην ελληνική κουλτούρα του Βυζαντίου, θα αναδείξει ως παραδειγματικές της μορφές τον Ερρίκο Δάνδολο και τον Κάρολο τον Ανδεγαυικό, τον Βιλαρδουίνο και την Καταλανική Εταιρεία. Σε ένα ευρύτερο, πλανητικό, πεδίο, δίπλα στον Ντα Βίντσι ή τον Γαλιλαίο, θα βρίσκεται ο Κορτές και ο Πισάρο, που θα καταστρέψουν τους λαούς της Λατινικής Αμερικής.

Συνεπώς, η «συγγνώμη» της Δυτικής Ευρώπης προς τον ελληνικό και ορθόδοξο κόσμο δεν αποτελεί απλώς μια αναγκαία ιστορική αποκατάσταση –όπως έκανε ο πάπας το 2004 στην Αθήνα– αλλά και την απαραίτητη ιδεολογική προϋπόθεση για την αποτίναξη της αποικιακής κληρονομιάς και την επανενοποίηση της Ευρώπης. Θα πρέπει να μεταβληθεί σε εγχείρημα αλλαγής παραδείγματος, σε «αυτοκριτική» του δυτικού πολιτισμού, σε αφετηριακή βάση για την αναγνώριση ενός τουλάχιστον μέρους των αξιών του ελληνικού κόσμου ως πλέον κατάλληλων για τη διαμόρφωση μιας νέας ευρωπαϊκής ταυτότητας: Διότι, η «ρωμαϊκή», δυναμοκεντρική και κατακτητική εκδοχή της Ευρώπης, ηγεμονική από τότε που ανατράπηκε η ισορροπία σε βάρος της «Ανατολής», αδυνατεί να απαντήσει στις ίδιες τις απαιτήσεις της εποχής· γι’ αυτό είναι καιρός να υποχωρήσει μπροστά στην επανεπιβεβαίωση της «ελληνικής πλευράς» της Ευρώπης, η οποία στηρίζεται κατ’ εξοχήν στην πολιτισμική διάσταση, την ισορροπία μεταξύ Φύσεως και Ιστορίας, μεταξύ ύλης και πνεύματος: Η Ευρώπη είναι, λοιπόν, υποχρεωμένη να μετακινηθεί «ανατολικότερα» και να συναντήσει τη βυζαντινή της καταγωγή που όχι απλώς είχε αποκρύψει αλλά και την είχε βίαια ποδοπατήσει.

Η αναγνώριση του 1204, ως της καταγωγικής «αδελφοκτονίας» της Δύσης έναντι της ελληνικής Ανατολής, είναι ένα εγχείρημα απαραίτητο στην ιδεολογική ενοποίηση/αναδόμηση της Ευρώπης, καθόσον, μάλιστα, βρισκόμαστε μπροστά σε μια διερώτηση οντολογικο- φιλοσοφικής, κοινωνικής, και πολιτειακής φύσεως:

Η εξάντληση της δυτικής ηγεμονίας εμφανίζεται και ως εκφυλισμός του δυτικού διαφωτισμού στην εργαλειακότητα, τον καταναλωτισμό και τον μηδενισμό και υποχρεώνει τους λαούς όλου του κόσμου, ακόμα και της ίδιας της Δύσης, στον επαναπροσδιορισμό των προταγμάτων τους. Γι’ αυτό και προσφεύγουν όλο και περισσότερο στην παράδοσή τους, εκεί μάλιστα που τη «διέκοψε» η δυτική εξάπλωση. Το ισλάμ «επιστρέφει» στη «χρυσή εποχή» των μεγάλων χαλίφηδων και απορρίπτει την κυρίαρχη Δύση. Οι Ινδιάνοι της Λατινικής Αμερικής «επιστρέφουν» στην προκολομβιανή Αμερική. Οι λαοί αναζητούν στην Ιστορία εκείνα τα στοιχεία που θα τους επιτρέψουν να εισέλθουν σε μια «μετα-νεωτερικότητα» που δεν θα είναι η κόλαση του ατομοκεντρισμού ούτε η οικολογική καταστροφή που φέρνει η απόλυτη κυριαρχία του εμπορεύματος.

Στην Ελλάδα, αυτή η «επιστροφή» ενδύεται όλες τις εκδοχές, ακόμα και τις πιο περιθωριακές, για παράδειγμα την επιστροφή στη θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων, που κατά κάποιο μαγικοθρησκευτικό τρόπο θα αναστήσει και την αρχαία ελληνική λαμπρότητα. Σημαντικότερη, διόλου περιθωριακή και άξια κάθε προσοχής, είναι η «επιστροφή» στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και πολιτισμό ως πρότυπο μιας μη χρησιμοθηρικής κοινωνικής μορφής. Τέλος, δίπλα μας βρίσκεται το Βυζάντιο και μάλιστα η τελευταία εποχή του. Τότε που ακόμα δεν είχε κριθεί ο δρόμος που επρόκειτο να πάρει ο σύγχρονος πολιτισμός, όταν η ελληνική απάντηση –της βυζαντινής σύνθεσης ύλης και πνεύματος, ατόμου και συλλογικότητας – αποτυπωνόταν σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια στα ψηφιδωτά του Δαφνιού και της Μονής της Χώρας ή ακόμα και στο Πρωτάτον του Πανσέληνου.

Αυτός ο ελληνικός «δρόμος», δεδομένης της ήττας μας κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο, δεν διέθετε για πολλούς αιώνες τη δυνατότητα να γενικευθεί ή έστω να αμφισβητήσει το κυρίαρχο δυτικό παράδειγμα· έτσι, η νεωτερικότητα θα σφραγιστεί από τη λατρεία του κέρδους, της δύναμης, της ιεραρχίας, της νοησιαρχίας – του cogito ergo sum. Και στη συνέχεια, παρότι η παράδοσή μας υπέμνησκε πάντα την ύπαρξη ενός διαφορετικού δρόμου, αναπροσαρμοστήκαμε, συρρικνούμενοι, σε μια απόφυση της Δύσης, εξ ού και η σχιζοφρένειά μας ανάμεσα στη μεγαλαυχία για τους μακρινούς προγόνους και τη μειονεξία έναντι των Δυτικών.

Μπορούμε άραγε να «ξαναμεγαλώσουμε»; Ή μήπως είμαστε καταδικασμένοι να χαθούμε στους μαιάνδρους της ιστορίας και στην αγκάλη του νεο-οθωμανισμού; Αν το σημερινό δυναμοκεντρικό μοντέλο συνεχίσει να κυριαρχεί, δεν έχουμε καμία τύχη. Η λογική των μεγεθών οδηγεί σε παραπέρα συρρίκνωσή μας. Και τη μάχη των μεγεθών την έχουμε χάσει – οριστικά.

Αν, αντίθετα, το κυρίαρχο πρότυπο υποχωρήσει μπροστά στα γεωπολιτικά, οικονομικά, οικολογικά και οντολογικά αδιέξοδά του, όχι μόνο μπορούμε να αποφύγουμε τη συρρίκνωση αλλά ίσως και να κατορθώσουμε πάλι να ψηλώσουμε για να συναντήσουμε αυτά που αφήσαμε ημιτελή μετά το 1204. Αυτή η αλλαγή προτύπου, μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα, είμαι βέβαιος ότι θα συμβεί, το ερώτημα είναι αν εμείς θα έχουμε ανθέξει έως τότε.

Μόνο σε έναν τέτοιο κόσμο θα μπορούσαμε να νιώσουμε και πάλι μια ισότιμη συνιστώσα, όταν τα πάντα θα έχουν αναπροσαρμοστεί προς το μικρό μέγεθος, σε ό,τι αφορά στα υλικά μεγέθη, και θα έχουν ψηλώσει στο πνευματικό πεδίο. Σε έναν κόσμο όπου η Μικρά Ασία θα είναι επιτέλους δημοκρατική και κατά συνέπεια οι λαοί και οι περιφέρειές της θα έχουν ανακτήσει το δικαίωμα της αυτοέκφρασής τους, σε έναν κόσμο όπου οι βαλκανικοί λαοί θα έχουν ξεπεράσει τις διαμάχες τους και το όραμα του Ρήγα θα μπορεί να γίνει πράξη, όπου η παραγωγή θα έχει έρθει κοντά στους ανθρώπους και ο καταναλωτισμός θα έχει υποχωρήσει. Σε μια Ευρώπη, τέλος, που θα ανασυγκροτηθεί με την ισχυρή συμβολή της ελληνικής και σλαβικής-ορθόδοξης συνιστώσας και όπου η νοησιαρχική αντίληψη της κυριαρχίας θα έχει υποχωρήσει μπρος στην ελληνική ισορροπία ύλης και πνεύματος. Μόνο σε έναν τέτοιο κόσμο, το πρότυπο της βυζαντινής πνευματικότητας, της περιστολής του αχαλίνωτου κέρδους, της κοινωνικής αλληλεγγύης, θα μπορούσε και πάλι, σαν τον «μαρμαρωμένο βασιλιά», να αναστηθεί με σύγχρονους όρους.

Εμπνεόμενοι από μια καινούργια «Μεγάλη Ιδέα», τη σύνθεση ανάμεσα στην Αθηναϊκή Δημοκρατία και «τον ένδοξό μας βυζαντινισμό», ίσως θα μπορούσαμε να κάνουμε και πάλι το πανάρχαιο δράμα να λειτουργήσει.

Γιατί αναδεικνύεις με τον τίτλο του βιβλίου, ως σημαίνον αντίστοιχο του 1453, το 1204;

Tο 1204 –χρονολογία κατά την οποία κατεστράφη ολοσχερώς η Κωνσταντινούπολη, συμπαρασύροντας το χιλιόχρονο οικοδόμημα του Βυζαντίου– παραμένει σχεδόν άγνωστο ή αγνοημένο από τους περισσότερους Έλληνες. Η αποσιώπηση αυτή ενέχει τεράστιο ιδεολογικό και πολιτικό βάρος.

Η απόκρυψη της σημασίας της πρώτης και καθοριστικής Άλωσης συσκοτίζει την ίδια τη διαδικασία συγκρότησης του νεώτερου ελληνισμού και της συνέχειάς του με τον βυζαντινό, καθώς, στην πραγματικότητα, το πρώτο «έθνος-κράτος» –ή κράτη– του νεώτερου ελληνισμού συγκροτείται κατά τη λεγόμενη υστεροβυζαντινή εποχή. Παράλληλα, και συναφώς, αυτή η παρασιώπηση συνεπάγεται την απόκρυψη των αποικιακού τύπου σχέσεων που εγκαθιδρύθηκαν έκτοτε ανάμεσα στους Δυτικούς κατακτητές και τους Έλληνες του ύστερου Βυζαντίου παραχαράσσοντας, επί πλέον, την ίδια την παγκόσμια ιστορία, ειδικότερα στο αποφασιστικό κεφάλαιο που αφορά στην αποικιοκρατική συγκρό τηση της Δύσης η οποία είχε ως πρώτο ιστορικό αναβαθμό την υποταγή και τη λεηλασία της ευρωπαϊκής Ανατολής.

Άλλωστε η Δύση διέθετε ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα: δεν αντιμετώπιζε κανέναν κίνδυνο από τα δυτικά της, ενώ το Βυζάντιο δεχόταν διαρκώς επιθέσεις και απειλές από Ανατολή και από Βορρά κάτι που άλλωστε υπογραμμίζει ο μεγάλος βυζαντινολόγος Κλάους Όλερ:
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία αποτέλεσε το ανάχωμα που προστάτευσε επί 1200 χρόνια τον πολιτισμό της Ευρώπης απέναντι στις εισβολές από Βορρά, Ανατολή και Νότο. Τα παλαιά τείχη της Κωνσταντινουπόλεως, τα οποία ακόμα και σήμερα [ ] ακτινοβολούν υπερηφάνεια και μεγαλείο, αντιστάθηκαν σε κάθε εχθρό του Βυζαντίου ως την 29η Μαΐου 1453. Τότε η αυτοκρατορία, εξαντλημένη πια από αιώνες σκληρών αγώνων και εγκαταλελειμμένη από τους δυτικούς συμμάχους της, οι οποίοι ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την πτώση της, υπέκυψε τελικά στη δυσανάλογα μεγαλύτερη οθωμανική δύναμη[1].

Μπορούμε, λοιπόν, βάσιμα να υποστηρίξουμε πως, μετά το 1204 (ή έστω το 1261), με τη σύγκλιση ανάμεσα στις ελίτ και τα λαϊκά στρώματα, συγκροτείται αμετάκλητα η νεώτερη ελληνική εθνική συνείδηση: Το πρώτο σύγχρονο ελληνικό έθνος-κράτος δεν θα δημιουργηθεί το 1828 αλλά έξι αιώνες ενωρίτερα, όταν συγκροτούνται το Δεσποτάτο της Ηπείρου, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και το Βασίλειο της Νικαίας.

Η απόπειρα μιας, λίγο-πολύ, ομαλής μετάβασης από τον μεσαιωνικό ελληνισμό, τον βυζαντινό, στον νεώτερο, μέσα από τον σταδιακό μετασχη ματισμό του Βυζαντίου, όπως συμβαίνει κατά τον 11ο και τον 12ο αιώνα, όταν αναδύεται ήδη η νεοελληνική ιδιοπροσωπία, θα συνθλιβεί κάτω από την ταυτόχρονη και συντονισμένη πίεση Ανατολής και Δύσης – και, στην πρώτη φάση, προπαντός της Δύσης.

Ο νεώτερος ελληνισμός θα διαμορφωθεί, λοιπόν, μετά την ολοκλήρωση της λατινο-φραγκικής κατάκτησης, το 1204, διά της αντιστάσεως στην υποταγή του και θα ζήσει εφτά αιώνες –έως το 1922– υπόδουλος, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, στην τουρκική Ανατολή ή τη Δύση· άλλωστε, η αποικιοκρατούμενη και υποδεέστερη θέση του έναντι της Δύσεως συνεχίζεται ακόμα, οκτώ αιώνες μετά, το 2006, όταν σύρονται αυτές οι γραμμές.

Η διαμόρφωση του νεώτερου ελληνισμού θα μεταβληθεί, έτσι, σε συγκρότηση εν δουλεία. Με όλες τις συνέπειες που έχει κάτι τέτοιο στην εμπέδωση ενός άτυπου χαρακτήρα που συνδυάζει την υποταγή και την αντίσταση, τη λήθη και τη μνήμη, τη ρήξη ανάμεσα στις ελίτ –που συχνά εντάσσονται υποχρεωτικώς στις δομές της ξένης κυριαρχίας– και το λαϊκό σώμα που διατηρεί την παράδοση. Θα χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα από την αντιπαράθεση ανάμεσα σε κάθε απόπειρα ψευδούς «εκσυγχρονισμού», η οποία γίνεται αντιληπτή ως βιασμός του λαϊκού σώματος, και τη διατήρηση της συνέχειας – μιας συνέχειας που, για να επιβεβαιωθεί, αναγκάζεται συχνά να προσφεύγει ακόμα και στον συντηρητισμό ή την ιδεολογική αρτη­ριοσκλήρυνση.

Δεν θα μπορέσουμε, λοιπόν, να ολοκληρώσουμε την Αναγέννηση, που είχε αρχίσει να διαφαίνεται από τον 11ο αιώνα και θα λάμψει για μια τελευταία φορά στον Μυστρά· αντιθέτως, οι λόγιοί μας είτε θα σκορπίσουν στη Δύση είτε θα ενταχθούν στην εκκλησιαστική παράδοση, που θα διατηρήσει σε εποχές δουλείας τη συνέχεια του ελληνισμού – με τίμημα την επιβολή μιας αττικίζουσας γλώσσας, την προσκόλληση στο γράμμα των κειμένων κ.ο.κ. Η «Αναγέννησή» μας θα μετατεθεί μερικούς αιώνες μετά, στον 18ο αιώνα. Τόσο μακριά, ώστε κάποτε θα πιστέψουμε πως αυτή η απόπειρα υπήρξε και η πρώτη, ενταφιάζοντας έτσι την πρώιμη ελληνική Αναγέννηση, εκείνη της υστεροβυζαντινής περιόδου.

Αυτή η «αναστολή» της Αναγέννησής μας θα διακόψει την αδιάσπαστη συνέχεια ανάμεσα στον μεσαιωνικό και τον νεώτερο ελληνισμό, ανάμεσα στο έπος του Διγενή Ακρίτα, τη «Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου» και τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», το «Άξιον Εστί» και τη «Ρωμιοσύνη», ανάμεσα στον Μιχαήλ Ψελλό, τον Συμεών τον Νέο Θεολόγο, τον Μανουήλ Πανσέληνο και τον… Ευάγγελο Παπανούτσο, τον Κώστα Παπαϊωάννου, τη Φιλοκαλική Αναγέννηση ή τον Κόντογλου και τον Τσαρούχη… Θα μεσολαβήσει η φραγκική κατάκτηση και θα ακολουθήσει, ως φυσική της συνέπεια, η τουρκική.

Συνεχίζεται στο επόμενο (εκσυγχρονιστί, του μπη κοντίνιουντ)

[1] Klaus Oehler, «H συνέχεια στην Ελληνική Φιλοσοφία από το τέλος της Αρχαιότητας ως την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας», στο Λίν. Μπενάκης (επιμ.), Μεσαιωνική Φιλοσοφία. Σύγχρονη Έρευνα και Προβληματισμοί, «Παρουσία», Αθήνα 2000, σ. 46.

7.1.07

Περί των αποφάσεων του κ. Βρυώνη

Στο τέλος της αλληλογραφίας μου με τον Παναγιώτη Βρυώνη, ο οποίος αποφάσισε χωρίς κανένα λόγο να κλείσει το μόνιτορ - απόφαση που βαρύνει αποκλειστικά τον ίδιο και την οποία πήγε εκβιαστικά να μου φορτώσει - αναφέρομαι σε ένα ακόμη ημέηλ, που ο κ. Βρυώνης δεν μπήκε στον κόπο να το ανεβάσει. Το δημοσιεύω εδώ:

"Παναγιώτη καλησπέρα και καλή χρονιά.

Θα σε παρακαλούσα θερμά να αφαιρέσεις το μπλογκ μου από το μόνιτορ, το ταχύτερο δυνατόν. Σήμερα κιόλας, αν γίνεται. Και επίσης, να με ενημερώσεις σχετικά.

Το μπλογκ μου ειναι το locandieera.blogspot.com -- γνωστό και ως Μιραντολίνα. Δεν επιθυμώ να βρίσκεται πια στο μόνιτορ.

Καλή χρονιά και σ' ευχαριστώ"

Αυτό το μεηλ στάλθηκε δύο μέρες πριν οποιοδήποτε άλλο, και δεν είχε καμμία αναφορά σε δικαιώματα ή μη. Ο κ. Βρυώνης δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να μου απαντήσει - σε αντίθεση με το μέηλ μου στο οποίο αναφερόμουν σε νόμιμα δικαιώματα και υπέγραφα με την επαγγελματική μου ιδιότητα. Αυτό - το "κυριλέ" - απαντήθηκε εντός ολίγων λεπτών.

Επειδή ο κ. Βρυώνης προσπαθεί να με παρουσιάσει ως ένοχη ηθικής αυτουργίας στο κλείσιμο του μόνιτορ, που έγινε για την προάσπιση των αρχών του, θα ήθελα να πω ότι:

1) ο ίδιος έχει αφαιρέσει feed άλλων από το μόνιτορ, άρα οι αρχές του, τις οποίες επικαλείται, είναι μάλλον νέο απόκτημα ή ισχύουν επιλεκτικά

2) στη σειρά μέηλ που ανταλλάξαμε δεν μου είπε τίποτε περί αρχών - ως θέμα χρόνου και τεχνικών δυσκολιών το παρουσίασε. μάλλον οι αρχές αποκτήθηκαν το τελευταίο διήμερο...

Τώρα, για τα περί δημοσίου feed που ότι θέλει το κάνει ο καθείς, ας δούμε τι λένε το τεχνοράτι και το γουγλ

Technorati:

9. Termination

Either party may terminate the Services at any time by notifying the other party by any means.


Τo google προσφέρει την δυνατότητα να βγάλεις το σάιτ σου από το index του:

http://www.google.co.uk/support/webmasters/bin/answer.py?answer=35301&topic=8459

αλλά, θα μου πείτε, ποιοί ειν αυτοί? σωστα...

Εν κατακλείδι:

ζήτησα, με προσωπικά μεηλ, στην αρχη φιλικα κι ύστερα, όταν αγνοήθηκα, λίγο σοβαρότερα την διαγραφή μου από το μόνιτορ, αλλά επ ουδενί δεν μου είχε περάσει από το νου η πιθανότητα κλεισίματος του μόνιτορ. Αυτή η πιθανότητα μπήκε εκβιαστικά από τον κ. Βρυώνη. Μόνος του το πρότεινε, μόνος του το έκανε. Οι λόγοι για τους οποίους ειδικά εμένα δεν μπορεί να με βγάλει αλλά μπορεί τόσους άλλους παραμένουν μυστήριο (εντάξει, εκτός της συγκρούσεως με τις νεοαποκτηθείσες αρχές του).

4.1.07

Αποχαιρετισμός

Το μήνυμα είχε ως εξής:

Χτες, γυρίζοντας σπίτι, γύρω στις
τεσσερις παρα τεταρτο, στην εθνικη,
λίγο μετά τη ρενώ, ενώ είμαι δεξιά, μια
νταλίκα διπλή που δε με είδε, έπιασε
το αμαξάκι με τον προφυλακτήρα της,
γύρισε το αμαξάκι μπροστά της, κάθετα,
και με πήρε σέρνοντας για περίπου
εκατό μέτρα. Επέμενα να γυρίζω το
τιμόνι, κατάφερα να ξεφύγω, αλλά
ξέφυγα προς τα εμπρός και αριστερά,
οπότε μπήκα με τη μούρη αντίθετα στο
δεύτερο ρεύμα της εθνικής, να κοιτάω
προς Αθήνα κι όλοι να μοιάζει να
έρχονται κατα πάνω μοιυ.

Δεν έπαθε κανείς τίποτε. Ένα αμάξι
έγινε ακορντεόν, το δικό μου - δεν
έγινε καραμπόλα, δε σφήνωσα κάτω απ τη
νταλίκα, δεν κινδύνεψαν άλλοι άνθρωποι.

Τρία λεπτά πριν έλεγα στον πατέρα του
γιού μου ότι το φλουρί της πίττας στο
σπίτι ξανάπεσε φέτος στην Παναγία
μας. Του έλεγα πως έπεσε στην Παναγία
μας που φυλάει το σπίτι χάρη στο
παιδί. Ε, δε φυλάει μόνο το σπίτι,
φυλάει και το κεφάλι μου.

Έχω ακούσει πολλές φορές ανθρώπους να
λένε, μετά από κάποιο σοβαρό
δυστύχημα, ότι όση ώρα κινδύνευαν
έβλεπαν τη ζωή τους να περνα μπροστά
τους. Δεν έβλεπα τίποτε τέτοιο. Είχαν
την εικόνα του μωρού μου καρφωμένη
στο μυαλό μου σαν προσευχή, μια
φωτογραφία περίπου, ακίνητος,
ακαθορίστου ηλικίας, νεογέννητος και
δεκαετής την ίδια ώρα. Με έσωσε η
προσευχή του κάθε βράδυ - να είναι η
μαμά καλά.Δόξα τω Θεώ.

Ακόμη είμαι σε κατάσταση σοκ. Δεν
πρέπει να κοιμηθώ 24 ώρες, είπε ο
γιατρός - κλέβω λίγο, λαγοκοιμάμαι και
ξυπνάω. Σκέφτομαι ότι μπορει να
ξαναχρειαστεί να οδηγήσω και με
πιάνει ναυτία.

Είχα καθήσει στο καθισμα κι έκλαιγα
σα μικρό παιδί - ο νταλικιέρης έλεγε
"να τελειώνουμε, έχουμε και δουλειές"
και "που να σε δω" και "που να σε
ακούσω", λες και γρατσουνιστήκαμε...
Ούτε με άγγιξε, ούτε μια ανθρώπινη
κουβέντα.

Το έστειλα. Μετά, σκεφτόμουν σε ποιόν με ένοιαξε να το πω. Ποιός ήταν αυτός που ήθελα να ξέρει. Που ήθελα να γράψω τον τρόμο μου, το σοκ, τα δάκρυά μου, σε ποιά αγκαλιά ένοιωθα να υπάρχει αλήθεια. Ήθελα στη λίστα των αγαπημένων. Που με αγκάλιασαν αμέσως.

Όχι στο μπλογκ.

Όχι στο μπλογκ.

Γιατί, την ώρα του φόβου του θανάτου, δεν άντεχα την κακία και τη μικρότητα των γνωστών μικρών και κακών. Γιατί δεν ήθελα τις ψεύτικες ευχές αυτών που το μίσος τους κι οι εμμονές τους ξεχυλίζουν, που το προσωπικό της συγγνώμης δεν το έστειλαν ποτέ, ακόμη κι αν μόνο καλό είδαν από μένα. Τους ματαιωμένους, που με χαρά θα μου έδιναν και μία εκείνη την ώρα. Που η φτήνεια τους είναι τόση που πάω στοίχημα πως το 'χουν ευχηθεί αυτό που έγινε - έχω δει αντίστοιχα γραμμένα, ως και περί ευγονικής που θα έπρεπε να ασκηθεί στο άτομόν μο'. Σε όσους κρύβουν τον μισογυνισμό τους, την ομοφοβία τους και την ερωτική πείνα τους πίσω από επιθέσεις του τύπου που γνώρισα εδώ.

Σήμερα, κάποια στιγμή ο αγαπημένος μου μου διάβασε δυό γραμμές από το φαρμάκι ενός μικρόψυχου εμμονικού. Σήμερα στη στιγμή της αδυναμίας και της ζάλης. Του είπα "δε θέλω αυτό τον άνθρωπο στη ζωή μου, στο σπίτι μου. Γιατί τον φέρνεις εδώ μέσα;". Και ξαναγύρισα να ξαναδιαβάσω τα μεηλ των ανθρώπων.

Όχι, δεν θέλω αυτούς τους ανθρώπους να μολύνουν τη ζωή μου. Κι άρα το κλείνω.

Ύστερα ήρθε το μήνυμα της Δισκολάτας της ολόγλυκης. Παιδί χρυσό με το ωραίο του φουστάνι - κάνε βρε μια στροφούλα να σε δω! Κι είπα ότι χρωστάω μια εξήγηση στους αγαπημένους. Γιατί έχει κι από σας - τους περισσότερους.

Σας φιλώ και σας χαιρετώ. Δεν ξέρω αν ποτέ, αν και πότε, θα ξαναγράψω εδώ. Περιμένω απαντήσεις σε δύο συνεντεύξεις - αυτές όταν έρθουν θα τις ποστάρω (ακους, Γεώργιε της Σκανδιναβίας? Πότε βρε θα απαντήσεις;). Ως εκεί.

Δεν χάνει η Βενετιά βελόνι, άλλωστε.

Τεσπα, ήθελα να πω πως δεν ήταν αυτός ο λόγος που άνοιξα αυτό το μπλογκ. Είχα να γράφω - εικοσιδύο χρόνια γράφω επαγγελματικώς κι η δουλειά μου με τους μετανάστες έχει πλούσιες ανταμοιβές όταν αποδίδει. Εκείνο που με συγκινούσε ήταν η καινούρια κοινωνία. Τελικώς, ούτε καινούρια είναι, ούτε κοινωνία, όμως. Παράλληλοι μονόλογοι. Χιλιάδες μικρά βήματα στο βίρτσουαλ χάυδ παρκ.

Να σας έχει ο Θεός γερούς. Και, προσοχή στην κολακεία.

Όσοι ήπιαμε κρασί, θα ξαναπιούμε. Κι όσους καφέδες χρωστάω θα τους κερασω - α, α, παρακαλώ! Να έχετε ένα υπέροχο 2007.