Mirandolina

27.2.07

Τρία Κλικ Homoαριστερά

1. Γιατί ένας στρατιωτικός δε δικαιούται να είναι ομοφυλόφιλος; Από πότε επιτρέπεται να κάνουμε ματι στις κρεβατοκάμαρες των στρατιωτικών κι από πότε θεωρείται κακός ο ομοφυλόφιλος στρατιωτικός; Και γιατί η ομοφυλοφιλία του σημαίνει και το διασυρμό του, από ανθρώπους αριστερούς κι ευαίσθητους;

2. Αυτή η πατρίδα ανέδειξε κατά καιρούς εξαίρετους δημοκράτες στρατιωτικούς, παλληκάρια, που κατάφεραν να ξαναδώσουν την περηφάνεια και το αγωνιστικό του πνεύμα στο λαό, σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Οι σεξουαλικές τους προτιμήσεις δεν έγιναν ποτέ γνωστές. Μήπως θα έπρεπε να αρχίσουμε να ψάχνουμε τι χρώμα στριγκάκι φορούν; Μήπως θα ήταν λιγότερο ήρωες αν αποδεικνύονταν ότι είναι ομοφυλόφιλοι;

3. Κάποτε ο Γιώργος Καρατζαφέρης του ΛΑΟΣ τάχθηκε υπέρ της αναγνώρισης εννόμου συμβίωσης των ομοφυλοφίλων. Σύμφωνα με την "λογική" ορισμένων, αφού ένας ακρο-αριβίστας της δεξιάς τάχθηκε υπέρ της αναγνώρισης αυτής, θα πρέπει όσοι είναι "προοδευτικοί" να ταχθούν κατά. Τουλάχιστον αυτό σημαίνει το επιχείρημα "υπέγραψες εκεί που υπέγραψε κι ο τάδε άρα είσαι όμοιός του". Με βάση τη θέση του Καρατζαφέρη, η αντίστοιχη φράση είναι "αν τάσσεσαι υπέρ του 'γαμου' των ομοφυλοφίλων, τότε είσαι καρατζαφερικός". Ο μπάτσος είναι όργανο, το μπουζούκι είναι όργανο, άρα ο μπάτσος είναι μπουζούκι -- κλασσικόν λογικόν επιχείρημα.. Μάλλον η λογική δεν περισσεύει ή περισσεύει η λάσπη.

25.2.07

Yellow Rogue Dog Blues

""Θες να φας σκύλο;" ρώτησε ο οδηγός μου στο Ανόι, ο Τουάν, σε μια πρόσφατη επίσκεψή μου στο Βιετνάμ. Μου 'δειχνε με το δάχτυλο ένα μικρό, χρυσαφένιο, τραγανοτηγανισμένο σκύλο - πολύ όμοιο σε αυτά με μιαν πάπια Πεκίνου- σε ένα σφήζον παζάρι. Συνηθισμένο το θέαμα στο Ανόι.

Ο ψητός σκύλος είναι εποχικό πιάτο (καλύτερος το χειμώνα), κι η κατανάλωσή του ξεκίνησε χάρη σε επιρροές που έφτασαν εδώ από τη Νότιο Κίνα. Κομμένος στα δυό, ύστερα τεμαχίζεται έτσι που να καλύπτει τις προτιμήσεις των πελατών: Το κεφάλι με τους κυνόδοντες, τα καπούλια μαζί με τα πίσω πόδια και, τέλος, τα μπροστά πόδια με τα παϊδάκια. Αν κι ο Τουάν μάλλον ήθελε να με σοκάρει λιγάκι, δεν εξεπλάγην. Είχα ξαναφάει σκύλο και ευχαρίστως θα τσίμπαγα μια μερίδα, αν δεν ήμουν τόσο βιαστική εκείνη τη μέρα
.
Οι βιετναμέζοι δεν τρώνε οποιονδήποτε σκύλο. Τρώνε πολύ λίγες, συγκεκριμένες ράτσες, και συνήθως εκείνον που αποκαλούν "κίτρινο" σκύλο. Εκτός αυτού, τρώγεται κι ο "μαύρος" σκύλος, από ότι έχω ακούσει.

Παρά τη σιχασιά που πιάνει τους δυτικούς μόλις ακούσουν για αυτό το πιάτο, ο σκύλος παραμένει νόστιμος, με κρέας μαστιχωτό, κάπως κοντινό σε αυτό της κατσίκας. Και δεν τρώμε μόνο σκύλο στο Βιετνάμ αλλά και νυχτερίδες, αρμαντίλο, αρκούδες, σκατζόχοιρους, πιθήκους, αρουραίους, φίδια και άλλα που θεωρούνται εξωτικά. Μάλιστα δεν είναι καθόλου δύσκολο να εντοπίσεις εστιατόρια που να τα προσφέρουν στο μενου τους.

Σε ορισμένα εστιατόρια τα ζώα παρουσιάζονται ζωντανά στον πελάτη κι αφού επιλεχθούν, σφαγιάζονται και μαγειρεύονται αμέσως. Σε ορισμένα ζώα, όπως τα φίδια, το αίμα συγκεντρώνεται σε ειδικό δοχείο και προσφέρεται ως ρόφημα πριν το κυρίως πιάτο. Η μαϊμού κοστίζει περίπου 300 δολάρια - η κατανάλωσή της δείχνει κοινωνική θέση και πλούτο.
Σε όσους βλέπουν μόνο σκληρότητα σε αυτές τις προετοιμασίες, είναι πολύ σημαντικό να θυμίσω ότι αυτές οι παραδόσεις αποτελούν μέρος ενός πολύπλοκου και εκλεπτυσμένου πολιτισμού που εξελίχθηκε μες στους αιώνες και ότι πολλά από αυτά τα κρεατα θεωρείται ότι έχουν ιαματικές ιδιότητες, ορισμένα μάλιστα κυρίως αφροδισιακές. "

Από το βιβλίο Authentic Vietnamese Cooking - Food from a family table, της Corine Trank, εκδόσεις Verve, παρακλάδι της Absolute Press, του 1999. Η μετάφραση της ταπεινότητός μου.

Η θέση ορισμένων εκ των συζητούντων στα σχόλια πρόσφατου ποστ του μαύρου πρόβατου ήτο σαφής. Σε περίπτωση "ελλείμματος" του τάδε ή του δείνα δικαιώματος, οφείλ"ουμε" να καταλάβ"ουμε" τη χώρα, να ισοπεδώσ"ουμε" την λαϊκή αντίσταση, να τους βγάλ"ουμε" τη μπούργκα και να τους φορέσ"ουμε" αστική δημοκρατία μετά συντάγματος τέηλορ μέηντ, στηριγμένοι σε εκλογές ρεντυ μέηντ.
Το πρώτο πρόσωπο (στα εισαγωγικά) επειδή κάποιοι νοιώθουνε μέτοχοι των αποφάσεων μέσω του "yes, master".

Συμπέρασμα: Εφ'οσον οι αμερικάνικοι νόμοι αναγνωρίζουν δικαιώματα στο σκύλο, αν οι αμερικάνοι την είχαν πέσει στο Βιετνάμ επικαλούμενοι τα δικαιώματα του σκύλου, δε θα έπρεπε να τους την πει κανείς για τις ναπάλμ. Γουφ.
Τι προτιμάτε; Μια "κουτσουρεμένη δημοκρατία" χτισμένη με ναπάλμ ή να συνεχίσουν να τρώνε αθώους σκύλους;

Όποιοι έχουν αντοχές, μπορούν να δουν την προετοιμασία του σκύλου και την κατανάλωσή του, όπως και μιας σούπας ωμού αίματος, εδώ. Έχουν ενδιαφέρον κι όσα γραφει ο φωτογράφος για την αντιμετώπισή του από το φλικρ.

Η πρώτη φωτό από δω. Η φωτό με τα φίδια - φρέσκα και κονσέρβες - από δω.

ΥΓ Αυτά τα περί ιαματικών ιδιοτήτων, μάλλον θα κοστίσουν την εξαφάνιση ενός άλλου εκλεκτού μεζέ, πιο δύσκολου στην αναπαραγωγή: της κουκλίτσας Sun bear. Μακάρι να γίνει κάτι.

21.2.07

Το βαθυκόκκινο λουλούδι

Ο Μεσαιωνικός πολεμιστής, δεν απείχε πολύ στη λογική του πολέμου από το Σαμουράι. Συνδύαζε την πάλη και το ξίφος στις επιθέσεις του. Εκεί που διέφερε ήταν στην τεχνική και τη μέθοδο. Η αγριότητα εδώ δεν απαλύνονταν από τη χάρη της αυστηρότητας που διέκρινε τον ιάπωνα ξιφομάχο.

Η ευγένεια του Ιππότη είναι μεταγενέστερο προϊόν, και η χάρη κερδίθηκε μάλλον στην περίοδο που η κυρίαρχη τάξη επιθυμούσε να αποτινάξει από πάνω της το παρελθόν της βαρβαρότητας και ωμότητας –κάτι που έγινε σε περιόδους ευημερίας, τις περιόδους των μεγάλων αποικιοκρατικών αυτοκρατοριών της Δύσης. Τότε η ξιφασκία γίνεται η τιμημένη, λεπτή κι ευγενής, κύρια αμυντική τέχνη, το αγαπημένο παιγνίδι των αυλικών, η αγορίστικη χαρά των «τριών σωματοφυλάκων» και των ομοίων τους. Τότε η χάρη στους αγώνες επίδειξης ανοίγει το δρόμο για την καρδιά των κυριών της αυλής και στέκεται δίπλα σε άλλα ανδρικά τάλαντα, όπως η μουσική και το τραγούδι. Το ξίφος κι η τέχνη του γίνονται στολίδι των δανδήδων, δικαίωμα στο κράτημα του ξίφους αποκτούν οι ανώτερες τάξεις. Πρόκειται περί ταξικού προνομίου, μετά τον 17ο αιώνα, οπότε και η ξιφομαχία ομοιάζει πιά με αυτή που σήμερα γνωρίζουμε. Όσο για τον απλό λαό, αυτος συνεχίζει να χρησιμοποιεί τις γροθιές του.
Και στη Δύση, τόσο στο πεδίο πολέμου όσο και στους αυλικούς αγώνες επίδειξης, εμφανίζονται τα δύο ξίφη. Μόνο που, δεν είναι δύο ίσου μήκους –όπως τα νταϊτό του Σαμουράι- αλλά ένα μικρό, λίγο μεγαλύτερο από μαχαίρι, κι ένα μεγάλο. Η κίνηση επίδειξης εδώ, στους αυλικούς αγώνες, ήταν η δυνατότητα του ξιφομάχου να χειρίζεται, περιστρέφει και πιάνει τα ξίφη του από τη λάμα, φορώντας απλώς τα γάντια του - τα ίδια γάντια που αν έπεφταν κάτω, θα προκαλούσαν σε μάχη ως το θάνατο, λέει ο μύθος. Ένας απόηχος των εντυπωσιακών αυτών ασκήσεων έχει επιβιώσει σε νούμερα του τσίρκου, απ όπου κάποιος μπορεί να πάρει μια ιδέα.
Μετά τον 16ο αιώνα, ευγενείς αντίπαλοι χρησιμοποιούν το ξίφος τους σε μονομαχίες, προασπίζονται την τιμή τους και την τιμή των κυριών, κι αρκεί ο ελαφρύς τραυματισμός του αντιπάλου για να τελειώσει ο αγώνας. Το ποθούμενο ήταν, μια απλή λύση της συνεχείας του δέρματος, μια γρατσουνιά, στο κεφάλι, η οποία δεν έθιγε τα μάτια. Η γρατσουνιά αυτή ονομάστηκε από το λαό «ερυθρό άνθος», rote plume, red flower.

Η συνήθεια πολλών συγγραφέων ή και κινηματογραφιστών να στολίζουν με ουλές τα πρόσωπα των ηρώων τους από κείνη την εποχή, έχει βαθιά ιστορική βάση. Κάθε ουλή αποτελεί «στολίδι» ήττας από άξιο αντίπαλο, καθώς ήταν αντίθετο στην ηθική της εποχής να επιδιώξει κανείς το «ερυθρό άνθος» από κάποιον νέο κι άπειρο στην ξιφασκία. Σε περιπτώσεις που ένας νεαρός ξιφομάχος επέμενε να καλεί σε μονομαχία, τότε ο έμπειρος αντίπαλος όφειλε απλώς να αποφύγει τα οκτώ πλήγματα, οκτώ επιθέσεις. Τότε θεωρούνταν νικητής και κανείς δεν πάθαινε τίποτε –θα ήταν προσβολή, όμως, κι ένδειξη ανανδρίας να χτυπήσει ο ίδιος ένα «παιδαρέλι».

Η ικανότητα αυτή, της καλής άμυνας, ήταν και το διαβατήριο για τις διασημότερες κι ισχυρότερες λέσχες ξιφομαχίας της εποχής. Το υποψήφιο μέλος όφειλε να αντιμετωπίσει επιτυχώς τρεις επιθέσεις του καλύτερου ξιφομάχου της λέσχης στην οποία ήθελε να εισέλθει. Το ερυθρό άνθος ήταν συνήθως το τέλος αγώνων μεταξύ αντιπάλων λεσχών ή αγώνων επίδειξης με υψηλά χρηματικά έπαθλα στην ίδια λέσχη. Έτσι εμφανιζόταν η επόμενη γενιά φημισμένων ξιφομάχων, μες από τέτοιους αγώνες χτιζόταν η διασημότητα ενός «πολεμιστή των σαλονιών».Τίποτε αντίστοιχο δε θα βρει κανείς στην Ιαπωνία, όπου η τιμή καθορίζει κάθε πεδίο του ανθρωπίνου βίου.

19.2.07

Στα πέντε, φτου και βγαίνω

Ο αγαπημένος μου Φύλαρχος, με έχωσε από το παράθυρο στο παιγνίδι που ανθεί στην ευλογόσφαιρα το τελευταίο διάστημα. Οπότε, οφείλω να πω πέντε πράγματα που δεν ξέρετε για μένα. Ιδού:

Το σπίτι το βάψαμε κυρίως μαζί με τα αδέλφια μου αλλά μας βοήθησαν και κάποιοι αγαπημένοι φίλοι. Είμαι περήφανη που έτριψα μόνη μου τα ξύλινα πατώματα, ζωγράφισα το τραπέζι της κουζίνας πόντο πόντο...
Στα ντουλάπια της κουζίνας έβαψε μαζί μου το Τηνούδι μου. Το Τηνούδι έχει φύγει από τη ζωή. Όποτε ξαναντικρύζω τα ντουλάπια της χαμογελάω και βλέπω το χαμόγελό της πάλι.

Κάποτε με στενοχωρούσε η αχαριστία, η ηλιθιότητα, η μικροπρέπεια. Τωρα πια, έχω βρει το διακόπτη και έχω ησυχάσει. Όξω πούστη απ' την καλύβα, που έλεγε κι η Μαλβίνα, Θεός σχωρέστη. Έχουμε σοβαρότερα πράγματα να ασχοληθούμε...
Είμαι πολύ τυχερός άνθρωπος. Οι αγαπημένοι, οι δικοί, όσοι συνάντησα στ' αλήθεια, μου δίνουν το δικαίωμα να το πω.
Μου αρέσει να μαζευόμαστε σπίτι, να μαγειρεύω για τους αγαπημένους και τους φίλους, να χαίρομαι τις κουβέντες που ανθίζουν στο μπαλκόνι και, νταξ, να μου λένε ύστερα τι ωραία πέρασαν. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια προσπαθώ όσο πιο συχνά μπορώ να στήνω τα μικρά μας πανηγύρια, να τους χαίρομαι..
Το πιο όμορφο κορίτσι του κόσμου χτες ήπιε τσάι κι έφαγε μπράουνιζ στην κουζίνα μου.
Και με τη σειρά μου να προσκαλέσω τον Γνωμοδότη, τον Αμπροζ μου, τον Άντυ, τον Διονύση και το Μαύρο πρόβατο. Δεν ξέρω αν θέλει να παίξει ο Ακίνδυνος - αν ναι, τιμή για το παιγνίδι!

15.2.07

Το σπαθί που δε σπάει κομμάτια

Αν ακουμπήσεις το πιο λεπτό μετάξι στην κόψη της κατάνα, θα το δεις να κόβεται στα δυό.
Το σπαθί των Σαμουράι δε γίνεται από κομμάτια μετάλλου που δένονται μεταξύ τους, όπως το δυτικό σπαθί.

Στη Δύση, ένα κομμάτι μέταλλο έμπαινε στη φωτιά κι ύστερα πάνω στο αμόνι, για να δεχθεί το χτύπημα του σφυριού, ώσπου να γίνει αρκετά λεπτό και κοφτερό. Το γεγονός του ενός ενιαίου κομματιού σήμαινε ότι το σπαθί λύγιζε και έσπαγε ευκολότερα. Το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε την εποχή των Βίκινγκς, που πρώτοι σκέφτηκαν να κατασκευάσουν σπαθιά από διαφορετικά κομμάτια μέταλλο, μικρότερα, χαρίζοντας έτσι νέα ανθεκτικότητα στις σπάθες τους.

Τα γιαπωνέζικα σπαθιά φτιάχνονται τελείως διαφορετικά: ένα φύλλο, ένα έλασμα μετάλλου διπλώνεται και ξαναδιπλώνεται πάνω από τη φωτιά, ώσπου να γίνει λάμα, μια παντοδύναμη, αιχμηρή λάμα που δε γίνεται να καταστραφεί παρά από τη φωτιά που τη γέννησε.

Ο κατασκευαστής κατάνα δεν ήταν ένας απλός καλός τεχνίτης, όπως ο κατασκευαστής σπαθιών στη δύση. Ήταν πρόσωπο σεβαστό και η τάξη στην οποία ανήκε θεωρούνται από τις κοινωνικά ανώτερες, έχουσα μάλιστα κι ιερατικά καθήκοντα καθώς η κατασκευή κατάνα ήταν τέχνη δοσμένη από τους Θεούς. Σε κάθε κατάνα ο κατασκευαστής της έγραφε, μάλιστα το όνομά του και τους τίτλους ευγενείας που το συνόδευαν.
Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως, μες απ τις διαφορές αυτές στην κατασκευή των σπαθιών, ερμηνεύονται κι οι διαφορές της προσέγγισης του πολέμου και της κοινότητας, μεταξύ των δύο παραδόσεων. Οι διαφορές αυτές είναι λίγες, αλλά σημαντικές και χαρακτηριστικές των πολιτισμών που τις γέννησαν. Η μία είναι η έννοια του περιπλανώμενου και μοναχικού πολεμιστή – του πολεμιστή που είναι «κομμάτι» και μπορεί να αποσπαστεί παραμένοντας «μέταλλο». Στη Δύση, ο περιπλανώμενος ιππότης είναι πρόσωπο αγαπητό, ερωτικό και ποιητικό. Στην Ιαπωνία, ο αποκομμένος από την κοινωνία (μοναχικός και χωρίς άρχοντα) σαμουράι, ο ρονίν, είναι ατιμασμένος – το σπαθί είναι χτισμένο πάνω στην ενότητα.

Η δεύτερη διαφορά είναι το τέλος της ζωής του πολεμιστή- η αυτοκτονία σε ελάχιστες περιπτώσεις θεωρείται ηρωική πράξη στη Δύση και μόνον όταν οι συνθήκες οδηγούν σε πλήρες αδιέξοδο τον πολεμιστή. Στην Άπω Ανατολή το σεπούκου είναι η απόδειξη πως «το μπούσιντο είναι τρόπος να ζεις και τρόπος να πεθαίνεις».

Το σημαντικότερο όλων όμως είναι ότι, οι δύο ιπποτικές παραδόσεις έχουν τελείως διαφορετική προσέγγιση της χρήσης του ξίφους. Στην Ευρωπαϊκή Δύση, η τέχνη του σπαθιού είναι τέχνη αμυντική. Ο ξιφομάχος μαθαίνει κυρίως να αμύνεται, σε αντίθεση με το σαμουράι που, πιστός στο Κενζούτσου («τέχνη του σπαθιού»), πολεμά επιθετικά με την κατάνα του– η άμυνα θα τον ντρόπιαζε. Ο Σαμουραι ποτέ δεν φέρει ασπίδα, είναι άγνωστη στην Ιαπωνία.

Πολλές φορές η πρώτη δοκιμή του καινούριου ξίφους του Σαμουράι γινόταν πάνω σε κάποιον καταδικασμένο εγκληματία ή, αν δεν υπήρχε η δυνατότητα, σε κάποιο πτώμα που το ξίφος έπρεπε να κόψει στα δυό.

Η τέχνη του σπαθιού είναι η μητέρα του κώδικα τιμής. Προηγείται. Η δημιουργία του Κενζούτσου τοποθετείται στον 11ο αιώνα και τα χαρακτηριστικά του είναι καθαρά επιθετικά. Σκοπός του μόνον ο φόνος. Ο σαμουράι δεν έχει κανένα λόγο να χαριστεί στον αντίπαλό του, θέλει να τον σκοτώσει χωρίς να του δωσει ευκαιρία αλλά και χωρίς να ξεπέσει στη βαρβαρότητα.

Η επίδειξη δεν είναι μες στις προθέσεις του – το πάθος όμως είναι βασικό συστατικό στον πόλεμό του. Χαρακτηριστικά, στο άθλημα που προέκυψε από το Κενζούτσου, το Κέντο - «ο τρόπος των σπαθιών»- μετρά κι ανταμείβεται βαθμολογικά το πάθος με το οποίο γίνεται μια επίθεση, σε αντίθεση με την μοντέρνα δυτική αθλητική ξιφασκία όπου τον πρώτο ρόλο έχει η ανδροπρεπής χάρη, ειδικά στην άμυνα. Η χάρη στο Κενζούτσου είναι στρατιωτική.

Στην ιαπωνική μυθολογία το πρώτο σπαθι το κατασκεύασε ο θεός Ιζανάγκι για να σκοτωσει το γιό του, το Θεό της Φωτιάς, ο οποίος όταν γεννήθηκε προκάλεσε τέτοιους πόνους στη μητέρα του Ινζανάμι, που εκείνη εγκατέλειψε το συζυγό της και κρύφτηκε στα έγκατα της γης. Το πρώτο αυτό σπαθί κατέληξε σε γυναικεία χέρια: στην κόρη του Ιζανάγκι και θεά του Ήλιου, Αματεράσα Ομικάμι, η οποία το παρέδωσε τελικά στον εγγονό της, Νινίγκι-νο Μικότο για να κυβερνήσει τη Γη.

Η πρώτη κίνηση- το τράβηγμα του σπαθιού- δείχνει πόσο πειθαρχημένος, πόσο αποφασισμένος και πόσο βαθύς γνώστης της τέχνης του είναι ο ξιφοφόρος. Η κίνηση αυτή, του τραβήγματος και της επιστροφής στο θηκάρι, αποτελεί μια χωριστή τέχνη, όχι ένα απλό κάτα.

Και στο Κενζούτσου, όπως σε σχεδόν όλες τις απωανατολίτικες πολεμικές τέχνες την τεχνική καθορίζουν μια σειρά «κάτα», κινήσεων απολύτως συγκεκριμένων, στις οποίες πολεμιστής και σπαθί γίνονται ένα με τρόπο χορευτικό.

Τα κάτα του σπαθιού, πάντα επιθετικά –δεν υπάρχει ούτε ένα αμυντικό κάτα-, ο σαμουράι τα κατείχε με τον τρόπο που κατείχε το δικαίωμα στην αναπνοή: απολύτως φυσικά, χωρίς την παρέμβαση σκέψης. Η επιθετικότητα των κάτα επιτείνεται όταν ο Σαμουράι κατέχει την τέχνη του Νίτεν ίντσι-ρύου, των δύο σπαθιών και χτυπά κρατώντας ένα νταϊτό (όπως τα «δίδυμα» σπαθιά ονομάζονται) σε κάθε χέρι.

Όταν ο Σαμουράι έχανε τον πόλεμο, κατέφευγε στο ναό του θεού του πολέμου, Χατσιμάν, ζητώντας του να επιστρέψει στο ηττημένο ξίφος το θεϊκό πνεύμα.


Στοιχεία και σκέψεις από μια μελέτη που δεν τελείωσα ποτέ

14.2.07

Μια μέρα σαν τις άλλες

Θα μπω στο σπίτι όπως κάθε μέρα. Θα πω δυνατά "Χαίρετε!". Το ψωμί, το γάλα στο τραπέζι της κουζίνας, όσο το καρπουζάκι μου τρέχει όλο χαρά γιατί "μαμά, μαμά πήρα δέκα πλην στα γαλλικά". Πανηγύρι. Φιλί.
Η τσάντα μου κάτω απ' το έργο της Άντζυς.
Τα παπούτσια πεταμένα στη γωνία.

Θα μπω στο σπίτι όπως κάθε μέρα. Μια αλλαγή τόση δα. Θα σφυρίζω. Ω. ναι, ξέρω να σφυρίζω. Ξέρω πολύ καλά. Σιγανά, σχεδόν ανεπαίσθητα θα σφυρίζω.

Ίσως δεν το καταλάβεις αμέσως. Δυαδικός και άπειρος. Μετά, θα σηκώσεις το κεφάλι, τα σοβαρά μάτια πίσω από τα γυαλιά, απορημένα. Θα ξέρεις τι σφυρίζω. Όπως πάντα ξέρεις. Καρδιά μου.
Θα κάνεις πως δε σε νοιάζει. Θα κάνω πως είναι τυχαίο. Ε, δε μας νοιάζει εμάς! Σιγά τους άγιους Βαλεντίνους και τις εμποροπανηγύρεις.

Θα κάνω πως σφυρίζω τυχαία, είναι άσχετο με όλα, είναι άσχετο με μας. Με το φως που είσαι. Που νοηματοδοτεί τις μέρες αλλοιώς. Κι ύστερα θα πω, "ξέρεις, βρήκα ένα έργο του Κλέε που θα το αγαπήσεις". Κι αυτό. Αχ αυτός, αυτός, ο Κλέε ο ζηλευτός! Ένα έργο που είναι αριθμοί κι ευαισθησία, σοφία κι ένστικτο μαζί. Εσύ.
Θα κάνω τα φιλετάκια. Που "είναι για αύριο". Με πέντε πιπέρια, όπως σ αρέσουν. Θα κάνουμε πως δεν τρέχει τίποτε. Μια συνηθισμένη μέρα. Δε θα μιλήσουμε καθόλου για τον χαζό δυτικό άγιο, τη χαζή εμποροπανήγυρη. Θα βάλεις μουσική. Όπως κάθε βράδυ. Κι οι λέξεις θα είναι για τους άλλους. Γιατί, ακόμη κι εγώ η φλύαρη, πια δεν τις χρειάζομαι.

Θα δουλεύουμε ως αργά. Αντικρυστά. Θα σηκώνουμε πότε πότε τα μάτια, ο ένας στον άλλο. Θα κάνω τσάι. Θα ανοίξω εκείνο το πανάκριβο, απ' το Μαιζόν. Δε θα στο πω. Δε θα το καταλάβεις. Θα γελάσουμε.
Φως μου. Αύριο πάλι.

9.2.07

Δος μοι τούτον τον Ξένον ΙΙ

Και τώρα, λέει, θα παρέμβει εισαγγελέας για να ανακαλύψει γιατί τα δειλά ένστολα κτήνη επέτρεψαν να πεθάνει ένας άνθρωπος αιμορραγώντας στο δρόμο, αιμορραγώντας ασταμάτητα πέντε ώρες, πεθαίνοντας στο πεζοδρόμιο. Γιατί αφέθηκε να πεθάνει αυτός που για τα κτήνη είναι σάκος του μποξ,είναι ο Ξένος, ο Άλλος, ο άνθρωπος-τίποτε.

Θα έρθει ο εισαγγελέας να μας πει "αν προκύπτουν ποινικές ευθύνες"...

Πέντε ώρες. Αιμορραγούσε αβοήθητος πέντε ώρες. Ούτε ασθενοφόρο, ούτε αστυνομία, ούτε αρχή. Αν προκύπτουν. Μπορεί και να μην προκύπτουν, σου λέει.

Ακυβέρνητη πολιτεία που σκοτώνει μετανάστες. Ποινικές ευθύνες.

Αν προκύπτουν ευθύνες!!! Τη δολοφονία εκ προθέσεως την ξέρει ο εισαγγελέας? Την πιθανότητα οι μπάτσοι να άφησαν να πεθάνει ένας άνθρωπος για να στηρίξουν την άποψη πως... φοβούνται θα τη σκεφτεί ο εισαγγελέας? Φοβούνται στα Εξάρχεια, εννοείται -- στην Πετρούπολη, όπου βγαίνουν οι ταυτότητες στους νονούς της νύχτας, δε φοβούνται καθόλου. Στην ανάγκη, όλο και κανα πακετάκι παίρνουν κάτω από το τραπέζι για να ξεχνάν τους φόβους τους.

Ορίστε, λοιπόν, ησυχία, τάξη και ασφάλεια. Ορίστε μπάτσοι που φοβούνται όταν δεν διαφθείρονται. Ας καθήσουμε στον καναπέ να παρακολουθήσουμε το κράτος να δολοφονεί αυτόν που ζήτησε από σας κι από μένα την ελπίδα. Ας πληρώσουμε μπάτσους για να φοβούνται, ας σκύψουμε το κεφάλι για να λαδώνονται, ας καθήσουμε μπρος στην τηλεόραση να δούμε τους συνδικαλιστές τους να μας παρουσιάζουν το έργο ‘η αθώα περιστερά μπάτσος‘, ας ρευτούμε όσα rear τσικνήσαμε, μπας και θυμηθούμε τη γεύση του αίματος επιτέλους.

Τη γεύση του αίματος, την αγωνία, την ελπίδα που ποτέ δεν του δόθηκε πέντε ώρες και πάντα.

Ντρέπομαι. Το αίμα του αθώου: Στα κεφάλια μας και στα κεφάλια των παιδιών μας. Ντρέπομαι τους ανθρωπους που θα αντικρύσω αύριο στην πορεία. Ντρέπομαι τους αδελφούς μου.

Την ευχή του Μάρτυρα, του τελευτήσαντα στο πεζοδρόμιο των Εξαρχείων, να έχουμε.

Αν πίστευα ότι η κρατική μηχανή κυβερνάται από ανθρώπους, μπορεί να περίμενα την παραίτηση του Βύρωνα Πολύδωρα, του αρχηγού της αστυνομίας κι άλλων πεντεξι. Αλλά ξέχασα Περιμένουν να δουν αν προκύπτουν ευθύνες...

6.2.07

Η Επέλασις των Βαρβάρων

H φράση "νέα βαρβαρότητα" ανήκει σε εκείνες του συρμού. Περί πολιτικής, περί πολιτισμού, περί έργων, περί συμπεριφορών ομιλούντες, παριστάνουμε πως η βαρβαρότητα έφτασε στην εποχή μας από κάποιο μακρινό παρελθόν, ότι απουσίαζε λόγω διακοπών από κάποιους μήνες, κάποια έτη, κάποιες δεκαετίες της ιστορίας - το μέτρο της προσωπικής αισιοδοξίας καθορίζει ποιον χρόνο αποδεχόμαστε. Παριστάνουμε πως Hier stehen, wir koennen nicht anders*. Nα πώς γεννιέται το δικαίωμα στη βαρβαρότητα - τίποτε άλλο δεν είναι εφικτό, υποστηρίζουν οι "πνευματικοί" της ταγοί.
Παριστάνουμε ότι η βαρβαρότητα είχε εξοβελιστεί από την πολιτισμένη κοινωνία του ανθρώπου και ότι δεν ισχύει το "Φύσει πάντα πάντες ομοίως πεφύκαμεν και βάρβαροι και Έλληνες", του Αντιφώντος. Λέμε ότι η φύση των βαρβάρων είναι διαφορετική από τη δική μας, ότι "μαζί μας στη ζωή δεν παρασύρουμε το θάνατο", σε αντίθεση με όσα έγραψε ο Παζολίνι.Η βαρβαρότητα είναι η "απειλή κατά του πολιτισμένου κόσμου" της κάθε σήμερον και περιορίζεται εκεί. Παριστάνουμε πως ποτέ δεν κατασκευάζεται, ποτέ δεν δημιουργείται επί τούτω ως το αντίπαλον δέος του πολιτισμού και δεν ενυπάρχει στην κίνηση της ιστορίας. Οικειοθελώς, χωρίς περίσκεψη, χωρίς αιδώ, ξεχνάμε το μεγάλο Αλεξανδρινό, που επιμένει να μας θυμίζει ότι "οι βάρβαροι είναι μια κάποια λύσις", όταν βρισκόμαστε στους χρόνους της παρακμής, στο κοίλον της ιστορίας. Ποια διαφορά έχει εκείνη η -πιθανότατα λαμπρή ελληνιστική- πόλη του Καβάφη, η πόλη που περιμένει τους βαρβάρους, από τη σημερινή Ουάσιγκτον; Ο εχθρός επινοείται με τον ίδιο τρόπο και στη μια περίπτωση και στην άλλη και σε χιλιάδες περιπτώσεις στο μεταξύ.
Βεβαίως, δεν κομίζουμε γλαύκαν εις Αθήνας. Το ζήτημα της βαρβαρότητας, της αντιμετώπισής της, της εξάλειψής της και ο πόλεμος μεταξύ βαρβαρότητας και πολιτισμού αποτελούν πραγματικότητες που απασχόλησαν τους ανθρώπους και πολλές φορές έγραψαν την ιστορία τους. Πιο πρόσφατα ήταν από τις μεγάλες φιλοσοφικές διαμάχες της τελευταίας μεγάλης φιλοσοφικής αναζήτησης μεταξύ του Διαφωτισμού και των αντιπάλων του. Ήταν, ακόμη περισσότερο, ένα από τα ζητήματα που ανέσυρε η δαρβίνεια θεωρία.
Τι είμαστε; Μια κοινωνία στην οποία κυριαρχεί "ο νόμος της ζούγκλας", ο περίφημος νόμος του ισχυροτέρου, κι όλα τα άλλα, όλοι μας οι πολιτισμοί, δεν είναι παρά ευκολόξυστο λούστρο; Ή μια κοινωνία συνεργατική, όπως εκείνες που εμφανίζονται επίσης στη φύση, όπως επέμενε ο Πιότρ Κροπότκιν, η οποία όμως έχασε το δρόμο και τώρα πάλι τον αναζητεί; Η λαϊκή απάντηση δεν έχει δοθεί ακόμη ξεκάθαρα. Όμως και σήμερα, όπως πάντα, η βαρβαρότητα είναι "κακό" που ξορκίζουμε προσπαθώντας να αρνηθούμε την ευθύνη μας σε αυτό. Η ίδια στάση των πρώτων πολιτισμών, που γι' αυτούς οι βάρβαροι δεν ήταν άνθρωποι, ήταν άγρια θηρία, αν όχι δαίμονες. Οι βάρβαροι δεν είναι "εμείς" αλλά "οι άλλοι", η σαρτρική Κόλαση. Είναι αυτοί που καταλύουν κάθε ταμπού - και η εξέλιξη των κοινωνιών προσθέτει στα ταμπού τους, δεν τα καταργεί. Έτσι, η βαρβαρότητα δεν μας αφορά. Δεν είμαστε οι ίδιοι οι φορείς της. Ούτε η εξουσία που αναγνωρίζουμε. Ξεχνάμε ότι, ιστορικά, η βαρβαρότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με κάθε εξουσία και, κυριότερα, με κάθε νέα τάξη πραγμάτων. Η προτελευταία νέα τάξη έκανε και πάλι την επιλογή της βαρβαρότητας, κατά τον Κώστα Βεργόπουλο. Η επιλογή της βαρβαρότητας ήταν επιλογή της εξουσίας, του κεφαλαίου, "όχι διότι αυτοί γνωρίζουν πού πηγαίνουν, αλλά ακριβώς επειδή επιλέγουν τη βαρβαρότητα και το χάος από την επιστροφή σε οποιοδήποτε μοντέλο που θα μπορούσε να διασφαλίσει την ένταξη και συμμετοχή της κοινωνίας. H επιλογή αυτή, ενώ εμφανίζεται ως μοναδική και καταναγκαστική, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ρεαλιστική και βιώσιμη". Σήμερα, όμως, έχουμε πάλι ξεφύγει από την οικονομική ερμηνεία, το οικονομικό σύστημα. Η εκμετάλλευση αφορά και πάλι απευθείας τον άνθρωπο, τη μάζα, ο άνθρωπος και πάλι αντιμετωπίζεται ως υλικό - όχι παραγωγική δύναμη, αλλά παραγωγική πρώτη ύλη. Ο ιμπεριαλισμός αλλάζει μάσκα.
Σε κάθε "ανάπτυξη πολιτισμού", όπως θέλει να τη βαφτίζει η προπαγάνδα, πολιτισμένοι εμφανίζονται οι βάρβαροι που κατόρθωσαν να χειραγωγήσουν πολιτισμούς και να μετατρέψουν τους ανθρώπους σε πρώτη ύλη. Οι καθαρόαιμοι ιμπεριαλιστές. Από την επέλαση των Αράβων στην Αφρική ως τους κονκισταδόρες, η δουλεία και η λαφυραγωγία στήριξαν τους "μεγάλους πολιτισμούς". Ο "πολιτισμός" των Βρετανών αποικιοκρατών είναι ολοφάνερος στο Βρετανικό Μουσείο, στα Ελγίνεια, στα Αιγυπτιακά, σε κάθε πτέρυγα αυτού του χρηματοκιβωτίου της καταλήστευσης των όντως μη ιμπεριαλιστικών πολιτισμών. Μήπως, με περισσή ειλικρίνεια, οι Αμερικανοί, που εξαφάνισαν τους Ινδιάνους, δεν στολίζουν με το Μανιτού το δολάριο; Κυνική ειλικρίνεια: η εξολόθρευση των Ινδιάνων δημιούργησε το δολάριο. Ο ιμπεριαλισμός των "πολιτισμών", που η προπαγάνδα τοποθετεί στην κορυφή, κατέστρεψε τους πολιτισμούς που στηρίχθηκαν στη συνεργασία, στη χειραφέτηση μέσα από την ισχυρή παράδοση, τη διαρκή ενίσχυση της δημοκρατίας.
Η στάση της κοινωνίας, απέναντι σε όλα αυτά, δεν διαφέρει από εκείνη της καβαφικής Αγοράς, ελέω προπαγάνδας. Αν δεν υπήρχαν οι βάρβαροι, θα έπρεπε να τους κατασκευάσουμε. Χωρίς εκείνους είμαστε απολύτως υποχρεωμένοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας έναντι εαυτού και κοινωνικού συνόλου, να υπάρξουμε ως ενεργοί πολίτες που δρουν και αντιδρούν, που δεν κρύβονται πίσω από το πρόσχημα, δέσμιοι της ευκολίας της πολιτικής νωθρότητας. Το ζωτικό ψεύδος της εξουσίας μετατρέπεται έτσι σε κοινωνικό ζωτικό ψεύδος, το οποίο μοιάζει να μην επιθυμούμε να αποτινάξουμε. Ο φαύλος κύκλος σε όλο του το μεγαλείο.
Από την άλλη, αρνούμαστε να παραδεχτούμε τη γοητεία της βαρβαρότητας. Τι απολάμβαναν οι μέτοχοι της Γερμανίας του Χίτλερ, της ΕΣΣΔ του Στάλιν, αν όχι το γεγονός ότι μπορούσαν να είναι απροκάλυπτα βάρβαροι, χωρίς να κρύβουν κάτω από απελευθερωτικά, χριστιανικά, "εκπολιτιστικά" ενδύματα τη φύση τους; Από τον Καλιγούλα ως την αμερικανική αυτοκρατορία της σήμερον, ποιος δεν απολαμβάνει τη βαρβαρότητα, την ευκολία και το απροκάλυπτο της καταστροφής; Ποιος εξουσιαστής -από το μονοκράτορα ως τα απόλυτα ροκ είδωλα- δεν απολαμβάνει την απώλεια συνείδησης, την οποία έχουν γεννήσει συλλογικά οι λαοί με τους πολιτισμούς τους; Γιατί οι μέθοδοι του Γκέμπελς είναι γοητευτικές και ευρείας χρήσεως, σχεδόν απαρατήρητες, πια; Η κρυφή γοητεία της βαρβαρότητας είναι μεγάλη. Η βαρβαρότητα δρα σαν ισχυρό ναρκωτικό. Και οι συνειδήσεις μένουν ήσυχες όταν είναι ναρκωμένες.
Η απάντηση σε όλα αυτά υπάρχει, βεβαίως, θαμμένη κάτω από τη δοξασμένη, πια, γκεμπελική λάσπη. Εξαφανισμένοι ή ζώντες, οι λαοί των μεγάλων ιστορικών παραδόσεων μας έχουν αφήσει κληρονομιά τη γνώση τους για το αγαθό, το κάλλος και το διαρκή επαναπροσδιορισμό της παράδοσης, που, αν δεν συμβεί, καταστρέφει τον πολιτισμό. Διόλου τυχαία, οι γενοκτονίες του καιρού των "ανακαλύψεων" και της αποικιοκρατίας οφείλονται στην άρνηση επαναπροσδιορισμού της χριστιανικής παράδοσης από τη Δύση.

Ένα παλιό κείμενο, ως νέα απάντηση

*Εδώ στεκόμαστε, αλλού δεν δυνάμεθα-- Λούθηρος